The New York Times
Ο 40χρονος χημικός Στεφάν Ουρμπέν είναι ο επικεφαλής των νεωκόρων του Καθεδρικού Ναού της Παναγίας των Παρισίων. Είναι επίσης υπεύθυνος κωδωνοκρούστης, ρόλος που παραπέμπει στον Κουασιμόδο, του Βίκτωρος Ουγκώ. Ο ίδιος απορρίπτει τη σύγκριση. «Είμαι υπέρ της μουσικής», λέει με συγκαταβατικό ύφος, ανάμεσα στα περίλαμπρα άμφια και τα ιερά σκεύη. Η αγάπη του για τη μουσική έχει προκαλέσει μικρή επανάσταση στον τρόπο με τον οποίο ηχούν οι καμπάνες, από τότε που ανέλαβε την ευθύνη του ναού.
Εχει συγκρουστεί αρκετές φορές με τους συντηρητές του υπουργείου Πολιτισμού. Τον επισκέπτονται έξι φορές τον χρόνο για να ελέγξουν την κατάσταση του μπρούντζου, τους ηλεκτρικούς μηχανισμούς και τις περίπλοκές αλυσίδες που κινούν τις καμπάνες. Οι συντηρητές θα ήθελαν λιγότερη μουσικότητα στους χτύπους, ώστε να μειωθεί όσο το δυνατόν η φθορά στο υπεραιωνόβιο καμπαναριό. Ο κ. Ουρμπέν, όμως, θέλει να αναπαράγει τους ήχους που έβγαιναν από τις καμπάνες όταν αυτές ήταν καινούργιες.
Παρά τα όσα υποστηρίζει η Ουόλτ Ντίσνεϊ και ο Βίκτωρ Ουγκώ, οι καμπάνες δεν κινούνταν ποτέ με σκοινί. Τόσο οι τέσσερις μικρές στο βόρειο πύργο, όσο και η μπάσα καμπάνα (γνωστή και ως Μπουρντόν) στη νότια πλευρά του ναού, πάλλονταν μέσω ενός περίπλοκου χειροκίνητου μηχανισμού με μεταλλικές μπάρες. Από το 1930, το σύστημα εξηλεκτρίστηκε. Σήμερα ελέγχεται πλήρως από ηλεκτρονικό υπολογιστή. Ο Ουρμπέν είναι και ειδικός στον προγραμματισμό υπολογιστών. Παρ’ όλα αυτά, συμβαίνουν και απρόοπτα. Τη Μεγάλη Εβδομάδα 2004, το ηλεκτρονικό σύστημα υπέστη βλάβη και οι καμπάνες σίγησαν για μέρες. Ο τότε Αρχιεπίσκοπος του Παρισιού, καρδινάλιος Λουστιγκέρ έγινε έξαλλος.
Ο Ουρμπέν έγινε νεωκόρος κατά τύχη. Αν και πτυχιούχος χημείας, είχε δουλέψει στο παρελθόν, όταν πήγαινε ακόμη σχολείο, στο πλάι του ανθρώπου που ήταν υπεύθυνος για τη συντήρηση της διάσημης κωδωνοστοιχίας της Λούρδης. Καθώς δεν μπόρεσε να βρει δουλειά στον τομέα του, ήλθε στο Παρίσι πριν από δέκα χρόνια και, χάρη στην εμπειρία του, προσελήφθη στο προσωπικό του Καθεδρικού της Παναγίας. Το 2005, όταν ο αρχινεωκόρος προήχθη σε «μέγα φύλακα» του Ναού, ο Ουρμπέν πήρε τη θέση του.
Μαζί με τέσσερις ακόμη νεωκόρους, είναι υπεύθυνος για την οργάνωση και προετοιμασία των ιερών ακολουθιών. Το μεγάλο του πάθος όμως είναι το καμπαναριό.
