- Μηνύματα
- 14.733
- Reaction score
- 1.705
Γράφει ο ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ Θ. ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗΣ, κλινικός διαιτολόγος-διατροφολόγος, M.Sc
Με την επιμέλεια του Πανελλήνιου Συλλόγου Διαιτολόγων
Ζούμε στην εποχή των «λάιτ» τροφίμων. Εξαίρεση σε αυτόν τον κανόνα δεν θα μπορούσαν να αποτελέσουν ευρέως διαδεδομένα προϊόντα, όπως οι τσίχλες, που προσφέρονται πλέον σε ποικιλίες χωρίς ζάχαρη, με αντικατάστασή της από μια άλλη ουσία, τη σορβιτόλη. Η σορβιτόλη είναι μια αλκοόλη ή πολυόλη (sugar alcohol, αλκοόλες ζαχάρων), που ο οργανισμός μας έχει την ικανότητα να μεταβολίζει αργά και σταδιακά. Υπάρχει στη φύση και χρησιμοποιείται ευρύτατα ως υποκατάστατο ζάχαρης, στην ίδια κατηγορία που υπάγονται και άλλες γνωστές ουσίες, όπως η μανιτόλη, η λακτικόλη, η ξυλιτόλη και η μαλτιτόλη.
Η γλυκύτητα της σορβιτόλης αντιστοιχεί περίπου στο 50-60% της γλυκύτητας της καθαρής σουκρόζης, που είναι το σάκχαρο αναφοράς, έχει δηλαδή χαμηλή γλυκαιμική απόκριση. Όσον αφορά την ενεργειακή της απόδοση, μας παρέχει περίπου 2,6 θερμίδες ανά γραμμάριο, τη στιγμή που η επιτραπέζια ζάχαρη παρέχει περίπου 4 θερμίδες ανά γραμμάριο. Εκτός από γλυκαντικό, χρησιμοποιείται επίσης ως μη διεγερτικό καθαρτικό. Το μεγάλο πλεονέκτημα όμως της σορβιτόλης, όπως και των υπόλοιπων ουσιών που ανήκουν σε αυτήν την κατηγορία, είναι ότι δεν συμβάλλει στην εμφάνιση τερηδόνας, σε αντίθεση με τη ζάχαρη.
Η σορβιτόλη μπορεί να εντοπιστεί σε σιρόπια που χορηγούνται για το βήχα, στις καραμέλες που δεν περιέχουν ζάχαρη, στις τσίχλες, σε πολλά λάιτ τρόφιμα, όπως αναψυκτικά και παγωτά, και σε έτοιμα προς κατανάλωση γεύματα, χαμηλά σε θερμίδες. Στη φύση εμφανίζεται σε αρκετά φρούτα και λαχανικά, ιδιαίτερα σε αυτά που προέρχονται από τα δέντρα του γένους Sorbus. Τα μήλα και τα αχλάδια, για παράδειγμα, θεωρείται ότι παρέχουν ικανές ποσότητες σορβιτόλης. Δεδομένου ότι η σορβιτόλη ανήκει στην κατηγορία των πρόσθετων ουσιών στα τρόφιμα, μπορείτε να την αναζητήσετε στις ετικέτες τροφίμων με τον κωδικό αριθμό Ε420.
Λαμβάνοντας υπόψη τα πλεονεκτήματα που αναφέρθηκαν και τις νέες καταναλωτικές τάσεις, η βιομηχανία τροφίμων στην προσπάθειά της να παραγάγει τσίχλες που δεν περιέχουν ζάχαρη, προσθέτει σορβιτόλη ως υποκατάστατό της εδώ και αρκετά χρόνια. Μέχρι σήμερα δεν είχε αναφερθεί κάποια σημαντική παρενέργεια από τη χρήση σορβιτόλης, εκτός από περιστατικά διάρροιας σε περιπτώσεις υπερβολικής κατανάλωσης. Πρόσφατο γράμμα όμως στη Βρετανική Ιατρική Επιθεώρηση (BMJ) προειδοποιεί για περαιτέρω κινδύνους από την υπερβολική κατανάλωση προϊόντων με σορβιτόλη.
Η προειδοποίηση έρχεται μέσα από την εμπειρία που περιέγραψαν 2 ασθενείς στους θεράποντες ιατρούς, όταν προσήλθαν στην Κλινική Γαστρεντερολογίας του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου του Βερολίνου, για να παραπονεθούν για την ύπαρξη χρόνιας διάρροιας, κοιλιακού πόνου και επικίνδυνης - υπερβολικής απώλειας σωματικού βάρους. Μετά τον εκτεταμένο έλεγχο στον οποίο υποβλήθηκαν (εργαστηριακές - κλινικές εξετάσεις), κατά τη διάρκεια του οποίου δεν αποκαλύφθηκε η αιτία για την οποία οι ασθενείς έχαναν τόσο πολύ βάρος και είχαν χρόνια διάρροια και έντονους πόνους, ακολούθησε λεπτομερής ανάλυση των διατροφικών συνηθειών, η οποία αποκάλυψε την αιτία του προβλήματος και η οποία ήταν η υψηλή κατανάλωση τσίχλας με σορβιτόλη.
Η μία εκ των ασθενών, μια γυναίκα ηλικίας 21 ετών, κατανάλωνε κατά μέσο όρο 18-20 γρ. σορβιτόλης κάθε ημέρα. Το μέσο τεμάχιο τσίχλας με σορβιτόλη δίνει περίπου 1,25 γρ. και η συγκεκριμένη γυναίκα ανέφερε ότι έτρωγε 15-18 τεμάχια τσίχλας με σορβιτόλη κάθε μέρα. Ο άλλος ασθενής, ένας κύριος ηλικίας 46 ετών, μασούσε περίπου 20 τσίχλες σορβιτόλης την ημέρα, ενώ έτρωγε και περίπου 200 γρ. γλυκισμάτων την ημέρα (καραμέλα, γλειφιντζούρι και άλλα), που περιείχαν σορβιτόλη, φτάνοντας, σύμφωνα με τους συγγραφείς του άρθρου, τα περίπου 30 γρ. λήψης σορβιτόλης ανά ημέρα. Μόλις σταμάτησαν την κατανάλωση προϊόντων που περιείχαν σορβιτόλη, και οι δύο ασθενείς άρχισαν να έχουν φυσιολογική κινητικότητα του εντέρου (η διάρροια υποχώρησε), ενώ άρχισε να επανέρχεται και το σωματικό βάρος στα κανονικά επίπεδα.
Οι καταναλωτές είναι γενικά μη επαρκώς πληροφορημένοι όσον αφορά τις πιθανές παρενέργειες από την κατανάλωση σορβιτόλης, έστω κι αν υπάρχουν οι σχετικές λεπτομέρειες στις πληροφορίες διατροφικής επισήμανσης των τροφίμων που την περιέχουν.
Οι συντάκτες καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι η κατανάλωση σορβιτόλης μπορεί όχι μόνο να προκαλέσει χρόνια διάρροια και λειτουργικές διαταραχές του εντερικού σωλήνα, αλλά και ανεξήγητη απώλεια βάρους, που φτάνει περίπου στο 20% του συνήθους βάρους σώματος. Γι' αυτό λοιπόν συνιστούν, οποτεδήποτε κάποιος καταναλωτής παραπονιέται για ανεξήγητη απώλεια βάρους, ανάμεσα στ' άλλα, θα πρέπει να έχει στο μυαλό του ότι μία από τις αιτίες μπορεί να είναι και η υπερβολική κατανάλωση τροφίμων που περιέχουν σορβιτόλη.
Με την επιμέλεια του Πανελλήνιου Συλλόγου Διαιτολόγων
Ζούμε στην εποχή των «λάιτ» τροφίμων. Εξαίρεση σε αυτόν τον κανόνα δεν θα μπορούσαν να αποτελέσουν ευρέως διαδεδομένα προϊόντα, όπως οι τσίχλες, που προσφέρονται πλέον σε ποικιλίες χωρίς ζάχαρη, με αντικατάστασή της από μια άλλη ουσία, τη σορβιτόλη. Η σορβιτόλη είναι μια αλκοόλη ή πολυόλη (sugar alcohol, αλκοόλες ζαχάρων), που ο οργανισμός μας έχει την ικανότητα να μεταβολίζει αργά και σταδιακά. Υπάρχει στη φύση και χρησιμοποιείται ευρύτατα ως υποκατάστατο ζάχαρης, στην ίδια κατηγορία που υπάγονται και άλλες γνωστές ουσίες, όπως η μανιτόλη, η λακτικόλη, η ξυλιτόλη και η μαλτιτόλη.
Η γλυκύτητα της σορβιτόλης αντιστοιχεί περίπου στο 50-60% της γλυκύτητας της καθαρής σουκρόζης, που είναι το σάκχαρο αναφοράς, έχει δηλαδή χαμηλή γλυκαιμική απόκριση. Όσον αφορά την ενεργειακή της απόδοση, μας παρέχει περίπου 2,6 θερμίδες ανά γραμμάριο, τη στιγμή που η επιτραπέζια ζάχαρη παρέχει περίπου 4 θερμίδες ανά γραμμάριο. Εκτός από γλυκαντικό, χρησιμοποιείται επίσης ως μη διεγερτικό καθαρτικό. Το μεγάλο πλεονέκτημα όμως της σορβιτόλης, όπως και των υπόλοιπων ουσιών που ανήκουν σε αυτήν την κατηγορία, είναι ότι δεν συμβάλλει στην εμφάνιση τερηδόνας, σε αντίθεση με τη ζάχαρη.
