ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΕΡΤΣΟΠΟΥΛΟΣ-Όχι απλώς κιθαριστής...

Μηνύματα
1.047
Reaction score
77
Έχοντας γνωρίσει τον Γιώργο Κερτσόπουλο μέσα από τις εκπομπές μου στο ραδιόφωνο (984) και την τηλεόραση (ΝΕΤ), θέλω να σας ενημερώσω ότι πρόκειται για εξαιρετικό κιθαριστή, δάσκαλο και κατασκευαστή κιθάρας. Είναι ο άνθρωπος που βρήκε και αποκάλυψε στον κόσμο το μαθηματικό μοντέλο κατασκευής του οργάνου, που ως τώρα μεταδιδόταν από στόμα σε στόμα.

Ο Γ.Κ. θα δώσει ένα ρεσιτάλ με τις κιθάρες του, την Κυριακή 20/4, στο Helexpo Palace (Κηφισίας 39, Μαρούσι),
Το ρεσιτάλ θα αρχίσει στις 9 μμ και η είσοδος είναι ελεύθερη.

Σας το προτείνω γιατί τέτοιες κιθάρες και τέτοιον ήχο δεν έχετε ξαναδεί ούτε έχετε ξανακούσει!

Σε επόμενο σημείωμα θα αναδημοσιεύσω εργασία της κας Διονυσίας Μπλαζάκη, καθηγήτριας μουσικής και υπ. διδάκτορος Μουσικολογίας, στον τομέα «Αισθητικής της Μουσικής». Είναι καπως μεγάλο σε έκταση, αλλά αναφέρται σε κάτι πρωτόγνωρο και μοναδικό, αναλύοντας τις "Αισθητικές Κερτσόπουλου.
 

Μηνύματα
1.047
Reaction score
77
Απάντηση: ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΕΡΤΣΟΠΟΥΛΟΣ-Όχι απλώς κιθαριστής...

Μια μουσικολογική προσέγγιση στις «Αισθητικές Κερτσόπουλου»

Ιστορική ανασκόπηση βασισμένη στη μορφική και ηχητική εξέλιξη του οργάνου.
Χορδόφωνα όργανα, όπως η σαμαρική λύρα, η αιγυπτιακή τόξο άρπα, το νέφερ κ. ά., εμφανίζονται από το 2000 π. Χ. στη Μεσοποταμία και από το 1500 π.Χ. και στην Αίγυπτο. Τα όργανα αυτά ήταν πολύμορφα, με μακριούς λαιμούς, με μικρά στρογγυλεμένα ή παραλληλόγραμμα αντηχεία, όπως ποικίλος ήταν και ο αριθμός των χορδών που εφάρμοζαν σε αυτά. Περίπου 500 χρόνια αργότερα εμφανίζονται στην Ελλάδα δύο τύποι χορδόφωνων, η λύρα και η κιθάρα, από τα οποία η κιθάρα εθεωρείτο η πιο εξελιγμένη και τελειοποιημένη μορφή της λύρας, αν και μεταξύ λύρας, κιθάρας και φόρμιγκας οι διαφορές ήταν τόσο μικρές που επέτρεπαν να χρησιμοποιούνται οι λέξεις αυτές ως συνώνυμες. Παρόλα αυτά οι αρχαίοι Έλληνες φιλόσοφοι διευκρινίζουν σε κείμενά τους ότι το ρήμα κιθαρίζω το χρησιμοποιούσαν γενικά για το παίξιμο οποιουδήποτε έγχορδου, ενώ για τη σόλο εκτέλεση στην κιθάρα, γι’ αυτή δηλαδή που δεν είχε καμία σχέση με το τραγούδι, και για τον εκτελεστή της χρησιμοποιούσαν αντίστοιχα τους όρους ψιλή κιθάρισις και κιθαριστής, σε αντιδιαστολή με τον κιθαρωδό και τον βαρβιστή που έπαιζαν και τραγουδούσαν εφαρμόζοντας στις χορδές τους χαμηλότερα κουρδίσματα. Η κιθάρα, λοιπόν, στα χρόνια του Τέρπανδρου είχε σχήμα τριγωνικό και επτά χορδές, ενώ από τον 6ο π.Χ. αιώνα και μετά χρησιμοποιήθηκαν κιθάρες με 9,10,11 και 12 χορδές.

Κατά την εποχή του Μεσαίωνα, τα μουσικά όργανα υποστήριζαν, ως επί το πλείστον, τη φωνή στα δημώδη άσματα. Το 13ο και 14ο αιώνα, συναντάμε μεμονωμένους τύπους κιθάρας με τρεις ή τέσσερις χορδές με τις ονομασίες guitarra moresca, guitarra latina, vihuela de penola, ενώ στην εποχή της ώριμης πλέον Αναγέννησης, κατά την οποία η Ευρώπη ζει μέσα στο πνεύμα της επιστροφής στην αρχαιότητα και ανθίζει η τέχνη της πολυφωνίας, η vihuela ή viola da mano, (βιχουέλα για τους Ισπανούς και βιόλα για τους Ιταλούς), η οποία δεν είναι άλλη από το ισπανικό λαούτο, γίνεται όλο και πιο δημοφιλής. Ο αριθμός των χορδών του λαούτου και το κούρδισμά τους βρίσκονταν σε διαρκή εξέλιξη. Επικρατέστερα ήταν τα μοντέλα με τέσσερις ή πέντε διπλές σειρές χορδών, από τα οποία το πρώτο προοριζόταν για την πολυφωνική μουσική και το δεύτερο για τη συνοδεία των τραγουδιών. Αξίζει να σημειώσουμε ότι περί το 1630 ορισμένοι ερμηνευτές δεν δίστασαν να εφαρμόσουν στο όργανο 15 και 20 διπλές σειρές χορδών επιβαρύνοντας επικίνδυνα το καπάκι, με αποτέλεσμα να υποχωρήσουν στις 10 με 12 διπλές σειρές.

Με το πέρασμα της Αναγέννησης στην πρώτη περίοδο του Μπαρόκ, η κιθάρα-λαούτο διπλών χορδών έζησε μέσα σ’ ένα πλήθος μορφικών και ηχητικών προσαρμογών με μεγαλύτερες ή μικρότερες καμπυλώσεις στο σώμα της, με καλλωπιστικά στοιχεία, με την εφαρμογή εντέρινων και μεταλλικών χορδών σε κουρδίσματα υψίφωνα, μεσόφωνα και βαθύφωνα και με πολλές τεχνικές ερμηνείας, οι οποίες από τη μια εξυπηρετούσαν το εκάστοτε πλήθος χορδών κι από την άλλη τις αισθητικές προτιμήσεις των βιρτουόζων της εποχής αλλά και των λαϊκών εκτελεστών της. Ένας άλλος τύπος κιθάρας, του οποίου η ιστορία ξεκινά από την Αναγέννηση είναι η κιθάρα battente. Μέχρι και τα μέσα του 17ου αιώνα κατασκευαζόταν μόνο από Ιταλούς μαστόρους και παιζόταν από τους δεξιοτέχνες λόγω της τεχνικής της δυσκολίας, ενώ ανάμεσα στο 1640 και 1700 ευδοκίμησε και η σχολή μαστορικής του Παρισιού. Η ιταλική κιθάρα battente παρουσίαζε μια ιδιαίτερα καμπυλωμένη πλάτη με επιπρόσθετες ή ενσωματωμένες ξύλινες λωρίδες και ήταν πλούσια σε καλλωπισμούς σε αντιδιαστολή με τη γαλλική battente, η οποία εκτός από την επίπεδη πλάτη διατηρούσε εν γένει μια λιτότητα στη μορφή της. Και στους δύο τύπους εφάρμοζαν πέντε σειρές τριπλών αλλά και διπλών μεταλλικών χορδών.

Η μετάβαση από το ύστερο Μπαρόκ στην κλασική εποχή συνοδεύεται από ριζικές μεταρρυθμίσεις στη μουσική των ευρωπαϊκών χωρών, οι οποίες βέβαια συναρτώνται με τις κοινωνικές μεταβολές. Η μουσική δεν αποτελεί πλέον αντικείμενο δημοσίων μόνο θεαμάτων, αλλά γίνεται και στοιχείο κοινωνικής διάκρισης. Η άφιξη της δυναστείας των Βουρβόνων στην Ισπανία δημιούργησε μια αλλαγή στο μουσικό γούστο της εποχής, προσαρμοσμένη στο γαλλικό ύφος gallant. Έτσι, μέσα στην πορεία του 18ου αιώνα αλλάζει και η κιθάρα. Αυξήθηκαν οι διαστάσεις της, μεταβλήθηκαν οι κοιλότητές της, μειώθηκαν τα καλλωπιστικά της στοιχεία, όμως η πιο σημαντική αλλαγή εντοπίζεται στην αντικατάσταση των διπλών σειρών χορδών με τις έξι μονές. Πολλοί μελετητές θεωρούν ότι σε αυτή ακριβώς την αλλαγή οφείλεται το κενό που δημιούργησε η κιθάρα στο μουσικό χώρο κατά τη διάρκεια του πρώτου μισού του 19ου αιώνα. Οι Ισπανοί κατασκευαστές και κιθαριστές ήταν οι μόνοι που έμειναν για άλλα 70 χρόνια πιστοί στην παράδοση των διπλών χορδών, ενάντια στην αισθητική της γαλλικής μονών χορδών κιθάρας που είχε ήδη επικρατήσει σε ολόκληρη την Ευρώπη. Η ηχητική αισθητική των έξι μονών χορδών εισήγαγε και μια σειρά μορφικών τροποποιήσεων, οι οποίες κατέληξαν, στα μέσα του 19ου αιώνα, από τον Ισπανό Antonio de Torres, στο σχήμα της κιθάρας που σήμερα όλοι γνωρίζουμε.

Πως αναβιώνουν οι ιστορικές αισθητικές της κιθάρας και τι εξυπηρετούν
Για ν’ αναβιώσουν οι ιστορικές περίοδοι της κιθάρας απαιτούνται χορδές από διαφορετικό πρωτογενές υλικό, μέταλλο, νάιλον ή νήμα με διαβαθμισμένα πάχη και ποιοτικές επεξεργασίες. Εφαρμόζοντας τις χορδές αυτές, με μικρές κατασκευαστικές προσαρμογές, στο σημερινό τύπο κιθάρας μπορούμε να προσεγγίσουμε την ηχητική αισθητική του οργάνου, η οποία καθορίζεται κυρίως από το πλήθος των χορδών, την ποιότητά τους και το κούρδισμά τους, για την οποία είναι γραμμένο το κάθε έργο. Όπως για παράδειγμα, έργα της Μπαρόκ περιόδου, των I. S. Bach, D. Scarlatti, G. F. Haendel, τα οποία γράφτηκαν για τσέμπαλο και λαούτο, όργανα με δύο ή και περισσότερες σειρές χορδών. Ο G. Sanz, το 1674, στη μέθοδο διδασκαλίας του με τίτλο: Instruccion de musica sobre la guitarra Espanola, σημειώνει χαρακτηριστικά ότι «καλό είναι να μπούνε μπάσα στην 4η και 5η χορδή για θορυβώδη και συνοδευτική μουσική, όμως οι μαέστροι της Ρώμης βάζουν πάντα λεπτές χορδές όταν θέλουν να παίζουν διακεκριμένους φθόγγους με χάρη, γλυκύτητα και ηχηρότητα». Επίσης, για υψίφωνα κουρδίσματα έγραψαν οι R. D. Visee και J. Bermudo. Ακόμη και στον 20ο αιώνα όπου οι νάιλον χορδές και το μεσόφωνο κούρδισμα της κιθάρας είχε πλέον καθιερωθεί, ορισμένοι συνθέτες και ερμηνευτές όπως ο H. Villa-Lobos και ο A. M. Barrios, αναζητώντας ηχηρότητα και περισσότερη ευκρίνεια εφάρμοζαν στην κιθάρα μεταλλικές χορδές.

Οι «Αισθητικές Κερτσόπουλου»
Αναβιώνουν την ηχητική αισθητική της κιθάρας κατά την ιστορική της εξέλιξη, εισάγοντας χορδές διαβαθμισμένων ποιοτήτων με δυνατότητες συνολικού κουρδίσματος από το 0 – 12ο τάστο, δηλαδή από το σημερινό ΜΙ έως και μία οκτάβα ψηλότερα, όπως και εφαρμογές διπλών και τριπλών σειρών χορδών με απλά και μικτά κουρδίσματα και, τέλος, περιλαμβάνουν καινοτόμες μορφικές τροποποιήσεις και ηχητικές παραλλαγές.

Μέσα από αυτές τις δύο παραμέτρους δίνεται η δυνατότητα:
1. Να προσεγγιστεί με πιστότητα το ρεπερτόριο της κάθε εποχής.
2. Να διασκευαστούν επίσης με πιστότητα έργα που έχουν που έχουν γραφτεί για όργανα με άλλες τονικές περιοχές.
3. Να διευρυνθούν οι τεχνικές μέθοδοι του οργάνου, οι οποίες θα είναι ανάλογες της ηχητικής αισθητικής που αυτό αντιπροσωπεύει.
4. Να δημιουργηθούν από τους ερμηνευτές αισθητικές προτιμήσεις με δυνατότητες ανάδειξης προσωπικού ύφους.

Η διαδρομή των «Αισθητικών Κερτσόπουλου»
Οι «Αισθητικές Κερτσόπουλου», οι οποίες αποτελούν τόσο θεωρητική όσο και πρακτική έρευνα τριάντα περίπου χρόνων, παρουσιάστηκαν για πρώτη φορά στο αθηναϊκό κοινό, το 1994. Κατά τις μέχρι τώρα παρουσιάσεις κι εκθέσεις έχουν συμπεριληφθεί:
Α) όργανα με ιστορικές μορφικές και ηχητικές προσεγγίσεις όπως:
Αα) κιθάρες με έξι μονές χορδές σε διαφορετικά υψίφωνα και μεσόφωνα κουρδίσματα
Αβ) κιθάρες με συνδυασμούς μονών και διπλών σειρών χορδών κυρίως στα μπάσα
Αγ) η κιθάρα battente με διπλές και τριπλές σειρές χορδών
Αδ) η ισπανική διπλών χορδών κιθάρα
Αε) κιθάρα με έξι τριπλοδιπλομονές σειρές χορδών.

Β) όργανα καινοτόμα όπως:
Βα) η ελάχιστη κιθάρα. Ένα όργανο, του οποίου το αντηχείο συμπεριφέρεται αναλογικά όπως και το σώμα της κιθάρας με κανονικές διαστάσεις, αν και το πάχος του δεν ξεπερνά το δύο εκατοστά και το πλάτος του τα οκτώ εκατοστά. Προσαρμόζεται σε άλλα αντηχεία, τα οποία μπορεί να είναι από ειδικές κατασκευές μέχρι κοινότυπα κουτιά, αναδεικνύοντας την ιδιοσυστασία του κάθε αντηχείου. Παράδειγμα τέτοιων προσαρμογών αποτελεί η ελάχιστη κιθάρα με χάρτινο και πλαστικό αντηχείο και η παραλληλόγραμμη κιθάρα με ένα ή δύο λαιμούς.

Ββ) η κιθάρα πεντάλ (με σύστημα αέρος), η οποία αποτελείται από τρεις καμπυλότητες, πέντε γέφυρες, έξι κύριες χορδές κουρδισμένες σε ΜΙ και έξι μεταλλικές χορδές, οι οποίες περνώντας μέσα από τις διαφορετικές γέφυρες δημιουργούν 39 μήκη χορδών. Οι χορδές αυτές λειτουργούν ως συμπαθητικές, αλλά και ως ρυθμιστές των τάσεων που ασκούνται στο όργανο και οι οποίες δύναται να αδρανοποιηθούν όταν έρθουν σε επαφή μ’ έναν από τους δύο κινητούς μοχλούς. Σε αυτή ακριβώς την εφαρμογή λειτουργεί το σύστημα αέρος, το οποίο προκαλεί την κίνηση στους μοχλούς μέσω του πεντάλ. Τα πλεονεκτήματα που προκύπτουν από αυτή την κατασκευή επιδρούν σε όλες τις παραμέτρους του ήχου, όπως τον όγκο και την ένταση, το πλάτος και το βάθος, τη διάρκεια ή τον τρόπο απόσβεσής του.

Η αρχή κάθε έρευνας πηγάζει από την αμφισβήτηση του αυτονόητου ή του καθιερωμένου• η διαδρομή της είναι μια διαρκής αντινομία ανάμεσα στην «επίσημη επιστήμη και τέχνη» και στο αντικομφορμιστικό πνεύμα που φέρει κάθε καινοτομία• η καθιέρωσή της μέσω της εγκυρότητας της περιμένει τους επερχόμενους ερευνητές.

--------------------
«Ακολουθείς πιστότερα ένα μεγάλο παράδειγμα από το παρελθόν, ακριβώς όταν δεν το ακολουθείς, γιατί κάθε σπουδαία προσωπικότητα είναι τέτοια γιατί παρεκκλίνει από οποιαδήποτε προηγούμενη παραδεδεγμένη πρακτική!»
Ferruccio Busoni, Νέα Αισθητική

«Δεν αρκεί να συνοδεύουμε τη μουσική δωματίου εποχής με ένα τσέμπαλο στο ρόλο του continuo. Πρέπει να αλλάξουμε τις χορδές και τα κουρδίσματα μας στα έγχορδα, να κατασκευάσουμε διαφορετικά τα πνευστά…»
Paul Hindemith στο δοκίμιο του για τον Bach.

«Είναι πάντα το παρόν που ερμηνεύουμε, αλλά το πραγματοποιούμε αυτό κοιτάζοντας προς το παρελθόν. Πρέπει να συντονίσουμε το ιστορικά επιθυμητό με το πρακτικά και αισθητικά λογικό, το ευκταίο με το εφικτό, προκειμένου να πραγματοποιούμε τις προθέσεις του συνθέτη, ακόμη μάλιστα και αυτές που με τα μέσα που εκείνος διέθετε δεν θα ήταν ποτέ δυνατόν να πραγματοποιηθούν. Το ζητούμενο λοιπόν είναι νέες προσεγγίσεις κι όχι να λύνουμε διαρκώς γρίφους και αινίγματα…».
Paul Henry Lang

Διονυσία Μπλαζάκη
 


Staff online

  • Zizik
    Safety Last
  • xfader
    Segregation supporter
  • abcd
    Πρώην Διοικητής ο τροπαιοφόρος

ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΑ

Threads
175.871
Μηνύματα
3.031.552
Members
38.508
Νεότερο μέλος
koskef
Top