Η Παναγία των Παρισίων έχει έντεκα καμπάνες. Οι τέσσερις, στο βόρειο πύργο τοποθετήθηκαν εκεί το 1856, προς αντικατάσταση των προηγουμένων, οι οποίες είχαν χρησιμοποιηθεί για την κατασκευή κανονιών στη διάρκεια της γαλλικής επανάστασης. Η βάρους 14 τόνων μπάσα καμπάνα στο νότιο πύργο, κατασκευάστηκε το 1680 και υποστηρίζεται από μεσαιωνικό ξύλινο πλαίσιο. Εξι ακόμη μικρές καμπάνες τοποθετήθηκαν τον 19ο αιώνα μέσα και κάτω από τον οβελό στέψης που βρίσκεται πάνω από το κλίτος του ναού. Οι καμπάνες, όπως και όλα τα ιερά αντικείμενα, έχουν ονόματα. Η μπάσα καμπάνα ονομάζεται Εμανουέλ. Η μεγαλύτερη από τις μικρές καμπάνες, Αντζελίκ Φρανσουά και η μικρότερη απ’ όλες είναι η Ντενίς Νταβίντ.
Αμέσως μόλις ανέλαβε στο πόστο του, ο κ. Ουρμπέν άρχισε να πειραματίζεται με τον τρόπο που χτυπάνε οι καμπάνες, βασισμένος στην εμπειρία που είχε αποκτήσει από τη Λούρδη. Πάντως, υποστηρίζει ότι δεν είχε κάποιο συγκεκριμένο σχέδιο.
Μέχρι πρόσφατα, οι καμπάνες σήμαιναν ρυθμικά τρεις φορές την ημέρα και πριν από τη λειτουργία της Κυριακής. Ο Ουρμπέν όμως συνειδητοποίησε ότι μπορούσε να προγραμματίσει τις τέσσερις καμπάνες του βόρειου πύργου, ώστε να παίζουν κλασικά κομμάτια, όπως το θρησκευτικό χορικό του Μπαχ «Nun Komm, der Heiden Heiland», ή τον ύμνο του Πάσχα «Regina Coeli Laectare». Η μπάσα καμπάνα ήταν πιο δύσκολη περίπτωση. Γενικώς, χρησιμοποιούνταν σπανίως, σε μεγάλες γιορτές, όπως το Πάσχα, ή σε εξαιρετικά γεγονότα, όπως ο θάνατος κάποιου καρδινάλιου ή του πάπα. Εν τούτοις, ο Ουρμπέν έφτιαξε ειδικά προγράμματα που συντονίζουν την μπάσα καμπάνα με τις τέσσερις μικρότερες.
Αναγνωρίζει βεβαίως ότι η πρακτική του αυτή έχει δημιουργήσει προβλήματα. Παραδέχεται ότι «όσο περισσότερο τις χρησιμοποιεί κανείς, τόσο πιο πολύ φθείρονται». Για να μειώσει τις φθορές, αντικατέστησε το γλωσσίδιο της καμπάνας, το οποίο παρεμπιπτόντως ζυγίζει 450 κιλά, με καινούργιο από μαλακό ατσάλι. Η επιπλέον χρήση όμως, καταπονεί και τους ηλεκτροκινητήρες του καμπαναριού.
Ενας από τους συντηρητές εξηγεί ότι «στην Παναγία των Παρισίων εφαρμόζουμε ένα προληπτικό σύστημα συντήρησης. Προσπαθούμε να αντικαταστήσουμε ό,τι έχει φθαρεί πριν σπάσει. Στόχος είναι να προλάβουμε το κακό εν τη γενέσει του».
Ο Ουρμπέν από την πλευρά του δείχνει ενθουσιασμένος: αγαπάει αυτές τις καμπάνες, αλλά τις βλέπει ως μέρος του συνόλου του Καθεδρικού της Παναγίας των Παρισίων, την οποία περιγράφει ως «κτητική και ζηλιάρα γυναίκα».
:bravo:
Ο 40χρονος χημικός Στεφάν Ουρμπέν είναι ο επικεφαλής των νεωκόρων του Καθεδρικού Ναού της Παναγίας των Παρισίων. Είναι επίσης υπεύθυνος κωδωνοκρούστης, ρόλος που παραπέμπει στον Κουασιμόδο, του Βίκτωρος Ουγκώ. Ο ίδιος απορρίπτει τη σύγκριση. «Είμαι υπέρ της μουσικής», λέει με συγκαταβατικό ύφος, ανάμεσα στα περίλαμπρα άμφια και τα ιερά σκεύη. Η αγάπη του για τη μουσική έχει προκαλέσει μικρή επανάσταση στον τρόπο με τον οποίο ηχούν οι καμπάνες, από τότε που ανέλαβε την ευθύνη του ναού.
Εχει συγκρουστεί αρκετές φορές με τους συντηρητές του υπουργείου Πολιτισμού. Τον επισκέπτονται έξι φορές τον χρόνο για να ελέγξουν την κατάσταση του μπρούντζου, τους ηλεκτρικούς μηχανισμούς και τις περίπλοκές αλυσίδες που κινούν τις καμπάνες. Οι συντηρητές θα ήθελαν λιγότερη μουσικότητα στους χτύπους, ώστε να μειωθεί όσο το δυνατόν η φθορά στο υπεραιωνόβιο καμπαναριό. Ο κ. Ουρμπέν, όμως, θέλει να αναπαράγει τους ήχους που έβγαιναν από τις καμπάνες όταν αυτές ήταν καινούργιες.
Παρά τα όσα υποστηρίζει η Ουόλτ Ντίσνεϊ και ο Βίκτωρ Ουγκώ, οι καμπάνες δεν κινούνταν ποτέ με σκοινί. Τόσο οι τέσσερις μικρές στο βόρειο πύργο, όσο και η μπάσα καμπάνα (γνωστή και ως Μπουρντόν) στη νότια πλευρά του ναού, πάλλονταν μέσω ενός περίπλοκου χειροκίνητου μηχανισμού με μεταλλικές μπάρες. Από το 1930, το σύστημα εξηλεκτρίστηκε. Σήμερα ελέγχεται πλήρως από ηλεκτρονικό υπολογιστή. Ο Ουρμπέν είναι και ειδικός στον προγραμματισμό υπολογιστών. Παρ’ όλα αυτά, συμβαίνουν και απρόοπτα. Τη Μεγάλη Εβδομάδα 2004, το ηλεκτρονικό σύστημα υπέστη βλάβη και οι καμπάνες σίγησαν για μέρες. Ο τότε Αρχιεπίσκοπος του Παρισιού, καρδινάλιος Λουστιγκέρ έγινε έξαλλος.
Ο Ουρμπέν έγινε νεωκόρος κατά τύχη. Αν και πτυχιούχος χημείας, είχε δουλέψει στο παρελθόν, όταν πήγαινε ακόμη σχολείο, στο πλάι του ανθρώπου που ήταν υπεύθυνος για τη συντήρηση της διάσημης κωδωνοστοιχίας της Λούρδης. Καθώς δεν μπόρεσε να βρει δουλειά στον τομέα του, ήλθε στο Παρίσι πριν από δέκα χρόνια και, χάρη στην εμπειρία του, προσελήφθη στο προσωπικό του Καθεδρικού της Παναγίας. Το 2005, όταν ο αρχινεωκόρος προήχθη σε «μέγα φύλακα» του Ναού, ο Ουρμπέν πήρε τη θέση του.
Μαζί με τέσσερις ακόμη νεωκόρους, είναι υπεύθυνος για την οργάνωση και προετοιμασία των ιερών ακολουθιών. Το μεγάλο του πάθος όμως είναι το καμπαναριό.
