- Μηνύματα
- 4.543
- Reaction score
- 3.085


Σαν σήμερα, το 1975, "φεύγει" για το παντοτινό του ταξίδι ο Νίκος Καββαδίας, ο ποιητής που τραγούδησε τη θάλασσα (και τραγουδήθηκε γι' αυτό), με έναν μοναδικό τρόπο, αν και αμφιλεγόμενο ως προς το περιεχόμενο και την σχεδόν μονοκατευθυντική του ποιητική ματιά.
Το βιογραφικό του είναι ιδιάζον και αυτός που θα θελήσει να το διαβάσει, θα βρεθεί μπροστά σε κάποια πρόκληση, μικρότερη ή μεγαλύτερη, ανάλογα με την οπτική γωνία που θα το δει. Βιογραφικά στοιχεία του, άλλοτε αναλυτικά και άλλοτε περιληπτικά, μπορεί να βρει κανένας πολλά στο διαδίκτυο. Επέλεξα να παραθέσω για σας τα παρακάτω:
Βιογραφία | Καββαδιας Νικος (wordpress.com)
Νίκος Καββαδίας - Βικιπαίδεια (wikipedia.org)
Νίκος Καββαδίας - Βιογραφία - Σαν Σήμερα .gr (sansimera.gr)
Συνοπτική βιογραφία του Νίκου Καββαδία (uoa.gr) (Μολονότι το εν λόγω link την αναφέρει ως "συνοπτική", είναι μια από τις πιο εκτεταμένες)
Ο Νίκος Καββαδίας για τις γυναίκες, τη ζωή, τη θάλασσα | LiFO (Κι εδώ μια αναλυτική "βιογραφία", κάπως στοχευμένη σε συγκεκριμένες πλευρές της ζωής του, αλλά και με πολλές φωτογραφίες του)
Και τέλος, δυο ξεχωριστά βιογραφικά "σημειώματα" από τον Ριζοσπάστη, αφού για κάποιο διάστημα της ζωής του ο ποιητής υπήρξε μέλος του ΕΑΜ λογοτεχνών και - για κάποιους μελετητές του - και μέλος του ΚΚΕ:
Ο ποιητής της θάλασσας και του αγώνα | ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ (rizospastis.gr)
«Λυπήσου εκείνους που δεν ονειρεύονται» | ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ | ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ (rizospastis.gr)
Μερικές δικές μου (και όχι μόνο, σε κάποιες πλευρές τους) σκέψεις και απόψεις για τον Καββαδία:
Ο Καββαδίας ήταν εξαίσιος ποιητής. Ίσως και υπέροχος. Η πένα του άγγιξε πολλές από τις ιδιαίτερες πτυχές της ψυχής μας, ως εργατών της θάλασσας, ακόμα κι αν αυτές αφορούσαν εξωτικές και παραμυθένιες περιγραφές. Άγγιξε τον ψυχικό πόνο του χωρισμού, του μακρόχρονου και ατέλειωτου νόστου, της αναμονής και της προσμονής. Και αυτό το άγγιγμα ήταν που μας έκανε να τον αγαπήσουμε μ’ εκείνο τον ιδιαίτερο τρόπο που αγαπούν οι ναυτικοί. Από την άλλη όμως, δε γίνεται να μη συμφωνήσω με τον συνάδελφό μου Αλέκο (Λουκάς Σπήλιος το "καλλιτεχνικό" του ψευδώνυμο), στο άρθρο του "Ο Καββαδίας και Ναυτεργάτες" ειδικά μετά την επαναλαμβανόμενη και εναγώνια αναζήτησή μου στα γραπτά του Καββαδία, όταν ψάχνω να βρω την ουσία της ζωής μας και των βιωμάτων, τα οποία έχω αποκομίσει από αυτήν. Των βιωμάτων του ναυτεργάτη, τόσο με την ταξική, όσο και με την ευρύτερη σημασία της λέξης.
Με αυτές τις σκέψεις φτιάχτηκε και ένα ποίημά μου, που έχει δυο ενότητες μεν, αλλά αποτελεί ένα ενιαίο σύνολο. Στην αρχική του μορφή, δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα Τέχνης και Πολιτισμού ΑΤΕΧΝΩΣ, αλλά μετά το θεώρησα λειψό και έκατσα και το συμπλήρωσα με τέσσερα ακόμα τετράστιχα κι ένα πεντάστιχο, έτσι για να είμαι "μέσα" στο φευγάτο και εξωτικό πνεύμα του ποιητή, αλλά και να συμπληρώσω την άποψή μου γι' αυτόν. Η πρώτη ενότητα, με τίτλο Άσμα για τον ποιητή των ναυτικών και των γαλάζιων πόντων… είναι αφιέρωμα στον ίδιο τον ποιητή και στο έργο του. Η δεύτερη ενότητα, με τίτλο ...και αποκαθήλωση, παρουσιάζει την πραγματική προσωπικότητά του και τον τοποθετεί ως πρόσωπο και ως ναυτικό/ναυτεργάτη (γι' αυτό και τον αποκαθηλώνει) στις πραγματικές του διαστάσεις.
