Ορολογία ψηφιακής φωτογραφίας και Pc.

V

VIDEOMIX

Guest
A/D converter: Αναλογικοψηφιακός μετατροπέας. Συνήθως είναι ένα ολοκληρωμένο κύκλωμα (chip), που μετατρέπει αναλογικό σήμα σε ψηφιακό. Υπάρχει στα scanner, ψηφιακές φωτογραφικές μηχανές, κάρτες οθόνης, κλπ.

APS: Την άνοιξη του 1996 εισάγεται στην αγορά το Advanced Photo System (APS) ή Προηγμένο Φωτογραφικό Σύστημα. Η βάση του είναι ένα νέο film το οποίο δε χρησιμοποιείται μόνο σαν οπτικό μέσο λήψης, αλλά παράλληλα αποθηκεύει σε μία μαγνητική επίστρωση στοιχεία γι' αυτόν που θα το επεξεργαστεί καθώς και πληροφορίες που επιθυμεί ο φωτογράφος να αποτυπωθούν στο πίσω μέρος της φωτογραφίας. Ο κώδικας DX αντικαθίσταται στο APS με τον κώδικα IX, ενώ η τεχνολογία βελτίωσης της εκτύπωσης (PQI) δίνει ένα σημαντικό πλεονέκτημα στο νέο film. Επίσης στην κασέτα του film υπάρχει μία ειδική ένδειξη που δίνει πληροφορίες: α) αν το film είναι αχρησιμοποίητο β) μερική έκθεση του film γ) πλήρης έκθεση του film δ) αν το film είναι εμφανισμένο. Το film είναι 20% μικρότερο από το κλασσικό film των 35 mm και χρησιμοποιείται με φωτογραφικές μηχανές reflex, compact και μηχανές μίας χρήσης ειδικά σχεδιασμένες για το σύστημα APS. Διατίθεται σε πόζες των 15, 25 και 40. Λόγω του μικρού μεγέθους του αρνητικού (16x30) δίνεται η δυνατότητα σχεδιασμού μηχανών μικρότερων σε όγκο. Οι περισσότερες APS μηχανές διαθέτουν σύστημα φόρτωσης Droping Loading το οποίο αποκλείει την πιθανότητα λάθους ακόμα και κατά την εμφάνιση του film αφού ξανατυλίγεται στην αρχική του κασέτα που το προστατεύει από γρατσουνιές και δακτυλικά αποτυπώματα. Το σύστημα APS δίνει τη δυνατότητα επιλογής 3 μεγεθών φωτογραφίας: High Vision 8.9x15.8 cm, Panorama 8.9x25.4 cm και Classic 8.9x12.7 cm. Ενώ το σύστημα mid-rol change δίνει τη δυνατότητα αφαίρεσης του film ανά πάσα στιγμή, χωρίς να είναι απαραίτητη η πλήρης έκθεσή του. Η βάση του film είναι από polyethylene naphtalate (PEN) που δίνει το πλεονέκτημα της μεγαλύτερης αντοχής. Τέλος επειδή οι διαστάσεις του film είναι μικρότερες, διαφοροποιείται η εστιακή απόσταση από τα film 24x36 mm.
Background color: Χρώμα φόντου. Το χρώμα που εφαρμόζεται όταν χρησιμοποιείτε το Σβηστήρα, όταν μεγαλώνετε τον καμβά, ή όταν μετακινείτε μία επιλογή στο Φόντο μίας εικόνας.
BIT: Από των αγγλικών λέξεων BInary digiT. Η μικρότερη μονάδα πληροφορίας στον υπολογιστή. Είναι είτε 1 είτε 0 . Αντιπροσωπεύει Δε τις δύο εναλλακτικές καταστάσεις των ηλεκτρικών κυκλωμάτων (ανοιχτό – κλειστό). Τα προγράμματα των ηλεκτρονικών υπολογιστών είναι γραμμένα σε διάφορες γλώσσες υψηλού επιπέδου (C++, Cobol, Visual basic, Delphi, κλπ.), που στον πυρήνα τους ανάγονται σε γλώσσα μηχανής, υπάρχουν Δε ειδικά μεταφραστικά προγράμματα compilers που αναλαμβάνουν τη μετατροπή ανάμεσα στη γλώσσα υψηλού επιπέδου και τη γλώσσα μηχανής.

Bitmap: Οι ψηφιοποιημένες εικόνες ονομάζονται και bitmaps, που ουσιαστικά είναι ψηφιδωτά από pixels. Τα pixels περιέχουν πληροφορίες σχετικά με το χρώμα.. Όλα τα pixels μαζί σχηματίζουν την ψηφιοποιημένη εικόνα.