Η σορβιτόλη μπορεί να εντοπιστεί σε σιρόπια που χορηγούνται για το βήχα, στις καραμέλες που δεν περιέχουν ζάχαρη, στις τσίχλες, σε πολλά λάιτ τρόφιμα, όπως αναψυκτικά και παγωτά, και σε έτοιμα προς κατανάλωση γεύματα, χαμηλά σε θερμίδες. Στη φύση εμφανίζεται σε αρκετά φρούτα και λαχανικά, ιδιαίτερα σε αυτά που προέρχονται από τα δέντρα του γένους Sorbus. Τα μήλα και τα αχλάδια, για παράδειγμα, θεωρείται ότι παρέχουν ικανές ποσότητες σορβιτόλης. Δεδομένου ότι η σορβιτόλη ανήκει στην κατηγορία των πρόσθετων ουσιών στα τρόφιμα, μπορείτε να την αναζητήσετε στις ετικέτες τροφίμων με τον κωδικό αριθμό Ε420.
Λαμβάνοντας υπόψη τα πλεονεκτήματα που αναφέρθηκαν και τις νέες καταναλωτικές τάσεις, η βιομηχανία τροφίμων στην προσπάθειά της να παραγάγει τσίχλες που δεν περιέχουν ζάχαρη, προσθέτει σορβιτόλη ως υποκατάστατό της εδώ και αρκετά χρόνια. Μέχρι σήμερα δεν είχε αναφερθεί κάποια σημαντική παρενέργεια από τη χρήση σορβιτόλης, εκτός από περιστατικά διάρροιας σε περιπτώσεις υπερβολικής κατανάλωσης. Πρόσφατο γράμμα όμως στη Βρετανική Ιατρική Επιθεώρηση (BMJ) προειδοποιεί για περαιτέρω κινδύνους από την υπερβολική κατανάλωση προϊόντων με σορβιτόλη.
Η προειδοποίηση έρχεται μέσα από την εμπειρία που περιέγραψαν 2 ασθενείς στους θεράποντες ιατρούς, όταν προσήλθαν στην Κλινική Γαστρεντερολογίας του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου του Βερολίνου, για να παραπονεθούν για την ύπαρξη χρόνιας διάρροιας, κοιλιακού πόνου και επικίνδυνης - υπερβολικής απώλειας σωματικού βάρους. Μετά τον εκτεταμένο έλεγχο στον οποίο υποβλήθηκαν (εργαστηριακές - κλινικές εξετάσεις), κατά τη διάρκεια του οποίου δεν αποκαλύφθηκε η αιτία για την οποία οι ασθενείς έχαναν τόσο πολύ βάρος και είχαν χρόνια διάρροια και έντονους πόνους, ακολούθησε λεπτομερής ανάλυση των διατροφικών συνηθειών, η οποία αποκάλυψε την αιτία του προβλήματος και η οποία ήταν η υψηλή κατανάλωση τσίχλας με σορβιτόλη.
Η μία εκ των ασθενών, μια γυναίκα ηλικίας 21 ετών, κατανάλωνε κατά μέσο όρο 18-20 γρ. σορβιτόλης κάθε ημέρα. Το μέσο τεμάχιο τσίχλας με σορβιτόλη δίνει περίπου 1,25 γρ. και η συγκεκριμένη γυναίκα ανέφερε ότι έτρωγε 15-18 τεμάχια τσίχλας με σορβιτόλη κάθε μέρα. Ο άλλος ασθενής, ένας κύριος ηλικίας 46 ετών, μασούσε περίπου 20 τσίχλες σορβιτόλης την ημέρα, ενώ έτρωγε και περίπου 200 γρ. γλυκισμάτων την ημέρα (καραμέλα, γλειφιντζούρι και άλλα), που περιείχαν σορβιτόλη, φτάνοντας, σύμφωνα με τους συγγραφείς του άρθρου, τα περίπου 30 γρ. λήψης σορβιτόλης ανά ημέρα. Μόλις σταμάτησαν την κατανάλωση προϊόντων που περιείχαν σορβιτόλη, και οι δύο ασθενείς άρχισαν να έχουν φυσιολογική κινητικότητα του εντέρου (η διάρροια υποχώρησε), ενώ άρχισε να επανέρχεται και το σωματικό βάρος στα κανονικά επίπεδα.
Οι καταναλωτές είναι γενικά μη επαρκώς πληροφορημένοι όσον αφορά τις πιθανές παρενέργειες από την κατανάλωση σορβιτόλης, έστω κι αν υπάρχουν οι σχετικές λεπτομέρειες στις πληροφορίες διατροφικής επισήμανσης των τροφίμων που την περιέχουν.
Οι συντάκτες καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι η κατανάλωση σορβιτόλης μπορεί όχι μόνο να προκαλέσει χρόνια διάρροια και λειτουργικές διαταραχές του εντερικού σωλήνα, αλλά και ανεξήγητη απώλεια βάρους, που φτάνει περίπου στο 20% του συνήθους βάρους σώματος. Γι' αυτό λοιπόν συνιστούν, οποτεδήποτε κάποιος καταναλωτής παραπονιέται για ανεξήγητη απώλεια βάρους, ανάμεσα στ' άλλα, θα πρέπει να έχει στο μυαλό του ότι μία από τις αιτίες μπορεί να είναι και η υπερβολική κατανάλωση τροφίμων που περιέχουν σορβιτόλη.
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 29/01/2008