- Μηνύματα
- 541
- Reaction score
- 0
Πρίν λίγες μέρες πήγα να περάσω mp3 από τον υπολογιστή στο νέο μου κινητο.
Στον αγαπημένο φάκελο Ελληνικό Rock που μπήκα,υπήρχε και το τραγούδι ο "μπαγάσας" από τον Νικόλα Άσιμο.Πριν ακόμα το ακούσω μου ξύπνησε παλιές μνήμες και το πόσες εικόνες περιέχει.
Σκέφτηκα να του κάνω ένα αφιέρωμα αν και δίστασα λίγο γιατί δεν είχα πλούσιο υλικό.Πιστεύω όμως ότι αξίζει τον κόπο γιατί για μένα ήταν ένας χαρισματικός και ευαίσθητος καλλιτέχνης που συνέθετε και τραγουδούσε τραγούδια για τον εαυτό του και όχι για εμπορικούς σκοπούς.
Ο Νικόλαος Ασημόπουλος γνωστός ως "Νίκος Άσιμος" γεννήθηκε στις 20 Αυγούστου τού 1949 στη Θεσσαλονίκη. Οι γονείς του πήγαν στη Θεσσαλονίκη μόνο για τη γέννησή του. Αμέσως μετά επέστρεψαν στην Κοζάνη όπου και ζούσαν.
Ο πατέρας του,Λάζαρος Ασημόπουλος ήταν έμπορος γυαλικών ενώ τη μητέρα του την έλεγαν Μαρία. Ο Νίκος ήταν το πρώτο τους παιδί. Ακολούθησαν ο Βασίλης και o Δημήτρης.
Η πρώτη του σοβαρή εξωσχολική δραστηριότητα ήταν o αθλητισμός. Ασχολήθηκε με το άλμα εις ύψος καταλαμβάνοντας την τρίτη θέση στους μαθητικούς αγώνες σχολείων της Μακεδονίας το 1965 ενώ ταυτόχρονα αρχίζει και το ποδόσφαιρο (ως
Τερματοφύλακας). Δέχτηκε επίσημη πρόταση απο την ποδοσφαιρική ομάδα της Κοζάνης αλλά η συμφωνία χάλασε.
Στα δεκαοχτώ του έφυγε για τη Οεσσαλονίκη,όπου πέρασε στο Νεοελληνικό Τμήμα της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου. 'Εως τότε δεν είχε εκδηλώσει καμία έφεση προς τη μουσική.Αντιθέτως,έγραφε στιχάκια και ποιήματα, σχεδόν από την πρώτη Γυμνασίου.
Πέρα από τη φιλολογία, σκεφτόταν να γίνει δημοσιογράφος. 'Εγραψε ένα αρθρο σε κάποια εφημερίδα της θεσσαλονίκης, χρησιμοποιώντας για πρώτη φορά το ψευδώνυμο Άσιμος. Από τότε το καθιέρωσε. Στη Θεσσαλονίκη ασχολήθηκε πολύ με το Θέατρο.
'Εφτιαξε ένα φοιτητικό θεατρικό εργαστήρι παίζοντας Αριστοφάνη, Μένανδρο, Μολιέρο. Ταυτόχρονα αγόρασε και την πρώτη του κιθάρα.Αυτοδίδακτος μουσικός, άρχισε εμφανίσεις σε μικρές μπουάτ.
Ανυπότακτος, αγνόησε όλες τις προειδοποιήσεις της λογοκρισίας για τα τραγούδια του και τα λεγόμενα του. Συνελήφθη και κρατήθηκε στην Ασφάλεια. 'Οταν τον άφησαν, η ταυτότητα του είχε χαθεί. Δεν έβγαλε άλλη.
Αυτό το κατάφερε μόνο δέκα οχτώ χρόνια αργότερα -ενάμιση χρόνο πριν το θάνατο του- καταφέρνοντας να εκδώσουν μία ταυτότητα στο όνομα Άσιμος με τη "διευκρίνιση" στο σημείο του θρησκεύματος: Άνευ θρησκεύματος.Το 1973, και χωρίς πτυχίο, κατεβαίνει στην Αθήνα όπου εμφανίζεται σε αρκετές μπουάτ στην
Πλάκα.( Πέμτπη Εποχή, Ενδεκάτη Εντολή, Μουσικό θέατρο Φτώχειας,Χνάρι, Σούσουρο-μουσικό καφενείο).
Στην ουσία, πρόκειται για ένα είδος μεικτού Θεάματος, στο οποίο, πέρα από τα τραγούδια, περιλαμβάνει Θεατρικά, πρόζες και συνομιλία με τους Θαμώνες, σε μια εκδοχή του Μπρεχτικού θεάτρου.Συνεργάτες του οι Γκαϊφύλιας, Ζωγράφος, Ζουγανέλης, Ανδριανός, Μπουλάς, Χάρβας, Τζαβέλας.
Το 1975 κυκλοφόρησε τα πρώτα του τραγούδια, σε ένα δισκάκι σαρανταπέντε στροφών. "Μηχανισμός" και "Πανηγύρι".Παράλληλα άρχισε την έκδοση "παράνομων" κασετών με τα τραγούδια του. Τις διακινούσε μόνος του, στα Προπύλαια,στο Πολυτεχνείο, στο Μοναστηράκι και στα Εξάρχεια. 'Εστηνε υπαίθριες αυτοσχέδιες παραστάσεις. 'Ολα του τα χρόνια στην Αθήνα τα πέρασε στα Εξάρχεια. Το πρώτο σπίτι του ήταν στη Βαλτετσίου στο οποίο κατά κάποιο τρόπο είχε κανει κατάληψη και αργότερα, έως και το Θάνατο του, έμεινε σε ένα ψιλικατζίδικο που άνοιξε στην Καλλιδρομίου. Το μαγαζάκι το είχε ονομάσει "χώρος προετοιμασίας". Σύχναζε στο Παρασκήνιο, το Καλλιδρόμιο, το Τσαφ, το Νταντά, τη Ράμπα...
Το 1976, απο τη σχέση του με τη Λίλλιαν Χαριτάκη,γεννήθηκε η κόρη του, η Λίλλιαν-Κυριακή.Φυλακίστηκε για δύο μήνες το 1977, μαζί με άλλους πέντε εκδότες
συγγραφείς με επίσημη κατηγορία "εξέχουσες προσωπικότητες που επηρεάζουν αρνητικά το κοινωνικό σύνολο". Το 1981, έγραψε το βιβλίο "Αναζητώντας Κροκανθρώπους", το 1982, ο πρώτος του μεγάλος δίσκος,"Ο Ξαναπές". Δέκα τραγούδια,εκ των οποίων στα τέσσερα συμμετέχουν ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου και η Χαρούλα Αλεξίου.
Το 1987 ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου ερμηνεύει πέντε τραγούδια του στα "Χαιρετίσματα".
Την ίδια χρονιά ο Άσιμος οδηγήθηκε στις φυλακές Κορυδαλλού με την κατηγορία του βιασμού, κάτι το οποίο δεν τεκμηριώθηκε ποτέ. Αποφυλακίστηκε με χρηματική εγγύηση, αλλά δεν καταφερε να ξεπεράσει τη μεγάλη του πίκρα γι' αυτή την αβάσιμη κατηγορία. Νοσηλεύτηκε σε ψυχοθεραπευτική κλινική.
"Είμαι πάντα πρόθυμος να δεχτώ μαθήματα, είμαι πάντα ανοιχτός να δεχτώ μηνύματα, είμαι πάντα έτοιμος να δεχτώ χτυπήματα, είμαι αυτό που ήμουν πάντα, εγώ γεννήθηκα στο κυπαρίσσι."
Τον τελευταίο χρονο αρχίζει να σκέφτεται σοβαρά την αυτοκτονία. Το λέει σε όλους τους φίλους του. Του λένε: "Εσύ, ρε Νικόλα, θα αυτοκτονήσεις; 'Ενας μαχητής τής ζωής; ".
Απανταει: Επειδή είμαι μαχητής θα αυτοκτονήσω όρθιος!". Κλείνεται για μέρες στο καμαράκι, στο πίσω μέρος του μαγαζιού.
Κάθε μέρα αφήνει κι ένα σημείωμα στο τζάμι. "Θα περιμένω άλλη μια μέρα." Προσπαθεί να κρεμαστεί τρεις φορές. Την πρώτη έσπασε το σχοινί και τη δεύτερη η καρέκλα. Την τρίτη, όλα πήγαν... καλά.
17 Μαρτίου 1988. Άφησε κι ένα σημείωμα στον ιδιοκτήτη από τον οποίο νοίκιαζε το ψιλικατζίδικο,αυτοσαρκαζόμενος για την "ανικανότητα" του να αυτοκτονήσει:
"Συγγνώμη, ρε Νίκο,που δε σου άδειασα νωρίτερα τη γωνιά, αλλά ως και ο θάνατος
οποίο όμως κυκλοφόρησε σε ελάχιστα αντίτυπα. δε με ήθελε. 'Ενιωθε από παντού την πίεση να τον συνθλίβει.
Οδυνηρή μοναξιά και απόλυτο χάσμα στην επαφή και τη συνεννόηση με τους ανθρώπους. Μετά θάνατον, κυκλοφόρησαν δύο ακόμη δίσκοι του.
"Το φανάρι του Διογένη" με τη συμμετοχή της Σωτηρίας Λεονάρδου,
και το "Γιουσουρούμ-Στο φαλιμέντο του κόσμου", με τη συμμετοχή του Παπακωνσταντίνου.
Το 1989, ο κρατικός ραδιοφωνικός σταθμός WDR της Γερμανίας αφιερώνει μία τρίωρη εκπομπή στον Άσιμο στο πλαίσιο του προγράμματος "Οι αιρετικοί τού κοσμου". Άφησε περίπου 140 τραγούδια.
Κηδεύτηκε στο νεκροταφείο της Καλλιθέας. Στην πλάκα, χαράχτηκαν τα στιχακια τού "Μπαγασα". Πέντε χρόνια αργότερα, τα οστά του μεταφέρθηκαν στο νεκροταφείο της Κοζάνης.
" Οταν πλακώσει ο θάνατος, αρχίζει η καταγραφή τής ζωής. Το καλό με μένα, αλλά και το ζόρι, είναι ότι ξέρω συνειδητά το θάνατο μου, και μαζί με την καταγραφή της πεθαμένης ζωής μπορώ να καταγράψω και το θάνατο μου."
Στον αγαπημένο φάκελο Ελληνικό Rock που μπήκα,υπήρχε και το τραγούδι ο "μπαγάσας" από τον Νικόλα Άσιμο.Πριν ακόμα το ακούσω μου ξύπνησε παλιές μνήμες και το πόσες εικόνες περιέχει.
Σκέφτηκα να του κάνω ένα αφιέρωμα αν και δίστασα λίγο γιατί δεν είχα πλούσιο υλικό.Πιστεύω όμως ότι αξίζει τον κόπο γιατί για μένα ήταν ένας χαρισματικός και ευαίσθητος καλλιτέχνης που συνέθετε και τραγουδούσε τραγούδια για τον εαυτό του και όχι για εμπορικούς σκοπούς.
Ο Νικόλαος Ασημόπουλος γνωστός ως "Νίκος Άσιμος" γεννήθηκε στις 20 Αυγούστου τού 1949 στη Θεσσαλονίκη. Οι γονείς του πήγαν στη Θεσσαλονίκη μόνο για τη γέννησή του. Αμέσως μετά επέστρεψαν στην Κοζάνη όπου και ζούσαν.
Ο πατέρας του,Λάζαρος Ασημόπουλος ήταν έμπορος γυαλικών ενώ τη μητέρα του την έλεγαν Μαρία. Ο Νίκος ήταν το πρώτο τους παιδί. Ακολούθησαν ο Βασίλης και o Δημήτρης.
Η πρώτη του σοβαρή εξωσχολική δραστηριότητα ήταν o αθλητισμός. Ασχολήθηκε με το άλμα εις ύψος καταλαμβάνοντας την τρίτη θέση στους μαθητικούς αγώνες σχολείων της Μακεδονίας το 1965 ενώ ταυτόχρονα αρχίζει και το ποδόσφαιρο (ως
Τερματοφύλακας). Δέχτηκε επίσημη πρόταση απο την ποδοσφαιρική ομάδα της Κοζάνης αλλά η συμφωνία χάλασε.
Στα δεκαοχτώ του έφυγε για τη Οεσσαλονίκη,όπου πέρασε στο Νεοελληνικό Τμήμα της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου. 'Εως τότε δεν είχε εκδηλώσει καμία έφεση προς τη μουσική.Αντιθέτως,έγραφε στιχάκια και ποιήματα, σχεδόν από την πρώτη Γυμνασίου.
Πέρα από τη φιλολογία, σκεφτόταν να γίνει δημοσιογράφος. 'Εγραψε ένα αρθρο σε κάποια εφημερίδα της θεσσαλονίκης, χρησιμοποιώντας για πρώτη φορά το ψευδώνυμο Άσιμος. Από τότε το καθιέρωσε. Στη Θεσσαλονίκη ασχολήθηκε πολύ με το Θέατρο.
'Εφτιαξε ένα φοιτητικό θεατρικό εργαστήρι παίζοντας Αριστοφάνη, Μένανδρο, Μολιέρο. Ταυτόχρονα αγόρασε και την πρώτη του κιθάρα.Αυτοδίδακτος μουσικός, άρχισε εμφανίσεις σε μικρές μπουάτ.
Ανυπότακτος, αγνόησε όλες τις προειδοποιήσεις της λογοκρισίας για τα τραγούδια του και τα λεγόμενα του. Συνελήφθη και κρατήθηκε στην Ασφάλεια. 'Οταν τον άφησαν, η ταυτότητα του είχε χαθεί. Δεν έβγαλε άλλη.
Αυτό το κατάφερε μόνο δέκα οχτώ χρόνια αργότερα -ενάμιση χρόνο πριν το θάνατο του- καταφέρνοντας να εκδώσουν μία ταυτότητα στο όνομα Άσιμος με τη "διευκρίνιση" στο σημείο του θρησκεύματος: Άνευ θρησκεύματος.Το 1973, και χωρίς πτυχίο, κατεβαίνει στην Αθήνα όπου εμφανίζεται σε αρκετές μπουάτ στην
Πλάκα.( Πέμτπη Εποχή, Ενδεκάτη Εντολή, Μουσικό θέατρο Φτώχειας,Χνάρι, Σούσουρο-μουσικό καφενείο).
Στην ουσία, πρόκειται για ένα είδος μεικτού Θεάματος, στο οποίο, πέρα από τα τραγούδια, περιλαμβάνει Θεατρικά, πρόζες και συνομιλία με τους Θαμώνες, σε μια εκδοχή του Μπρεχτικού θεάτρου.Συνεργάτες του οι Γκαϊφύλιας, Ζωγράφος, Ζουγανέλης, Ανδριανός, Μπουλάς, Χάρβας, Τζαβέλας.
Το 1975 κυκλοφόρησε τα πρώτα του τραγούδια, σε ένα δισκάκι σαρανταπέντε στροφών. "Μηχανισμός" και "Πανηγύρι".Παράλληλα άρχισε την έκδοση "παράνομων" κασετών με τα τραγούδια του. Τις διακινούσε μόνος του, στα Προπύλαια,στο Πολυτεχνείο, στο Μοναστηράκι και στα Εξάρχεια. 'Εστηνε υπαίθριες αυτοσχέδιες παραστάσεις. 'Ολα του τα χρόνια στην Αθήνα τα πέρασε στα Εξάρχεια. Το πρώτο σπίτι του ήταν στη Βαλτετσίου στο οποίο κατά κάποιο τρόπο είχε κανει κατάληψη και αργότερα, έως και το Θάνατο του, έμεινε σε ένα ψιλικατζίδικο που άνοιξε στην Καλλιδρομίου. Το μαγαζάκι το είχε ονομάσει "χώρος προετοιμασίας". Σύχναζε στο Παρασκήνιο, το Καλλιδρόμιο, το Τσαφ, το Νταντά, τη Ράμπα...
Το 1976, απο τη σχέση του με τη Λίλλιαν Χαριτάκη,γεννήθηκε η κόρη του, η Λίλλιαν-Κυριακή.Φυλακίστηκε για δύο μήνες το 1977, μαζί με άλλους πέντε εκδότες
συγγραφείς με επίσημη κατηγορία "εξέχουσες προσωπικότητες που επηρεάζουν αρνητικά το κοινωνικό σύνολο". Το 1981, έγραψε το βιβλίο "Αναζητώντας Κροκανθρώπους", το 1982, ο πρώτος του μεγάλος δίσκος,"Ο Ξαναπές". Δέκα τραγούδια,εκ των οποίων στα τέσσερα συμμετέχουν ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου και η Χαρούλα Αλεξίου.
Το 1987 ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου ερμηνεύει πέντε τραγούδια του στα "Χαιρετίσματα".
Την ίδια χρονιά ο Άσιμος οδηγήθηκε στις φυλακές Κορυδαλλού με την κατηγορία του βιασμού, κάτι το οποίο δεν τεκμηριώθηκε ποτέ. Αποφυλακίστηκε με χρηματική εγγύηση, αλλά δεν καταφερε να ξεπεράσει τη μεγάλη του πίκρα γι' αυτή την αβάσιμη κατηγορία. Νοσηλεύτηκε σε ψυχοθεραπευτική κλινική.
"Είμαι πάντα πρόθυμος να δεχτώ μαθήματα, είμαι πάντα ανοιχτός να δεχτώ μηνύματα, είμαι πάντα έτοιμος να δεχτώ χτυπήματα, είμαι αυτό που ήμουν πάντα, εγώ γεννήθηκα στο κυπαρίσσι."
Τον τελευταίο χρονο αρχίζει να σκέφτεται σοβαρά την αυτοκτονία. Το λέει σε όλους τους φίλους του. Του λένε: "Εσύ, ρε Νικόλα, θα αυτοκτονήσεις; 'Ενας μαχητής τής ζωής; ".
Απανταει: Επειδή είμαι μαχητής θα αυτοκτονήσω όρθιος!". Κλείνεται για μέρες στο καμαράκι, στο πίσω μέρος του μαγαζιού.
Κάθε μέρα αφήνει κι ένα σημείωμα στο τζάμι. "Θα περιμένω άλλη μια μέρα." Προσπαθεί να κρεμαστεί τρεις φορές. Την πρώτη έσπασε το σχοινί και τη δεύτερη η καρέκλα. Την τρίτη, όλα πήγαν... καλά.
17 Μαρτίου 1988. Άφησε κι ένα σημείωμα στον ιδιοκτήτη από τον οποίο νοίκιαζε το ψιλικατζίδικο,αυτοσαρκαζόμενος για την "ανικανότητα" του να αυτοκτονήσει:
"Συγγνώμη, ρε Νίκο,που δε σου άδειασα νωρίτερα τη γωνιά, αλλά ως και ο θάνατος
οποίο όμως κυκλοφόρησε σε ελάχιστα αντίτυπα. δε με ήθελε. 'Ενιωθε από παντού την πίεση να τον συνθλίβει.
Οδυνηρή μοναξιά και απόλυτο χάσμα στην επαφή και τη συνεννόηση με τους ανθρώπους. Μετά θάνατον, κυκλοφόρησαν δύο ακόμη δίσκοι του.
"Το φανάρι του Διογένη" με τη συμμετοχή της Σωτηρίας Λεονάρδου,
και το "Γιουσουρούμ-Στο φαλιμέντο του κόσμου", με τη συμμετοχή του Παπακωνσταντίνου.
Το 1989, ο κρατικός ραδιοφωνικός σταθμός WDR της Γερμανίας αφιερώνει μία τρίωρη εκπομπή στον Άσιμο στο πλαίσιο του προγράμματος "Οι αιρετικοί τού κοσμου". Άφησε περίπου 140 τραγούδια.
Κηδεύτηκε στο νεκροταφείο της Καλλιθέας. Στην πλάκα, χαράχτηκαν τα στιχακια τού "Μπαγασα". Πέντε χρόνια αργότερα, τα οστά του μεταφέρθηκαν στο νεκροταφείο της Κοζάνης.
" Οταν πλακώσει ο θάνατος, αρχίζει η καταγραφή τής ζωής. Το καλό με μένα, αλλά και το ζόρι, είναι ότι ξέρω συνειδητά το θάνατο μου, και μαζί με την καταγραφή της πεθαμένης ζωής μπορώ να καταγράψω και το θάνατο μου."