Bitmap: Ψηφιογραφικό. Η εμφάνιση μίας εικόνας στην οθόνη του υπολογιστή μέσω γεωμετρικής χαρτογράφησης μίας στρώσης pixel σε ένα ορθογώνιο πλέγμα. Στο Photoshop, ο όρος αναφέρεται και σε μία μονοκαναλική κατάσταση που αποτελείται από λευκά και μαύρα pixel.
Calibration χρώματος: Διαδικασία ταιριάσματος της απόδοσης των χρωμάτων ανάμεσα στις συσκευές εισόδου και εξόδου του υπολογιστή.

Calibration: διαδικασία ταιριάσματος του scanner ως προς την ειδική καρτέλα calibration που υπάρχει στο εγχειρίδιο χρήσης του.
CCD: Από τα αρχικά των λέξεων Charged Couple Device. Φωτοευαίσθητα στοιχεία που μετατρέπουν σε ηλεκτρικό φορτίο το φως. Χρησιμοποιούνται στις ψηφιακές φωτογραφικές μηχανές και τα scanner. Ακόμη βρίσκουν εφαρμογές στους αισθητήρες των autofocus reflex και στα camcorders.
Color correction: Διόρθωση χρωμάτων. Η ρύθμιση των χρωμάτων μίας εικόνας ώστε να μοιάζει με το πρωτότυπο καλλιτέχνημα ή φωτογραφία. Η διόρθωση χρωμάτων για να προετοιμαστεί η εκτύπωση διαχωρισμών γίνεται συνήθως σε κατάσταση CMYK Color.

Compression: Συμπίεση. Τεχνική η οποία μειώνει το χώρο που καταλαμβάνουν τα δεδομένα στο σκληρό δίσκο ή σε άλλα αποθηκευτικά μέσα. Διακρίνουμε ανάμεσα στις μη απολεστικές (non lossy) και τις απολεστικές (lossy) μεθόδους συμπίεσης. Οι πρώτες ανακτούν ολόκληρα τα πληροφοριακά περιεχόμενα μετά την αποσυμπίεση και είναι κατάλληλες για αρχεία προγραμμάτων, κείμενα, DTP, κλπ. Οι απολεστικές μέθοδοι εφαρμόζονται μόνο σε αρχεία εικόνων ή ήχων επιφέροντας μια υπαρκτή μεν αλλά όχι ενοχλητική υποβάθμιση της ποιότητας. Κλασικά παραδείγματα είναι τα .zip, .lkw, .arj για την πρώτη κατηγορία και το .jpg για την δεύτερη.
 

V

VIDEOMIX

Guest
Crop: Ξάκρισμα. Περικοπή τμήματος μίας εικόνας.

Descreen: (η απάντηση στο απαίσιο moiré).Αν σαρωθεί (σκαναρισθεί) μια φωτογραφία από περιοδικό, διαφημιστικό φυλλάδιο ή ακόμα χειρότερα από εφημερίδα, τότε εμφανίζονται στην εικόνα σχέδια που μοιάζουν με ψαροκόκαλο ή πολύ χονδρό κόκκο. Τα μοτίβα αυτά είναι γνωστά σαν moiré (μουαρέ) και οφείλονται στο ότι οι εικόνες αυτές δεν είναι συνεχών τόνων όπως οι φωτογραφικές αλλά έχουν αναπαραχθεί λιθογραφικά, με κουκκίδες (raster). Εν προκειμένω η ανάλυση μετρείται σε γραμμές / ίντσα (lpi) και ονομάζεται "screen frequency". Τυπικές τιμές αυτής της ανάλυσης είναι 80 Ιpi για τις εφημερίδες, 133-150 lpi για περιοδικά και καταλόγους, και 175-200 lpi για βιβλία τέχνης και ειδικές εκδόσεις. Το moiré παρατηρείται πιο συχνά σε σάρωση φωτογραφίας σε γυαλιστερό χαρτί, ενώ στο mat αποτελεί τον κανόνα. Ένας τρόπος για να αποφευχθεί η ενοχλητική παρουσία του moiré είναι να επιλεγεί η λειτουργία descreen από τον TWAIN driver· που συνοδεύει το scanner. Οι περισσότερο επαγγελματικές εφαρμογές επιτρέπουν την ακριβή επιλογή των lpi του descreen και διευκολύνουν τον πειραματισμό για καλύτερα αποτελέσματα. Αντίθετα στις απλούστερες εφαρμογές οι οποίες απευθύνονται σε περιβάλλον γραφείου, απλά γίνεται να καθορισθεί ότι το πρωτότυπο είναι εφημερίδα, γυαλιστερή εικόνα ή κάτι άλλο. Ουσιαστικά η χρήση της λειτουργίας descreen, αυξάνει την ανάλυση με την οποία πραγματοποιείται η σάρωση και η οποία κατόπιν μειώνεται με λογισμικό. Ο χρόνος σάρωσης φυσικά αυξάνει, ενώ είναι δυνατόν να παρατηρηθεί ένα μικρό θόλωμα στην τελική εικόνα. Εμπειρικά, γίνεται να μειωθεί το moiré, τοποθετώντας κάτω από το πρωτότυπο ένα φύλλο διαφάνειας (ζελατίνας) inkjet ή περιστρέφοντας το κατά δύο τρεις μοίρες.
Exposure latitude: Εύρος έκθεσης. Όρος δανεισμένος από τη συμβατική φωτογραφία, αφορά την ιδιότητα του φιλμ να «ανέχεται» σφάλματα υπο / υπερέκθεσης, διατηρώντας αποδεκτή απόδοση της ωφέλιμης πυκνότητας. Οι αισθητήρες CCD συγχωρούν αποκλίσεις της τάξης των 2 stop, πάνω κάτω, επειδή διαθέτουν πολύ ικανοποιητικά χαρακτηριστικά δυναμικής περιοχής.
Foreground color: Χρώμα προσκηνίου. Το χρώμα που εφαρμόζεται όταν χρησιμοποιείτε ένα εργαλείο ζωγραφικής, δημιουργείτε κείμενο, ή δίνετε μια εντολή διαπλάτυνσης.

Gamma correction: Η gamma correction, είναι μια μαθηματική καμπύλη που περιέχει πληροφορίες για τη φωτεινότητα και το contrast μιας εικόνας. Μέσω του gamma correction μπορείτε επίσης να αλλάξετε το contrast και τη φωτεινότητα διαφόρων περιοχών μιας εικόνας.

Gamma: Η σχέση ανάμεσα σε στοιχεία εισόδου μιας ψηφιοποιημένης εικόνας και στοιχείων απεικόνισης σε μόνιτορ. Ουσιαστικά αναφέρεται στο contrast μιας απεικόνισης. Επειδή το ανθρώπινο μάτι παρουσιάζει μικρότερη ευαισθησία σε αυξομειώσεις φωτεινότητας σε υψηλά επίπεδα φωτισμού παρά σε χαμηλά και τα μόνιτορ αντιδρούν διαφορετικά, οι διορθώσεις του gamma ακριβώς ρυθμίζουν αυτές τις ασυμβατότητες.
Indexed color: Επίλεκτα Χρώματα. Στο Photoshop, μία κατάσταση χρωμάτων όπου υπάρχει μόνο ένα κανάλι και ένας πίνακας χρωμάτων με μέχρι 256 χρώματα. Όλα τα χρώματα μίας εικόνας σε κατάσταση Indexed Color εμφανίζονται στην αντίστοιχη παλέτα Colors - σε αντίθεση με όλες τις άλλες έγχρωμες καταστάσεις.

ISO ευαισθησία: Ισοδύναμη ευαισθησία του αισθητήρα CCD σύμφωνα με το πρότυπο (για φιλμ) του Διεθνούς Οργανισμού Τυποποίησης (International Standards Organization).


JPEG compression: Συμπίεση JPEG. (Join Ρhotographic Experts Group) Μία μέθοδος συμπίεσης αρχείων στο Photoshop, που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τη μείωση του μεγέθους αρχείου αλλά μπορεί να προκαλέσει και υποβάθμιση της εικόνας εξαιτίας της απώλειας δεδομένων.

JPEG: Joint Photographic Experts Group. Φόρμα συμπιεσμένου φωτογραφικού αρχείου με μεταβλητό λόγο ‘απωλεστικής' συμπίεσης. Χρησιμοποιείται απ' όλα τα προγράμματα επεξεργασίας εικόνας και διαθέτει συμβατότητα με πλατφόρμα Mac & PC.

MPEG: Motion Picture Expert Group. Είδος συμπίεσης για video, audio και animation.


Pixel: Εικονοστοιχείο. Μία από τις μεμονωμένες κουκκίδες που χρησιμοποιούνται για την εμφάνιση μίας εικόνας στην οθόνη ενός υπολογιστή.

Posterize: Ποστεροποίηση ή Μείωση χρωμάτων. Δημιουργία ειδικού εφέ σε μία εικόνα, με τη μείωση του αριθμού των διαβαθμίσεων του γκρίζου ή των χρωμάτων σε συγκεκριμένη - συνήθως χαμηλή - τιμή.
 

V

VIDEOMIX

Guest
RAM: (Random Access Memory - Μνήμη Τυχαίας Προσπέλασης). Η μνήμη συστήματος ενός υπολογιστή που χρησιμοποιείται για την εκτέλεση μίας εφαρμογής, την επεξεργασία πληροφοριών, και για προσωρινή αποθήκευση.

RAM: Random Access Memory. Μνήμη τυχαίας προσπέλασης. Ολοκληρωμένα κυκλώματα IC με δυνατότητα προσωρινής καταχώρησης δεδομένων που χάνονται όταν διακοπεί η παροχή τάσης. Οι σύγχρονες μνήμες βγαίνουν σε διάφορους τύπους και ταχύτητες. Πιο δημοφιλείς αυτή τη στιγμή είναι οι διαμορφώσεις μνήμης SDRAM σε αρθρώματα DIMM 168 επαφών. Μνήμη RAM διαφορετικού τύπου χρησιμοποιούν οι κάρτες οθόνης.

RGB χρωματικός χώρος: Τα τρία βασικά χρώματα, δηλαδή το κόκκινο, το πράσινο και το μπλε. Αν συνδυαστούν σε ίσες ποσότητες, θα παραχθεί άσπρο χρώμα.

RG B:Από τα αρχικά Red Green Blue. Εκφράζει το προσθετικό χρωματικό μοντέλο όπου το λευκό προκύπτει από συνδυασμό ίσων ποσοτήτων από τα τρία συγκεκριμένα βασικά χρώματα. Ανάμειξη αυτών των τριών χρωμάτων μπορεί να δώσει όλες τις ενδιάμεσες χροιές στην παλέτα των φυσικών χρωμάτων (έχει βρεθεί ότι μπορεί να είναι μέχρι 16,7 εκ. χροιές). Το σύστημα RGB χρησιμοποιείται στα μόνιτορ. Οι εκτυπωτές αντίθετα εργάζονται στο αφαιρετικό σύστημα CMYK.

RGB: Χρώμα που παράγεται από προβαλλόμενο φως. Όταν συνδυάζεται καθαρό Κόκκινο, Πράσινο, και Μπλε φως (τα προσθετικά πρωτεύοντα), όπως σε ένα μόνιτορ υπολογιστή, παράγεται άσπρο. Στο Photoshop, RGB color είναι μία κατάσταση εικόνας τριών καναλιών.
Scan: Σάρωση. Ψηφιοποίηση μίας διαφάνειας, εικόνας, ή άλλου σχεδίου με τη βοήθεια scanner και λογισμικού σάρωσης, ώστε να μπορεί να εμφανιστεί, να υποστεί επεξεργασία, και να αποτελέσει έξοδο από υπολογιστή.

S-RAM: Static RAM. Στατική RAM. Το πιο ακριβό είδος RAM που χρησιμοποιείται ως μνήμη cache σε επεξεργαστές και παλιότερα σε motherboard ως cache β΄ επιπέδου.
TFT σκόπευτρο: Thin-Film-Transistor. Τεχνολογία έγχρωμης οθόνης που αναφέρεται και ως active matrix (ενεργού μήτρας). Σε πολλές ψηφιακές compact αντί για το κλασσικό οπτικό σκόπευτρο ενσωματώνεται μία οθόνη υγρών κρυστάλλων TFT. Η απεικόνιση μπορεί να είναι χαμηλής ανάλυσης, αντιστοιχεί όμως με ακρίβεια στο τελικό κάδρο. Δίνει την δυνατότητα αναπαραγωγής των αποθηκευμένων στην μνήμη λήψεων.
TIFF: Tag Image File Format. Το πιο δημοφιλές και διαδεδομένο φορμά ψηφιοποίησης αρχείων εικόνας. Υποστηρίζεται από όλα σχεδόν τα προγράμματα επεξεργασίας εικόνας αποτελώντας de facto στάνταρ.

Eυχαριστώ την ένωση φωτογράφων για αρκετά απο τα σοιχεία που παραθέτω.
 


Staff online

  • abcd
    Πρώην Διοικητής ο τροπαιοφόρος
  • spylab
    Shalom

ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΑ

Threads
171.592
Μηνύματα
2.865.195
Members
37.933
Νεότερο μέλος
alkapsal
Top