Στον Νίκο Καββαδία
Άσμα για τον ποιητή των ναυτικών και των γαλάζιων πόντων…
Ποιος είμ’ εγώ, που αποτολμώ για σένανε να γράψω,
τον ποιητή των ναυτικών και των γαλάζιων πόντων;
Εγώ είμ’ απλά ένας ναυτικός που θέλησα να κλάψω
πάνω απ’ τους τάφους τους υγρούς εκόντων και ακόντων.
Στη μέση του Ινδικού στεριά να ζαλιστείς προσμένεις
δε φτάνεις - βάστα, κάπου εδώ θα βρίσκεται η Ιθάκη
θα ‘ρθω κι εγώ - στον gangway ψηλά να περιμένεις·
θα βγω απ’ τη λάντζα, με καπνό, τσιμπούκι και τσακμάκι.
New York, Μαντράς και Ρόττερνταμ, Λισμπόα, Γιβραλτάρ
μαζί τα ταξιδέψαμε, τα ζήσαμε παρέα
τρυγήσαμε, μας τρύγησαν, σε κάποια ανήλια μπαρ
μα ο νους σου στην Καλαμαριά κι εμέ σε μια Αθηναία.
Στη Wakayama, στο Kansai, εκείνη η σχιστομάτα
από το χέρι βιαστικά με πήρε μια βραδιά
για να μου δείξει ξαπλωτή, στα ίσα και σταράτα,
πως όλες τους δεν τόχουνε στα δίπλα ή λοξά.*
Ποια λύπη κι αναστεναγμός βαρύς εκεί, στη Σιγκαπούρη,
βγαίνει απ’ τα χείλη τ’ άλικα μιας άμοιρης Μαρίας,
που ΄χει ανοιχτά τα πόδια της στους στίχους του Σαχτούρη**
κι έχει και την απάντηση της κάθε μου απορίας;
Γουατεμάλα, Μεξικό, κι αρχαία μνημεία των Μάγια
στο deck σκουριές σφυροκοπούν τα ματσακόνια.
Τ’ Άστρο του Νότου πέφτοντας, σκορπάει στα σπιράγια
και στο ναυάγιο, όξω απ’ τη Τζια, κολλήσαν τα καπόνια.
Τι θέλεις; Μείνε εδώ σιμά, μη φεύγεις, μη λακίζεις!
Μέσα από τούτο το μικρό, το ταπεινό στιχάκι
μαζί θα πούμε ό,τι μπορώ κι ό,τι εσύ ορίζεις
να ζωντανέψει το νωθρό το φίδι στο γιατάκι***
…και αποκαθήλωση
Για όσα στιχάκια έγραψες – τόσα κι αγαπημένα
κι όσα δεν έγραψες, να δεις τι σου’ χω φυλαγμένα.
Εσύ δεν μπόρεσες να δεις από κοντά, να ζήσεις
καυτά μηχανοστάσια, σφυρί και βαριοπούλα
στου ασυρμάτου απ’ την αρχή μπήκες την καμαρούλα
βαρδιόλα, χειριστήριο κι άστρα ν’ αντιστοιχίσεις.
Οι ναυτικοί σου λένε πάντα ιστορίες στο καμπούνι
που σιωπηλός και ταπεινός ακούς με προσοχή,
σκυφτός, φρύδια σμιχτά, το χέρι στο πηγούνι
μα είναι κι άλλοι, που ποτέ δεν πρόσεξες εσύ.
(Στάζει η μαυρίλα στο ψωμί, στο πιάτο, στο πιρούνι).
Σαν ποιητής πορεύτηκες στης θάλασσας τα πλάτη
κι ως ναυτικός τραγούδησες για τόπους μαγικούς.
Λίγα έγραψες για βάσανα του βιού του ναυτεργάτη·
μένει σε μας να γράψουμε στίχους ιαμβικούς.
Μας άφησες. Το βήμα μας να βρούμε πολεμάμε
πότε σε σπίτι μας δικό, πότε σε ξένο σπίτι.
Κρατάμε, πορευόμαστε, μισούμε κι αγαπάμε
και ξανασυναντιόμαστε στον «Τάφο του ΕΠΟΝίτη»****.
(Συνεχίζεται, λόγω μήκους, στο επόμενο. Κάντε υπομονή λίγα λεπτά, για να μπορέσω να ανεβάσω και τα υπολοιπα αναγκάια, γιατί η πλατφόρμα δεν με αφήνει να το κάνω αυτή τη στιγμή)
Last edited: