panosop
Συστημικός
- Μηνύματα
- 5.571
- Reaction score
- 668
Απο το περιοδικό ΨΗΦΙΑΚΗ ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ
http://www.digitaltvinfo.gr/magazine-archive/year-2015/itemlist/category/288-issue-84
Οι δορυφορικές λήψεις στην χώρα μας είναι μια... πονεμένη ιστορία, που οφείλεται στην γεωγραφική μας θέση στο νοτιοανατολικό άκρο της Ευρώπης. Από τις αρχές της αναλογικής εποχής το ενδιαφέρον μας εστιάζεται στην λήψη κυρίως των καναλιών της δυτικής και βόρειας Ευρώπης με την οποία έχουμε πολιτισμικούς δεσμούς, αλλά η θέση της χώρας μας καθιστά συχνά το εγχείρημα δύσκολο, καθώς τα συγκεκριμένα κανάλια ενδιαφέρονται αντίθετα να καλύψουν την δυτική και βόρεια Ευρώπη και όχι εμάς. Αν και η αυξημένη ισχύς των δορυφόρων έδειχνε πως η κατάσταση θα βελτιωθεί και οι λήψεις θα γίνουν ευκολότερες και δεν θα απαιτούν μεγάλα δορυφορικά πιάτα, τα τελευταία χρόνια οι λήψεις δυσκόλεψαν και πάλι, αφού οι νέοι δορυφόροι διαθέτουν συχνά πολύ στενές δέσμες εκπομπής, γεγονός που επιτρέπει σε πολλά κανάλια να εκπέμψουν ελεύθερα χωρίς να προβληματίζονται για την λήψη σε άλλες χώρες για τις οποίες δεν διαθέτουν πνευματικά δικαιώματα. Επιπλέον, την ίδια τακτική ακολούθησαν και οι άραβες και ενώ πριν λίγα χρόνια πιάναμε εύκολα όλα τα αραβικά κανάλια, σήμερα απαιτούνται συχνά στην Βόρεια Ελλάδα πολύ μεγάλα πιάτα για να πετύχουμε λήψη.
Οι δυνατότητες λήψης μιας περιοχής περιγράφονται σε γενικές γραμμές με τα ιχνοδιαγράμματα των δορυφόρων, τα οποία δείχνουν τις ζώνες κάλυψης των δεσμών των δορυφόρων αποτυπωμένες σε ειδικούς χάρτες και ξεχωριστά για τις διάφορες δέσμες εκπομπής των δορυφόρων. Η «ποσότητα σήματος» που δεχόμαστε καθορίζει με την σειρά της την ελάχιστη διάμετρο δορυφορικού πιάτου που πρέπει να χρησιμοποιήσουμε ώστε να πετύχουμε άριστη λήψη των δορυφορικών καναλιών της συγκεκριμένης δέσμης στο 99.9% του χρόνου.
Σαν να μην έφτανε αυτό, δεκάδες άλλοι αστάθμητοι παράγοντες μπορούν να επηρεάσουν λίγο ή πολύ το επίπεδο λήψης με αποτέλεσμα ακόμη και δύο ίδια πιάτα με ίδια LNB που στοχεύουν τον ίδιο δορυφόρο από την ίδια ταράτσα…. να μην έχουν ίδια ακριβώς λήψη! Παρόλα αυτά σε γενικές γραμμές για το μεγαλύτερο μέρος της χώρας (πλην των πολύ ΝΑ περιοχών) ένα πιάτο 1.2μ καλύπτει τις περισσότερες απαιτήσεις, με εξαίρεση πολύ ειδικές περιπτώσεις. Στους πίνακες του περιοδικού στις πίσω σελίδες δίνουμε «ενδεικτικές» διαμέτρους πιάτων για λήψεις όλων των δεσμών των ορατών δορυφόρων στην μπάντα ku και μάλιστα τις περισσότερες φορές συνιστούμε διάμετρο μεγαλύτερη από την ελάχιστη απαιτούμενη για λόγους «ασφαλείας». Δυστυχώς σε αρκετές περιπτώσεις λήψεων σε περιοχές που βρίσκονται εκτός του επίσημου ιχνοδιαγράμματος το επίπεδο σήματος εμφανίζει σημαντικές ημερήσιες διακυμάνσεις (ακόμη και εποχιακές), ενώ άλλοτε εμφανίζονται καλύτερες λήψεις σε περιοχές που βρίσκονται πιο μακριά από άλλους που βρίσκονται πιο κοντά στην τελευταία γραμμή του ιχνοδιαγράμματος. Τέτοια φαινόμενα μπορεί να οφείλονται σε κατασκευαστικές μικροατέλειες των πάνελ εκπομπής των δορυφόρων, σε ηθελημένη μετατόπιση της δέσμης που δεν προβλέπεται στο ιχνοδιάγραμμα, σε αυξομειώσεις τις ισχύος εκπομπής των πομπών (τα ηλιακά πάνελ που παράγουν την ενέργεια δεν φωτίζονται όλη την ημέρα ) και στις μικρομετακινήσεις των ίδιων των δορυφόρων σε ημερήσια βάση.
Στα παραπάνω μπορούμε να προσθέσουμε σωρεία ακόμη παραγόντων που επηρεάζουν την λήψη:
Το πόσο σωστά έγινε η εγκατάσταση του πιάτου, επιτρέποντας τέλεια σκόπευση του δορυφόρου (σε κινητό θα μετρήσει και η σωστή ρύθμιση του τόξου, που γίνεται δυσκολότερη όσο μεγαλώνει το πιάτο).
Στην σωστή τοποθέτηση του LNB. Με τα universal που χρησιμοποιούνται σήμερα στο 99% των εγκαταστάσεων, δεν είναι εφικτή η μικρορύθμιση της πόλωσης. Σε κινητή λήψη με ευρύ τόξο οι επιπτώσεις αυτού του γεγονότος είναι αναπόφευκτες, καθώς τα κάθετα και οριζόντια επίπεδα μακρινών δορυφόρων θα διαφέρουν αισθητά μεταξύ τους και το σήμα που θα λαμβάνεται σε ορισμένους θα είναι μειωμένο ή μπορεί να υπάρχουν και παρεμβολές από την αντίθετη πόλωση, καθώς δεν θα ταυτίζεται το οριζόντιο ή κάθετο του δορυφόρου με το λαμβανόμενο από το LNB.
Στις ημερήσιες αποκλίσεις των δορυφόρων (παράγοντας σημαντικός κυρίως σε παλιούς δορυφόρους που περιφέρονται πάνω ή κάτω από την κανονική τους τροχιακή θέση και που επηρεάζει κυρίως τα μεγάλα πιάτα που έχουν στενό εύρος δέσμης).
Στα ίδια τα LNB που μπορεί να έχουν διαφορετικό βαθμό θορύβου σε διάφορες συχνότητες, διαφορετική ενίσχυση, διαφορετικό θόρυβο φάσης και καλύτερο ή χειρότερο διαχωρισμό πόλωσης. Ακόμη και 2 ίδια LNB να τοποθετήσετε στο ίδιο πιάτο και με την ίδια ακριβώς στροφή… θα διαπιστώσετε διαφορές στις οριακές λήψεις!
Στις καιρικές συνθήκες, που παίζουν σημαντικό ρόλο στην διάδοση του σήματος. Οι καλύτερες λήψεις εμφανίζονται τις σχετικά ψυχρές μέρες με καθαρό ουρανό και οι χειρότερες το καλοκαίρι με υψηλές θερμοκρασίες ή όταν υπάρχει έντονη βροχόπτωση.
Σε άλλες εξωτερικές αιτίες (θόρυβος εδάφους, κοσμικές ακτινοβολίες, ισημερίες ή παρεμβολές από επίγειες μεταδόσεις).
Στην απολαβή του πιάτου λήψης. Δύο πιάτα ιδίων διαστάσεων και κατασκευής έχουν διαφορετική ποιότητα και δεν αποδίδουν απαραίτητα το ίδιο. Επίσης, με ίδιες διαστάσεις, τα πιάτα τύπου offset έχουν μεγαλύτερη απολαβή από τα prime focus (κεντρικής εστίασης), στα οποία η θέση του συνόλου χοάνης-LNB σκιάζει το λαμβανόμενο σήμα και μειώνει την απολαβή. Η διαφορά μεταξύ τους όμως μικραίνει στους ακραίους δορυφόρους, καθώς τα πιάτα offset «κοιτάζοντας» περισσότερο προς τα κάτω, δέχονται περισσότερο θόρυβο εδάφους! Στην μπάντα C τα πράγματα αντιστρέφονται υπέρ του πιάτου κεντρικής εστίασης, καθώς εδώ μετράει πιο πολύ το εμβαδόν της ανακλαστικής επιφάνειας.
Ένα πιάτο χτυπημένο, με ανωμαλίες στην επιφάνειά του, θα έχει μικρές ή μεγάλες απώλειες απολαβής. Ένα πιάτο διαιρούμενο θα αποδίδει λιγότερο από ένα πλήρες (ανάλογα με το πόσο τέλεια γίνεται η συναρμογή των κομματιών), ενώ ένα πιάτο τρυπητό (τύπου mesh) θα έχει αισθητά μικρότερη απολαβή στην μπάντα Ku.
Να μη ξεχάσουμε φυσικά και το πολύ σημαντικό ομοαξονικό καλώδιο! Σε αποστάσεις μεγαλύτερες από 35μ ένα κακό καλώδιο μπορεί να εμφανίσει απώλειες (ειδικά στις υψηλές συχνότητες), αλλά και σε πολύ μικρές αποστάσεις ένα πολύ καλό καλώδιο και ένα LNB υψηλής ενίσχυσης μπορεί να δώσουν υπερβολικό σήμα και… να μπουκώσουν τον δέκτη! Διάφορα διακοπτάκια που παρεμβάλλονται στο καλώδιο έχουν επίσης απώλειες και εισάγουν θόρυβο.
Στον ίδιο πομπό δορυφόρου, σε ψηφιακή λήψη, τα κανάλια λαμβάνονται σαφώς ευκολότερα, όταν εκπέμπουν με μικρότερο FEC. Η διαφορά σε οριακές λήψεις είναι πράγματι τεράστια! Αν λαμβάνετε οριακά με 1.2μ πακέτο ή κανάλι SCPC που χρησιμοποιεί FEC 1/2, μπορεί να χρειαστείτε 1.6μ για να λάβετε σωστά τον ίδιο πομπό, αν το FEC γίνει 7/8!
Επίσης ευκολότερα θα λάβετε τα MCPC από τα SCPC κανάλια με ίδια ισχύ, κυρίως γιατί οι δέκτες δυσκολεύονται περισσότερο να κλειδώσουν στα χαμηλά Symbol Rate (γι αυτό και συχνά αργούν να σας ανοίξουν).
Τελευταίος σημαντικός παράγοντας…ο ίδιος ο δέκτης και δη η ευαισθησία του, δηλαδή η ικανότητά του να κλειδώνει σε συχνότητες με μικρότερο λόγο σήματος προς θόρυβο και να παραβλέπει «λάθη» στην λήψη ψηφιακών πακέτων εκπομπής που φτάνουν στο πιάτο. Με τις πρόσφατες μεταδόσεις σε DVB-S2 παρατηρήσαμε μάλιστα μία μεγαλύτερη δυσκολία στην λήψη τους από τους περισσότερους δέκτες σε σύγκριση με εκπομπές σε DVB-S στην ίδια δέσμη εκπομπής.
Λαμβάνοντας υπόψη όλα τα παραπάνω καταλαβαίνετε φαντάζομαι πόσο δύσκολο είναι στην χώρα μας να δώσουμε έστω και μία τάξη μεγέθους για την ελάχιστη απαιτούμενη διάμετρο λήψης πολλών Ευρωπαϊκών δορυφόρων ή δεσμών που δεν μας καλύπτουν επαρκώς!
Παρόλα αυτά και επειδή πολλοί αναγνώστες μας ρωτάτε συνεχώς γι αυτά, αν και δημοσιεύουμε ενδεικτικές διαστάσεις πιάτων για λήψεις στους πίνακες και …παρά την μεγάλη δυσκολία συλλογής αντικειμενικών πληροφοριών για όλη την Ελλάδα, θα κάνουμε μία προσπάθειακαταγραφής των όσων γνωρίζουμε μέχρι σήμερα για την λήψη διάφορων δορυφόρων μπάντας Ku που ενδιαφέρουν.
Για τον σκοπό αυτό θα πρέπει ακόμη να διευκρινίσουμε πως μέχρι την διάσταση 1.8μ θα εννοούμε πιάτα τύπου offset και από 2,4μ και άνω παραβολικά. Το πιάτο offset 1.25x1.40 θα το ορίζουμε ως 1.25μ, όπως είναι το σωστό αν και οι πωλητές τα πωλούν ως 1.4μ! Χοντρικά το offset 1.8μ αντιστοιχεί στα ποιοτικά πιάτα 1.85x1.95… και όχι στα κατώτερα 1.65x1.75 που πωλούνται συνήθως για 1,8μ και η απολαβή του πρώτου μπορεί άνετα να αντιστοιχιστεί με πιάτο 2.20μ παραβολικό, ενώ του δεύτερου θα την αντιστοιχίζαμε περίπου με 1.90 κεντρικής εστίασης.
Δεδομένου ότι δεν έχει νόημα να αναλύσουμε διεξοδικά την λήψη των εύκολων δορυφόρων (ή εύκολων δεσμών) θα αναφερθούμε αποκλειστικά στις δέσμες δύσκολης λήψης των δορυφόρων της μπάντας Ku, δημοσιεύοντας το επίσημο ιχνοδιάγραμμά τους και σχολιάζοντας την λήψη τους στην πράξη στις διάφορες περιοχές της χώρας, από όσο είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε από τις αναφορές λήψης που έχουμε υπόψη μας.
http://www.digitaltvinfo.gr/magazine-archive/year-2015/itemlist/category/288-issue-84
Οι δορυφορικές λήψεις στην χώρα μας είναι μια... πονεμένη ιστορία, που οφείλεται στην γεωγραφική μας θέση στο νοτιοανατολικό άκρο της Ευρώπης. Από τις αρχές της αναλογικής εποχής το ενδιαφέρον μας εστιάζεται στην λήψη κυρίως των καναλιών της δυτικής και βόρειας Ευρώπης με την οποία έχουμε πολιτισμικούς δεσμούς, αλλά η θέση της χώρας μας καθιστά συχνά το εγχείρημα δύσκολο, καθώς τα συγκεκριμένα κανάλια ενδιαφέρονται αντίθετα να καλύψουν την δυτική και βόρεια Ευρώπη και όχι εμάς. Αν και η αυξημένη ισχύς των δορυφόρων έδειχνε πως η κατάσταση θα βελτιωθεί και οι λήψεις θα γίνουν ευκολότερες και δεν θα απαιτούν μεγάλα δορυφορικά πιάτα, τα τελευταία χρόνια οι λήψεις δυσκόλεψαν και πάλι, αφού οι νέοι δορυφόροι διαθέτουν συχνά πολύ στενές δέσμες εκπομπής, γεγονός που επιτρέπει σε πολλά κανάλια να εκπέμψουν ελεύθερα χωρίς να προβληματίζονται για την λήψη σε άλλες χώρες για τις οποίες δεν διαθέτουν πνευματικά δικαιώματα. Επιπλέον, την ίδια τακτική ακολούθησαν και οι άραβες και ενώ πριν λίγα χρόνια πιάναμε εύκολα όλα τα αραβικά κανάλια, σήμερα απαιτούνται συχνά στην Βόρεια Ελλάδα πολύ μεγάλα πιάτα για να πετύχουμε λήψη.
Οι δυνατότητες λήψης μιας περιοχής περιγράφονται σε γενικές γραμμές με τα ιχνοδιαγράμματα των δορυφόρων, τα οποία δείχνουν τις ζώνες κάλυψης των δεσμών των δορυφόρων αποτυπωμένες σε ειδικούς χάρτες και ξεχωριστά για τις διάφορες δέσμες εκπομπής των δορυφόρων. Η «ποσότητα σήματος» που δεχόμαστε καθορίζει με την σειρά της την ελάχιστη διάμετρο δορυφορικού πιάτου που πρέπει να χρησιμοποιήσουμε ώστε να πετύχουμε άριστη λήψη των δορυφορικών καναλιών της συγκεκριμένης δέσμης στο 99.9% του χρόνου.
Σαν να μην έφτανε αυτό, δεκάδες άλλοι αστάθμητοι παράγοντες μπορούν να επηρεάσουν λίγο ή πολύ το επίπεδο λήψης με αποτέλεσμα ακόμη και δύο ίδια πιάτα με ίδια LNB που στοχεύουν τον ίδιο δορυφόρο από την ίδια ταράτσα…. να μην έχουν ίδια ακριβώς λήψη! Παρόλα αυτά σε γενικές γραμμές για το μεγαλύτερο μέρος της χώρας (πλην των πολύ ΝΑ περιοχών) ένα πιάτο 1.2μ καλύπτει τις περισσότερες απαιτήσεις, με εξαίρεση πολύ ειδικές περιπτώσεις. Στους πίνακες του περιοδικού στις πίσω σελίδες δίνουμε «ενδεικτικές» διαμέτρους πιάτων για λήψεις όλων των δεσμών των ορατών δορυφόρων στην μπάντα ku και μάλιστα τις περισσότερες φορές συνιστούμε διάμετρο μεγαλύτερη από την ελάχιστη απαιτούμενη για λόγους «ασφαλείας». Δυστυχώς σε αρκετές περιπτώσεις λήψεων σε περιοχές που βρίσκονται εκτός του επίσημου ιχνοδιαγράμματος το επίπεδο σήματος εμφανίζει σημαντικές ημερήσιες διακυμάνσεις (ακόμη και εποχιακές), ενώ άλλοτε εμφανίζονται καλύτερες λήψεις σε περιοχές που βρίσκονται πιο μακριά από άλλους που βρίσκονται πιο κοντά στην τελευταία γραμμή του ιχνοδιαγράμματος. Τέτοια φαινόμενα μπορεί να οφείλονται σε κατασκευαστικές μικροατέλειες των πάνελ εκπομπής των δορυφόρων, σε ηθελημένη μετατόπιση της δέσμης που δεν προβλέπεται στο ιχνοδιάγραμμα, σε αυξομειώσεις τις ισχύος εκπομπής των πομπών (τα ηλιακά πάνελ που παράγουν την ενέργεια δεν φωτίζονται όλη την ημέρα ) και στις μικρομετακινήσεις των ίδιων των δορυφόρων σε ημερήσια βάση.
Στα παραπάνω μπορούμε να προσθέσουμε σωρεία ακόμη παραγόντων που επηρεάζουν την λήψη:
Το πόσο σωστά έγινε η εγκατάσταση του πιάτου, επιτρέποντας τέλεια σκόπευση του δορυφόρου (σε κινητό θα μετρήσει και η σωστή ρύθμιση του τόξου, που γίνεται δυσκολότερη όσο μεγαλώνει το πιάτο).
Στην σωστή τοποθέτηση του LNB. Με τα universal που χρησιμοποιούνται σήμερα στο 99% των εγκαταστάσεων, δεν είναι εφικτή η μικρορύθμιση της πόλωσης. Σε κινητή λήψη με ευρύ τόξο οι επιπτώσεις αυτού του γεγονότος είναι αναπόφευκτες, καθώς τα κάθετα και οριζόντια επίπεδα μακρινών δορυφόρων θα διαφέρουν αισθητά μεταξύ τους και το σήμα που θα λαμβάνεται σε ορισμένους θα είναι μειωμένο ή μπορεί να υπάρχουν και παρεμβολές από την αντίθετη πόλωση, καθώς δεν θα ταυτίζεται το οριζόντιο ή κάθετο του δορυφόρου με το λαμβανόμενο από το LNB.
Στις ημερήσιες αποκλίσεις των δορυφόρων (παράγοντας σημαντικός κυρίως σε παλιούς δορυφόρους που περιφέρονται πάνω ή κάτω από την κανονική τους τροχιακή θέση και που επηρεάζει κυρίως τα μεγάλα πιάτα που έχουν στενό εύρος δέσμης).
Στα ίδια τα LNB που μπορεί να έχουν διαφορετικό βαθμό θορύβου σε διάφορες συχνότητες, διαφορετική ενίσχυση, διαφορετικό θόρυβο φάσης και καλύτερο ή χειρότερο διαχωρισμό πόλωσης. Ακόμη και 2 ίδια LNB να τοποθετήσετε στο ίδιο πιάτο και με την ίδια ακριβώς στροφή… θα διαπιστώσετε διαφορές στις οριακές λήψεις!
Στις καιρικές συνθήκες, που παίζουν σημαντικό ρόλο στην διάδοση του σήματος. Οι καλύτερες λήψεις εμφανίζονται τις σχετικά ψυχρές μέρες με καθαρό ουρανό και οι χειρότερες το καλοκαίρι με υψηλές θερμοκρασίες ή όταν υπάρχει έντονη βροχόπτωση.
Σε άλλες εξωτερικές αιτίες (θόρυβος εδάφους, κοσμικές ακτινοβολίες, ισημερίες ή παρεμβολές από επίγειες μεταδόσεις).
Στην απολαβή του πιάτου λήψης. Δύο πιάτα ιδίων διαστάσεων και κατασκευής έχουν διαφορετική ποιότητα και δεν αποδίδουν απαραίτητα το ίδιο. Επίσης, με ίδιες διαστάσεις, τα πιάτα τύπου offset έχουν μεγαλύτερη απολαβή από τα prime focus (κεντρικής εστίασης), στα οποία η θέση του συνόλου χοάνης-LNB σκιάζει το λαμβανόμενο σήμα και μειώνει την απολαβή. Η διαφορά μεταξύ τους όμως μικραίνει στους ακραίους δορυφόρους, καθώς τα πιάτα offset «κοιτάζοντας» περισσότερο προς τα κάτω, δέχονται περισσότερο θόρυβο εδάφους! Στην μπάντα C τα πράγματα αντιστρέφονται υπέρ του πιάτου κεντρικής εστίασης, καθώς εδώ μετράει πιο πολύ το εμβαδόν της ανακλαστικής επιφάνειας.
Ένα πιάτο χτυπημένο, με ανωμαλίες στην επιφάνειά του, θα έχει μικρές ή μεγάλες απώλειες απολαβής. Ένα πιάτο διαιρούμενο θα αποδίδει λιγότερο από ένα πλήρες (ανάλογα με το πόσο τέλεια γίνεται η συναρμογή των κομματιών), ενώ ένα πιάτο τρυπητό (τύπου mesh) θα έχει αισθητά μικρότερη απολαβή στην μπάντα Ku.
Να μη ξεχάσουμε φυσικά και το πολύ σημαντικό ομοαξονικό καλώδιο! Σε αποστάσεις μεγαλύτερες από 35μ ένα κακό καλώδιο μπορεί να εμφανίσει απώλειες (ειδικά στις υψηλές συχνότητες), αλλά και σε πολύ μικρές αποστάσεις ένα πολύ καλό καλώδιο και ένα LNB υψηλής ενίσχυσης μπορεί να δώσουν υπερβολικό σήμα και… να μπουκώσουν τον δέκτη! Διάφορα διακοπτάκια που παρεμβάλλονται στο καλώδιο έχουν επίσης απώλειες και εισάγουν θόρυβο.
Στον ίδιο πομπό δορυφόρου, σε ψηφιακή λήψη, τα κανάλια λαμβάνονται σαφώς ευκολότερα, όταν εκπέμπουν με μικρότερο FEC. Η διαφορά σε οριακές λήψεις είναι πράγματι τεράστια! Αν λαμβάνετε οριακά με 1.2μ πακέτο ή κανάλι SCPC που χρησιμοποιεί FEC 1/2, μπορεί να χρειαστείτε 1.6μ για να λάβετε σωστά τον ίδιο πομπό, αν το FEC γίνει 7/8!
Επίσης ευκολότερα θα λάβετε τα MCPC από τα SCPC κανάλια με ίδια ισχύ, κυρίως γιατί οι δέκτες δυσκολεύονται περισσότερο να κλειδώσουν στα χαμηλά Symbol Rate (γι αυτό και συχνά αργούν να σας ανοίξουν).
Τελευταίος σημαντικός παράγοντας…ο ίδιος ο δέκτης και δη η ευαισθησία του, δηλαδή η ικανότητά του να κλειδώνει σε συχνότητες με μικρότερο λόγο σήματος προς θόρυβο και να παραβλέπει «λάθη» στην λήψη ψηφιακών πακέτων εκπομπής που φτάνουν στο πιάτο. Με τις πρόσφατες μεταδόσεις σε DVB-S2 παρατηρήσαμε μάλιστα μία μεγαλύτερη δυσκολία στην λήψη τους από τους περισσότερους δέκτες σε σύγκριση με εκπομπές σε DVB-S στην ίδια δέσμη εκπομπής.
Λαμβάνοντας υπόψη όλα τα παραπάνω καταλαβαίνετε φαντάζομαι πόσο δύσκολο είναι στην χώρα μας να δώσουμε έστω και μία τάξη μεγέθους για την ελάχιστη απαιτούμενη διάμετρο λήψης πολλών Ευρωπαϊκών δορυφόρων ή δεσμών που δεν μας καλύπτουν επαρκώς!
Παρόλα αυτά και επειδή πολλοί αναγνώστες μας ρωτάτε συνεχώς γι αυτά, αν και δημοσιεύουμε ενδεικτικές διαστάσεις πιάτων για λήψεις στους πίνακες και …παρά την μεγάλη δυσκολία συλλογής αντικειμενικών πληροφοριών για όλη την Ελλάδα, θα κάνουμε μία προσπάθειακαταγραφής των όσων γνωρίζουμε μέχρι σήμερα για την λήψη διάφορων δορυφόρων μπάντας Ku που ενδιαφέρουν.
Για τον σκοπό αυτό θα πρέπει ακόμη να διευκρινίσουμε πως μέχρι την διάσταση 1.8μ θα εννοούμε πιάτα τύπου offset και από 2,4μ και άνω παραβολικά. Το πιάτο offset 1.25x1.40 θα το ορίζουμε ως 1.25μ, όπως είναι το σωστό αν και οι πωλητές τα πωλούν ως 1.4μ! Χοντρικά το offset 1.8μ αντιστοιχεί στα ποιοτικά πιάτα 1.85x1.95… και όχι στα κατώτερα 1.65x1.75 που πωλούνται συνήθως για 1,8μ και η απολαβή του πρώτου μπορεί άνετα να αντιστοιχιστεί με πιάτο 2.20μ παραβολικό, ενώ του δεύτερου θα την αντιστοιχίζαμε περίπου με 1.90 κεντρικής εστίασης.
Δεδομένου ότι δεν έχει νόημα να αναλύσουμε διεξοδικά την λήψη των εύκολων δορυφόρων (ή εύκολων δεσμών) θα αναφερθούμε αποκλειστικά στις δέσμες δύσκολης λήψης των δορυφόρων της μπάντας Ku, δημοσιεύοντας το επίσημο ιχνοδιάγραμμά τους και σχολιάζοντας την λήψη τους στην πράξη στις διάφορες περιοχές της χώρας, από όσο είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε από τις αναφορές λήψης που έχουμε υπόψη μας.