- Μηνύματα
- 29.083
- Reaction score
- 23.116
Νέα στοιχεία για μια από τις σημαντικότερες ταινίες του ελληνικού κινηματογράφου
16.11.2015
Σκηνή από την "Ευδοκία"
«Όταν με γνώρισε ο Αλέξης Δαμιανός, έμενα στη Νέα Ερυθραία. Ήμουν 21 ετών. Ήταν κάτι μήνες που είχα απολυθεί από τον στρατό. Είχα υπηρετήσει μόνο έναν χρόνο, ως προστάτης, γιατί ο πατέρας μου είχε πεθάνει πριν από κάτι χρόνια. Την πρώτη φορά που με είδε ο Αλέξης ήταν σε έναν καβγά στον οποίο είχα εμπλακεί, αλλά εγώ ούτε τον είχα δει ούτε τον γνώριζα.
Χρειαζόμουν χρήματα και είχα αρχίσει να δουλεύω σε οικοδομή μέχρι να ξεκινήσω τη δουλειά που πάντα ήθελα, τη θάλασσα και τα καράβια. Έπρεπε να πάω να πάρω τα χρήματα της εφεδρείας που δεν ήταν και λίγα, περίπου 14.000 δρχ. Ήταν η τελευταία μέρα, αλλιώς θα τα έχανα. Ο εργολάβος στράβωσε γιατί η δουλειά του θα έμενε πίσω και του υποσχέθηκα ότι θα έστελνα κάποιον άλλο την ημέρα της απουσίας μου. Πήγα σ’ ένα καφενείο, εκεί στην Ερυθραία όπου σύχναζαν άνθρωποι της δουλειάς, βρήκα κάποιον και τον ρώτησα αν μπορούσε να με αναπληρώσει την επομένη κι εγώ θα του έδινα διπλό το μεροκάματο. Συμφώνησε. Τη μεθεπομένη που ξαναπήγα στη δουλειά ο εργολάβος θεώρησε ότι τον είχα κοροϊδέψει για την αντικατάστασή μου, και μάλιστα με είπε “αλήτη”. Είναι η λέξη που η πάστα μου δεν τη σηκώνει με τίποτα, αλλά μεγάλος άνθρωπος ήταν, τι να του κάνεις, να τον βρίσεις, να τον χτυπήσεις; Έτσι μπουρλότο που ήμουν πήγα πάλι στο καφενείο μήπως ήταν εκεί ο άλλος. Πράγματι, ήταν μέσα κι έπαιζε χαρτιά. Τον πλησιάζω και του λέω: “Αφού δεν ήθελες να πας, γιατί με εξέθεσες;». Εκείνος μου απαντάει με όλη εκείνη τη μαγκιά που σιχαίνομαι, και είναι σαν κόκκινο πανί για μένα, και για δεύτερη φορά ακούω τη λέξη “αλήτης”. Τον σβέρκωσα, τον τράβηξα έξω από το καφενείο και του έδωσα το πρώτο γερό χαστούκι. Είχα χάσει τον έλεγχο και δεν ξέρω κι εγώ πώς θα αντιδρούσα στη συνέχεια. Όμως τριγύρω υπήρχε κόσμος που τον γνώριζε, μαζεύτηκαν όλοι οι ψευτονταήδες. Πρώτος και καλύτερος ένα θηρίο, και γύρω του καμιά 30ριά άτομα εναντίον μου. Είδα τότε ένα μηχανάκι εκεί και τους είπα “μην τολμήσετε να πλησιάσετε, γιατί θα σας χτυπήσω με τη μηχανή”. Άρχισαν να με πλησιάζουν, σήκωσα τη μηχανή, τους την πέταξα κι έτσι έφυγαν. Δεν ήξερα, βέβαια ότι κάπου εκεί, πηγαίνοντας σπίτι του με το αυτοκίνητο, είχε σταματήσει ο Αλέξης και είχε παρακολουθήσει όλο αυτό το σκηνικό.
Η Μαρία ήταν ένα γελαστό παιδί, μέσα στη ζωντάνια, με μεσογειακό ταπεραμέντο κι εμφάνιση αλλά και με συνήθειες αγγλικές. Ένα περίεργο κράμα, που της έδινε γοητεία.
Με πλησίασε και με ρώτησε αν θα με ενδιέφερε να παίξω στον κινηματογράφο, αλλά ήμουν διστακτικός. “Μα, δεν είμαι ηθοποιός”, του είπα κι εκείνος απάντησε, “θα σε κάνω εγώ”. Μέχρι να αποφασίσει για τον ρόλο του λοχία είχε δει αρκετούς, αναγνωρισμένους στον χώρο του κινηματογράφου, όπως και άτομα που δεν είχαν σχέση με τον χώρο, όπως εγώ. Του πήρε λίγο χρόνο να αποφασίσει για τον ρόλο και κάποια στιγμή άρχισε να μου στέλνει μηνύματα να συναντηθούμε. Προφανώς, είχε πλέον αποφασίσει. Τότε, όμως, δεν έδωσα ιδιαίτερη σημασία, μέχρι που ήρθε και με βρήκε ο ίδιος στη δουλειά μου και μου είπε να ξεκινήσουμε. Η δυσκολία στην επιλογή του λοχία ίσως ήταν η ηλικία. Εγώ ήμουν πολύ πιο κοντά ηλικιακά στον ρόλο. Σε μία από τις τελευταίες μας συζητήσεις, η Άρτεμις Καπασακάλη, η γυναίκα του, μου είπε ότι αν ταίριαζε ηλικιακά τότε, ο Αλέξης θα έκανε ο ίδιος τον ρόλο.
Συναντηθήκαμε σπίτι του. Τότε γνώρισα την οικογένειά του και μου είπε για τον ρόλο που με ήθελε. Διάβασε αρκετά αποσπάσματα από το σενάριο και μου εξήγησε πώς είχε στο μυαλό του αυτή την ταινία. Το σενάριο ήταν αυτό που έλεγε ο Χρήστος Ζορμπάς, μια αγιογραφία που δεν σου άφηνε περιθώρια παρερμηνείας για την ποιότητά του κι αυτά τα χαρακτηριστικά που κάνουν κάτι ξεχωριστό.
Σκηνή από την "Ευδοκία"
Η επιλογή για τον ρόλο της Ευδοκίας τον δυσκόλεψε σε ακόμα μεγαλύτερο βαθμό, σε σημείο που απογοητευόταν ότι δεν θα έβρισκε αυτό που ήθελε – του πήρε μήνες. Είχαν περάσει πάρα πολλές Ευδοκίες από ακρόαση, μέχρι που η Άρτεμις γνώρισε τη Μαρία στην Αγγλία και την έφερε μαζί της. Εγώ ήδη έμενα στο σπίτι τους, γιατί αυτό ήταν μέσα στους όρους του, το ίδιο και η Μαρία αργότερα, την οποία συνάντησα αμέσως μόλις ήρθε με την Άρτεμη σπίτι. Στην κυριολεξία ήμασταν πλέον σαν εσώκλειστοι σε μια σχολή. Η Μαρία ήταν ένα γελαστό παιδί, μέσα στη ζωντάνια, με μεσογειακό ταπεραμέντο κι εμφάνιση αλλά και με συνήθειες αγγλικές. Ένα περίεργο κράμα, που της έδινε γοητεία.
Οι προφορικές πρόβες κράτησαν έξι μήνες κι άλλους έξι οι πρόβες με κίνηση. Δεν μπορώ να μην αναγνωρίσω τη βοήθεια του Νίκου Ζερβού στις προφορικές πρόβες και στην έκφραση. Πέρασα μαζί του αμέτρητες ώρες. Ήταν δεύτερος βοηθός σκηνοθέτη, πρώτος ήταν ο Λάκης Παπαστάθης. Ο Νίκος, για τον οποίο ήταν η πρώτη επαφή με τη σκηνοθεσία, αποδείχθηκε ακούραστος και υπομονετικός μαζί μου. Τις πρόβες κίνησης τις ανέλαβε αποκλειστικά ο Αλέξης. Με ποια λογική μού δίδαξε τον ρόλο κι αν ήταν αυτό που οραματιζόταν από τον σωματότυπό μου, δεν το ξέρω.
Σκηνή από την "Ευδοκία"
16.11.2015
Σκηνή από την "Ευδοκία"
«Όταν με γνώρισε ο Αλέξης Δαμιανός, έμενα στη Νέα Ερυθραία. Ήμουν 21 ετών. Ήταν κάτι μήνες που είχα απολυθεί από τον στρατό. Είχα υπηρετήσει μόνο έναν χρόνο, ως προστάτης, γιατί ο πατέρας μου είχε πεθάνει πριν από κάτι χρόνια. Την πρώτη φορά που με είδε ο Αλέξης ήταν σε έναν καβγά στον οποίο είχα εμπλακεί, αλλά εγώ ούτε τον είχα δει ούτε τον γνώριζα.
Χρειαζόμουν χρήματα και είχα αρχίσει να δουλεύω σε οικοδομή μέχρι να ξεκινήσω τη δουλειά που πάντα ήθελα, τη θάλασσα και τα καράβια. Έπρεπε να πάω να πάρω τα χρήματα της εφεδρείας που δεν ήταν και λίγα, περίπου 14.000 δρχ. Ήταν η τελευταία μέρα, αλλιώς θα τα έχανα. Ο εργολάβος στράβωσε γιατί η δουλειά του θα έμενε πίσω και του υποσχέθηκα ότι θα έστελνα κάποιον άλλο την ημέρα της απουσίας μου. Πήγα σ’ ένα καφενείο, εκεί στην Ερυθραία όπου σύχναζαν άνθρωποι της δουλειάς, βρήκα κάποιον και τον ρώτησα αν μπορούσε να με αναπληρώσει την επομένη κι εγώ θα του έδινα διπλό το μεροκάματο. Συμφώνησε. Τη μεθεπομένη που ξαναπήγα στη δουλειά ο εργολάβος θεώρησε ότι τον είχα κοροϊδέψει για την αντικατάστασή μου, και μάλιστα με είπε “αλήτη”. Είναι η λέξη που η πάστα μου δεν τη σηκώνει με τίποτα, αλλά μεγάλος άνθρωπος ήταν, τι να του κάνεις, να τον βρίσεις, να τον χτυπήσεις; Έτσι μπουρλότο που ήμουν πήγα πάλι στο καφενείο μήπως ήταν εκεί ο άλλος. Πράγματι, ήταν μέσα κι έπαιζε χαρτιά. Τον πλησιάζω και του λέω: “Αφού δεν ήθελες να πας, γιατί με εξέθεσες;». Εκείνος μου απαντάει με όλη εκείνη τη μαγκιά που σιχαίνομαι, και είναι σαν κόκκινο πανί για μένα, και για δεύτερη φορά ακούω τη λέξη “αλήτης”. Τον σβέρκωσα, τον τράβηξα έξω από το καφενείο και του έδωσα το πρώτο γερό χαστούκι. Είχα χάσει τον έλεγχο και δεν ξέρω κι εγώ πώς θα αντιδρούσα στη συνέχεια. Όμως τριγύρω υπήρχε κόσμος που τον γνώριζε, μαζεύτηκαν όλοι οι ψευτονταήδες. Πρώτος και καλύτερος ένα θηρίο, και γύρω του καμιά 30ριά άτομα εναντίον μου. Είδα τότε ένα μηχανάκι εκεί και τους είπα “μην τολμήσετε να πλησιάσετε, γιατί θα σας χτυπήσω με τη μηχανή”. Άρχισαν να με πλησιάζουν, σήκωσα τη μηχανή, τους την πέταξα κι έτσι έφυγαν. Δεν ήξερα, βέβαια ότι κάπου εκεί, πηγαίνοντας σπίτι του με το αυτοκίνητο, είχε σταματήσει ο Αλέξης και είχε παρακολουθήσει όλο αυτό το σκηνικό.
Η Μαρία ήταν ένα γελαστό παιδί, μέσα στη ζωντάνια, με μεσογειακό ταπεραμέντο κι εμφάνιση αλλά και με συνήθειες αγγλικές. Ένα περίεργο κράμα, που της έδινε γοητεία.
Με πλησίασε και με ρώτησε αν θα με ενδιέφερε να παίξω στον κινηματογράφο, αλλά ήμουν διστακτικός. “Μα, δεν είμαι ηθοποιός”, του είπα κι εκείνος απάντησε, “θα σε κάνω εγώ”. Μέχρι να αποφασίσει για τον ρόλο του λοχία είχε δει αρκετούς, αναγνωρισμένους στον χώρο του κινηματογράφου, όπως και άτομα που δεν είχαν σχέση με τον χώρο, όπως εγώ. Του πήρε λίγο χρόνο να αποφασίσει για τον ρόλο και κάποια στιγμή άρχισε να μου στέλνει μηνύματα να συναντηθούμε. Προφανώς, είχε πλέον αποφασίσει. Τότε, όμως, δεν έδωσα ιδιαίτερη σημασία, μέχρι που ήρθε και με βρήκε ο ίδιος στη δουλειά μου και μου είπε να ξεκινήσουμε. Η δυσκολία στην επιλογή του λοχία ίσως ήταν η ηλικία. Εγώ ήμουν πολύ πιο κοντά ηλικιακά στον ρόλο. Σε μία από τις τελευταίες μας συζητήσεις, η Άρτεμις Καπασακάλη, η γυναίκα του, μου είπε ότι αν ταίριαζε ηλικιακά τότε, ο Αλέξης θα έκανε ο ίδιος τον ρόλο.
Συναντηθήκαμε σπίτι του. Τότε γνώρισα την οικογένειά του και μου είπε για τον ρόλο που με ήθελε. Διάβασε αρκετά αποσπάσματα από το σενάριο και μου εξήγησε πώς είχε στο μυαλό του αυτή την ταινία. Το σενάριο ήταν αυτό που έλεγε ο Χρήστος Ζορμπάς, μια αγιογραφία που δεν σου άφηνε περιθώρια παρερμηνείας για την ποιότητά του κι αυτά τα χαρακτηριστικά που κάνουν κάτι ξεχωριστό.
Σκηνή από την "Ευδοκία"
Η επιλογή για τον ρόλο της Ευδοκίας τον δυσκόλεψε σε ακόμα μεγαλύτερο βαθμό, σε σημείο που απογοητευόταν ότι δεν θα έβρισκε αυτό που ήθελε – του πήρε μήνες. Είχαν περάσει πάρα πολλές Ευδοκίες από ακρόαση, μέχρι που η Άρτεμις γνώρισε τη Μαρία στην Αγγλία και την έφερε μαζί της. Εγώ ήδη έμενα στο σπίτι τους, γιατί αυτό ήταν μέσα στους όρους του, το ίδιο και η Μαρία αργότερα, την οποία συνάντησα αμέσως μόλις ήρθε με την Άρτεμη σπίτι. Στην κυριολεξία ήμασταν πλέον σαν εσώκλειστοι σε μια σχολή. Η Μαρία ήταν ένα γελαστό παιδί, μέσα στη ζωντάνια, με μεσογειακό ταπεραμέντο κι εμφάνιση αλλά και με συνήθειες αγγλικές. Ένα περίεργο κράμα, που της έδινε γοητεία.
Οι προφορικές πρόβες κράτησαν έξι μήνες κι άλλους έξι οι πρόβες με κίνηση. Δεν μπορώ να μην αναγνωρίσω τη βοήθεια του Νίκου Ζερβού στις προφορικές πρόβες και στην έκφραση. Πέρασα μαζί του αμέτρητες ώρες. Ήταν δεύτερος βοηθός σκηνοθέτη, πρώτος ήταν ο Λάκης Παπαστάθης. Ο Νίκος, για τον οποίο ήταν η πρώτη επαφή με τη σκηνοθεσία, αποδείχθηκε ακούραστος και υπομονετικός μαζί μου. Τις πρόβες κίνησης τις ανέλαβε αποκλειστικά ο Αλέξης. Με ποια λογική μού δίδαξε τον ρόλο κι αν ήταν αυτό που οραματιζόταν από τον σωματότυπό μου, δεν το ξέρω.
Σκηνή από την "Ευδοκία"