Η Παναγία των Παρισίων έχει έντεκα καμπάνες. Οι τέσσερις, στο βόρειο πύργο τοποθετήθηκαν εκεί το 1856, προς αντικατάσταση των προηγουμένων, οι οποίες είχαν χρησιμοποιηθεί για την κατασκευή κανονιών στη διάρκεια της γαλλικής επανάστασης. Η βάρους 14 τόνων μπάσα καμπάνα στο νότιο πύργο, κατασκευάστηκε το 1680 και υποστηρίζεται από μεσαιωνικό ξύλινο πλαίσιο. Εξι ακόμη μικρές καμπάνες τοποθετήθηκαν τον 19ο αιώνα μέσα και κάτω από τον οβελό στέψης που βρίσκεται πάνω από το κλίτος του ναού. Οι καμπάνες, όπως και όλα τα ιερά αντικείμενα, έχουν ονόματα. Η μπάσα καμπάνα ονομάζεται Εμανουέλ. Η μεγαλύτερη από τις μικρές καμπάνες, Αντζελίκ Φρανσουά και η μικρότερη απ’ όλες είναι η Ντενίς Νταβίντ.
Αμέσως μόλις ανέλαβε στο πόστο του, ο κ. Ουρμπέν άρχισε να πειραματίζεται με τον τρόπο που χτυπάνε οι καμπάνες, βασισμένος στην εμπειρία που είχε αποκτήσει από τη Λούρδη. Πάντως, υποστηρίζει ότι δεν είχε κάποιο συγκεκριμένο σχέδιο.
Μέχρι πρόσφατα, οι καμπάνες σήμαιναν ρυθμικά τρεις φορές την ημέρα και πριν από τη λειτουργία της Κυριακής. Ο Ουρμπέν όμως συνειδητοποίησε ότι μπορούσε να προγραμματίσει τις τέσσερις καμπάνες του βόρειου πύργου, ώστε να παίζουν κλασικά κομμάτια, όπως το θρησκευτικό χορικό του Μπαχ «Nun Komm, der Heiden Heiland», ή τον ύμνο του Πάσχα «Regina Coeli Laectare». Η μπάσα καμπάνα ήταν πιο δύσκολη περίπτωση. Γενικώς, χρησιμοποιούνταν σπανίως, σε μεγάλες γιορτές, όπως το Πάσχα, ή σε εξαιρετικά γεγονότα, όπως ο θάνατος κάποιου καρδινάλιου ή του πάπα. Εν τούτοις, ο Ουρμπέν έφτιαξε ειδικά προγράμματα που συντονίζουν την μπάσα καμπάνα με τις τέσσερις μικρότερες.
Αναγνωρίζει βεβαίως ότι η πρακτική του αυτή έχει δημιουργήσει προβλήματα. Παραδέχεται ότι «όσο περισσότερο τις χρησιμοποιεί κανείς, τόσο πιο πολύ φθείρονται». Για να μειώσει τις φθορές, αντικατέστησε το γλωσσίδιο της καμπάνας, το οποίο παρεμπιπτόντως ζυγίζει 450 κιλά, με καινούργιο από μαλακό ατσάλι. Η επιπλέον χρήση όμως, καταπονεί και τους ηλεκτροκινητήρες του καμπαναριού.
Ενας από τους συντηρητές εξηγεί ότι «στην Παναγία των Παρισίων εφαρμόζουμε ένα προληπτικό σύστημα συντήρησης. Προσπαθούμε να αντικαταστήσουμε ό,τι έχει φθαρεί πριν σπάσει. Στόχος είναι να προλάβουμε το κακό εν τη γενέσει του».
Ο Ουρμπέν από την πλευρά του δείχνει ενθουσιασμένος: αγαπάει αυτές τις καμπάνες, αλλά τις βλέπει ως μέρος του συνόλου του Καθεδρικού της Παναγίας των Παρισίων, την οποία περιγράφει ως «κτητική και ζηλιάρα γυναίκα».
:bravo: