Νίκος Γκάτσος - Ο ποιητής τραγουδιών

Μηνύματα
5.771
Reaction score
0
Νίκος Γκάτσος ,
Ο ποιητής τραγουδιών




Βιογραφία

Ο Νίκος Γκάτσος γεννήθηκε το 1911στα Χάνια Φραγκόβρυσης (κάτω Ασέα) της Αρκαδίας,
όπου και τελείωσε το Δημοτικό Σχολείο.
Τις γυμνασιακές του σπουδές έκανε στην Τρίπολη, όπου γνώρισε τα λογοτεχνικά βιβλία,
αλλά και τις μεθόδους αυτοδιδασκαλίας ξένων γλωσσών.
Στη συνέχεια πήγε στην Αθήνα όπου φοίτησε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Ήξερε ήδη αρκετά καλά αγγλικά και γαλλικά και είχε μελετήσει τον Παλαμά, τον Σολωμό, το δημοτικό τραγούδι,
όπως και τις νεωτεριστικές τάσεις στην ευρωπαϊκή ποίηση.

Στην Αθήνα, όπου εγκαταταστάθηκε με την οικογένειά του, άρχισε να έρχεται σε επαφή με τους λογοτεχνικούς κύκλους της εποχής.
Πρωτοδημοσίευσε ποιήματά του, μικρά σε έκταση και με κλασικό ύφος, στα περιοδικά "Νέα Εστία" το 1931 και "Ρυθμός" το 1933.
Την ίδια περίοδο έγραψε κριτικά σημειώματα στα περιοδικά "Μακεδονικές Ημέρες", "Ρυθμός" και "Τα Νέα Γράμματα"
(για τον ποιητή Κωστή Μπαστιά, την ποιήτρια Μυρτιδιώτισσα και τον Θ. Καστανάκη αντίστοιχα).

Το 1943 εξέδωσε από τις εκδόσεις "Αετός" (σε 308 αντίτυπα) το βιβλίο του "Αμοργός" με το ομώνυμο ποίημα,
που έμελε να σημαδέψει τη σύγχρονη ελληνική ποίηση.
Αυτό ήταν και το μοναδικό βιβλίο του.
Το έργο, που αποτελείται από μόνον 20 μόνον σελίδες,εκφράζει τις διαθέσεις της νεότερης ποίησης
και θεωρείται σαν κορυφαίο ποιητικό έργο του ελληνικού υπερρεαλισμού.
Στην πρώτη κυκλοφορία του μάλιστα προκάλεσε δυσμενείς κριτικές και αντιδράσεις, αλλά πολύ σύντομα,
το 1947, το κλίμα αντιστράφηκε και η "Αμοργός"με τις ευμενείς ελληνικές και ξένες κριτικές κατατάχτηκε στην κορυφή της ελληνικής ποίησης.
Η "Αμοργός" επανεκδόθηκε το 1963, το 1969 και το 1987.
Από τότε ο ποιητής εδημοσίευσε μόνον τρία ακόμη ποιήματα:
το "Ελεγείο" (1946, "Φιλολογικά Χρονικά"),
το "Ο Ιππότης και ο Θάνατος" ( 1947, "Μικρό Τετράδιο")
και το "Τραγούδι του παλιού καιρού" (1963, "Ο Ταχυδρόμος"), αφιερωμένο στο Γ. Σεφέρη.
Έγραψε επίσης πολλές μελέτες και σχόλια πάνω στην ποίηση.

Με το τέλος του πολέμου ο Ν. Γκάτσος συνεργάστηκε με την "Αγγλοελληνική Επιθεώρηση" ως μεταφραστής
και με το Εθνικό Ίδρυμα Ραδιοφωνίας ως ραδιοσκηνοθέτης, για βιοποριστικούς λόγους.
Παράλληλα άρχισε να γράφει στίχους πάνω στη μουσική του Μάνου Χατζιδάκι,
ανοίγοντας έτσι μια λαμπρή θητεία στο σύγχρονο ελληνικό τραγούδι.
Αργότερα θα συνεργαζόταν και με άλλους αξιόλογους συνθέτες, όπως με τον Θεοδωράκη και τον Ξαρχάκο.

Ο Ν. Γκάτσος, εκμεταλευόμενος την εκφραστική του δεινότητα,
ασχολήθηκε διεξοδικά με τη μετάφραση έργων,
κύρια για λογαριασμό του Εθνικού Θεάτρου, του Θεάτρου Τέχνης και του Λαϊκού Θεάτρου.
Πολλές μεταφράσεις του θα παραμείνουν έκτοτε κλασικές με πρώτη αυτή του "Ματωμένου Γάμου".
Μετέφρασε πολλούς συγγραφείς και συγκεκριμένα από τα ισπανικά τους Λόρκα, Λοπε δε Βέγα και Ραμόν δελ Βάλιε-Ινκλάν,
από τα γαλλικά, τον Ζενέ
και από τα αγγλικά τον Τ. Ουιλλιαμς, Ε. Ο΄Νηλ, Α.Μακ Λης, Σων Ο΄Κέιζυ, Αύγουστο Στρίντμπεργκ, Κρίστοφερ Φράυ και άλλους.
Το 1944 μετέφρασε ("Φιλολογικά Χρονικά") το ποίημα "Νυχτερινό Τραγούδι" του Λόρκα.
Μετέφρασε επίσης τα έργα:
"Ματωμένος Γάμος" (1948 ), "Το σπίτι της Μπερνάντα Αλμπα" (1945) του Φ. Λόρκα,
"Ο πατέρας" του Στρίνμπεργκ (1962) και "Ταξίδι μακριάς ημέρας μέσα στη νύχτα" του Ο' Νηλ (1965).
Ολα τα έργα αυτά ανεβάστηκαν από το Εθνικό Θέατρο και το Θέατρο Τέχνης.
Συνεργάστηκε επίσης με τα περιοδικά "Νέα Εστία", "Τράμ", "Μακεδονικές Ημέρες", "Μικρό Τετράδιο",
"Τα Νέα Γράμματα", "Φιλολογικά Χρονικά", "Ρυθμός" και "Καλλιτεχνικά Νέα".
Επίσης, σε συνεργασία του με την ελληνική ραδιοφωνία, σκηνοθέτησε διάφορα θεατρικά έργα.

Μεγάλη προσφορά έχει ο ποιητής σαν στιχουργός στο ελληνικό τραγούδι, στο οποίο αφιερώθηκε σε μεγάλο βαθμό μετά την "Αμοργό".
Συνεργάστηκε στενά με κορυφαίους Ελληνες συνθέτες.
Στίχους του μελοποίησαν οι Μ. Χατζιδάκις, Μ. Θεοδωράκης, Στ. Ξαρχάκος, Δ. Μούτσης, Λ. Κελαηδόνης, Χ. Χάλαρης κ.α.
σε κορυφαίες δημιουργίες και επιτυχίες
("Αθανασία", "Της γής το χρυσάφι", "Ρεμπέτικο", "Αρχιπέλαγος",
"Πήρες το μεγάλο δρόμο", "Πορνογραφία", "Λαϊκή Αγορά", "Η μικρή Ραλλού",
"Μια γλώσσα μια πατρίδα", "Αν θυμηθείς τ' όνειρό μου", "Η νύχτα",
"Στο Σείριο υπάρχουνε παιδιά","Αντικατοπτρισμοί", "Τα κατά Μάρκον",
"America America" κ.α.).
Ιδιαίτερη σχέση και συνεργασία ανέπτυξε ο ποιητής με τον Μ. Χατζιδάκι
και μάλιστα για μεγάλο διάστημα μέχρι και το θανατό του ήταν επίλεκτο μέλος της ομάδας Xατζιδάκι, Eλύτη, Tσαρούχη, Mποσταντζόγλου και Αργυράκη.

Με της υψηλής ποιότητας και μεστή ποίησή του, ο Ν. Γκάτσος καθιερώθηκε σαν κορυφαίος στιχουργός της ελληνικής έντεχνης μουσικής.
Χαρακτηριστικά, αξέχαστοι θα μείνουν οι στίχοι του,
που μελοποιήθηκαν από τον Μ. Χατζηδάκη, από το "Ματωμένο Γάμο", "Χάρτινο το Φεγγαράκι" και "Πάει ο καιρός":

"Πάει ο καιρός πάει ο καιρός
που ήταν ο κόσμος δροσερός
και καθ' αυγή ξεκινούσε μια πληγή
για να ποτίσει όλη τη γη..."


Μάλιστα, το γεμάτο νόημα αυτό τραγούδι, απαγορεύτηκε από τη δικτατορία.
Μετά την πτώση της, το 1974, ο ποιητής όμως θα απαντήσει:

"Ήρθε ο καιρός ήρθε ο καιρός
πάνου στου κόσμου την πληγή
ήρθε ο καιρός ήρθε ο καιρός
να ξαναχτίσετε τη γη..."


Ο Ν. Γκάτσος πέθανε στις 12 Μαϊου 1992 και τάφηκε στην Ασέα.
Θα μείνει για πάντα σαν ο κατ' εξοχήν εκφραστής του ελληνικού ποιητικού υπερρεαλισμού
και σαν μια εξέχουσα μορφή του ελληνικού ποιοτικού τραγουδιού.
 

Μηνύματα
5.771
Reaction score
0
ΝΙΚΟΣ ΓΚΑΤΣΟΣ




Αν ήταν ανάγκη απ’ την αρχή, χωρίς περιφράσεις και εκτεταμένες αναλύσεις,
να οριοθετήσω τη θέση και την αξία του έργου του Νίκου Γκάτσου στο σύγχρονο ελληνικό τραγούδι,
θα έλεγα πως είναι ένα από τα σπάνια εκείνα κεντρικά δημιουργήματα που συμβάλλουνε κατά πρώτο λόγο,
στη διαμόρφωση σταθερών αντικειμενικών γνωρισμάτων μιας πραγματικά νέας στιχουργικής αντίληψης
και κατά δεύτερο, στην καθαρή ποιητική έκφραση μιας αυτοτελούς προσωπικής φωνής.
Μολονότι ανήκω σε κείνους που, από την πρώτη κι όλας στιγμή,
είχανε επισημάνει την τεράστια σημασία της παρουσίας και της προσφοράς του Νίκου Γκάτσου στο ελληνικό τραγούδι,
εντούτοις αισθάνομαι πόσο δύσκολα θα μπορέσω να διατυπώσω λιτά και άμεσα τα όσα θέλω να πω γι’ αυτήν στα πλαίσια μιας εκδήλωσης
που η οικονομία του χρόνου της δεν προσφέρεται για λεπτομερείς και εξειδικευμένες προσεγγίσεις.
Αλλωστε τα τραγούδια που θ’ ακουστούν σε λίγο**,
είναι ικανά από μόνα τους να πουν πολλά περισσότερα απ’ οποιαδήποτε μελέτη και ανάλυση,
ακόμα και την πιο εμβριθή και βαθυστόχαστη.
Έτσι, με πολύ συντομία, θα προσπαθήσω να διατυπώσω ορισμένες γενικές σκέψεις για ένα έργο και μια προσφορά
που σε κάποια άλλη περίπτωση και από κάποιο άλλο βήμα,
θα απαιτούσαν διεξοδική έρευνα, ενδελεχή μελέτη και λεπτομερειακή ανάλυση.
Πριν όμως μιλήσω για το στιχουργό Νίκο Γκάτσο, πρέπει πρώτα- πρώτα ν’ αναφερθώ στον ποιητή Νίκο Γκάτσο,
γιατί η δουλειά του στο τραγούδι έχει στενή σχέση και πρώτου βαθμού συγγένεια με την ποίηση.
Είναι γνωστό, άλλωστε, ότι ο πλούτος κι ο ποιητικός θησαυρός της μεγάλης και μοναδικής ποιητικής του σύνθεσης "Αμοργός"
ελλοχεύει ευφυώς κρυφά ή φανερά και με αμέτρητους τρόπους στα τραγούδια του.
Η ανεπανάληπτη και ευτυχισμένη, για τα ελληνικά γράμματα, ποιητική αυτή στιγμή του Νίκου Γκάτσου,
που τον έχει κατατάξει στην πρώτη και κορυφαία σειρά των δημιουργών της σύγχρονης ποίησής μας,
είναι ένα αμάλγαμα που περιέχει εξίσου το χρυσάφι της ελληνικής παράδοσης και την ευρωπαϊκή θητεία του μεσοπολέμου.
Αναδεικνύει απ’ τη μια πλευρά, τη βαθειά γνώση και αγάπη του για το δημοτικό μας τραγούδι,
κι απ’ την άλλη τις επιδράσεις που δέχτηκε από την υπερρεαλιστική ποίηση.
Αλλωστε η "Αμοργός" δεν είναι παρά η έγνοια και η πρόθεση του ποιητή, να διατρέξει και να καταγράψει τον ελλαδικό χώρο,
τους ανθρώπους και την ιστορική τους περιπέτεια, καταφεύγοντας στην αποταμίευση του δικού μας λαογραφικού πλούτου και της σοφίας που αυτός εμπεριέχει,
αλλά και στην επαναστατική και ελεύθερη σκέψη της ευρωπαϊκής πρωτοπορίας που εκφράστηκε με τον υπερρεαλισμό και τις ποιητικές του καταθέσεις.
Ο στιχουργός, ο τραγουδοποιός, λοιπόν, Νίκος Γκάτσος, προέρχεται από τον ποιητή.
Όλα τα πανάκριβα και θεμελιώδη στοιχεία της ποίησής του, περιέχονται με ποικίλους ευρηματικούς τρόπους στα θαυμάσια τραγούδια του.
Τραγούδια που αφύπνισαν τη νεοελληνική ευαισθησία έτσι όπως κείτονταν μισοπεθαμένη στο άγονο έδαφος
της στείρας αισθηματολογίας των στιχουργικών φληναφημάτων της επιθεώρησης, της οπερέτας και της μετέπειτα περιόδου.
Η διαφορά του Γκάτσου από τους ομότεχνούς του, έγκειται στο γεγονός ότι όταν αυτός γράφει στίχους για να κάνει τραγούδια, παραμένει ποιητής,
ενώ οι άλλοι κι όταν ακόμα προσπαθούν με τους στίχους τους να πλησιάσουν την ποίηση, παραμένουν στιχουργοί.
Ο Γκάτσος άνοιξε νέους δρόμους στο ελληνικό τραγούδι, διεύρυνε τους ορίζοντές του,
ανανέωσε τη μορφή και το περιεχόμενό του, προσκομίζοντας μια εντελώς νέα αισθητική άποψη.
Όσον αφορά στη μορφή, τα τραγούδια του έχουν ποικιλία ρυθμών που είναι αποτέλεσμα πολλαπλών συνδυασμών των μετρικών σχημάτων.
Δεν περιορίζονται μόνο στην πάγια και σταθερή μετρική αντίληψη που υποτάσσεται στο κλασσικό τετράστιχο των οκτώ και επτά συλλαβών ανά στίχο αντίστοιχα:
κάτι δηλαδή που χαρακτηρίζει τη μεγαλύτερη πλειοψηφία των ελληνικών τραγουδιών.
Στα τραγούδια του Γκάτσου συναντάμε πεντάστιχα, εξάστιχα, επτάστιχα, οκτάστιχα,
ακόμα και εννιάστιχα με πλήθος συνδυασμών όσον αφορά στον αριθμό των συλλαβών ανά στίχο.
Αυτές οι μετρικές και οι αριθμητικά αντίστοιχες συλλαβικές ποικιλίες, διευθετημένες με άριστο τρόπο και άψογη τεχνική,
δημιουργούν νέες προσωδίες και προσδίδουν νέες δυνατότητες στη μελοποίηση.
Ένα άλλο στοιχείο, εκτός από το ρυθμό και το μέτρο, που συντελεί στη μορφολογική αρτιότητα των τραγουδιών του, είναι η απόλυτη ομοιοκαταληξία.
Ο Γκάτσος είναι ένας απαράμιλλος μάστορας της ρίμας που στοχεύει πάντα στην ουσία της λειτουργίας του τραγουδιού,
άλλοτε με ευρηματικό οίστρο και άλλοτε με παιγνιώδη διάθεση.
Και είναι αυτό ακριβώς το ανεξάντλητο παιχνίδι της ρίμας που προσδίδει στα τραγούδια του μια γνήσια λαϊκότητα.
Το μεγαλείο, όμως, των τραγουδιών του, βρίσκεται στο περιεχόμενο.
Τα θέματά τους και ο τρόπος που δίνονται είναι σε πλήρη διάσταση με οτιδήποτε προηγούμενο.
Με τη στιχουργική του Γκάτσου πραγματοποιήθηκε το νέο τραγούδι,
που περισσότερο από κάθε άλλη φορά δίνει μια κυρίαρχη θέση στην ποίηση, την αφήνει να προπορεύεται.
Το νόημα, ο μύθος, το συναίσθημα, η κεντρική άποψη, ο άνθρωπος, η φύση μετατοπιστήκανε στο εσωτερικό του τραγουδιού.
Δεν προπορεύονται, ακολουθούν την ποίηση η οποία μας προσφέρεται άφθονη, άμεση, πυκνή.
Από τα τραγούδια του Γκάτσου αναβλύζει ένας ποιητικός ανθώνας που λες και βλασταίνει στον κήπο μιας άλλης Ελλάδας,
που εκφράζεται και τραγουδάει μ’ ένα νέο τρόπο.
Όχι αυτής που μόνιμα και μονότονα υμνεί, σχεδόν μόνο, τη φύση και τον έρωτα με πανσέδες και γιούλια -συνήθως μαραμένα -
αλλά εκείνης που στη γη της φυτρώνουν το φλισκούνι, η άγρα μέντα, το θυμάρι, ο δυόσμος, το δεντρολίβανο, ο κατηφές,
ο βασιλικός, το αγιόκλημα το κυκλάμινο, η μαντζουράνα, το τριφύλλι, το χρυσάνθεμο.
Μόνιμα επίσης μοτίβα στα θέματα των τραγουδιών του είναι τα πουλιά, τα ζώα, τα ονόματα πόλεων και νησιών, ο ουρανός και τα ουράνια σώματα.
Το πρωταρχικό όμως εδώ είναι ότι από τη σύνθεση όλων αυτών των στοιχείων της μορφής και του περιεχομένου,
αναδύεται ένας καθαρός ποιητικός λόγος που δεν υπήρχε στο ελληνικό τραγούδι πριν την εμφάνιση του Νίκου Γκάτσου.
Τραγούδια όπως αυτά από τη "Μυθολογία", την "Αθανασία", τα "Παράλογα", το "Νυν και Αεί"
τους "Μύθους μιας γυναίκας" τις "Μέρες επιταφίου", το "Χάρτινο φεγγαράκι" και τόσα άλλα,
είναι διαμάντια μιας μοναδικής και πρωτοπόρας τέχνης που κινητοποιεί με ξεχωριστή ευαισθησία το μηχανισμό της ψυχής μας.
Με τα τραγούδια του Γκάτσου και μέσα από τη διαδικασία της συγκίνησης, μάθαμε τον τόπο μας,
ήρθαμε σ’ επαφή με τις ιδιαιτερότητες της φύσης του, γνωρίσαμε τους ανθρώπους και τις περιπέτειές τους
και θα τολμούσα, με κάποιες επιφυλάξεις, να πω ότι όλα όσα μας είπε αυτός με τους στίχους του,
δεν κατάφερε να τα πει η πεζογραφία του καιρού του.
Με τη στιχουργική του ο Γκάτσος αναδεικνύεται όχι μόνο ο σημαντικότερος και διαχρονικότερος τραγουδοποιός του τόπου μας,
αλλά κι ένας σοφός δάσκαλος ο οποίος, ανάμεσα στα πολλά άλλα,
μας δίδαξε ότι η αληθινή κι η μεγάλη τέχνη δεν είναι αποκλειστικό προνόμιο των λόγιων προσεγγίσεων,
αλλά και των ταπεινών μορφών έκφρασης.
Ας μην ξεχνάμε άλλωστε αυτό που έλεγε κι ο ίδιος:
"Προτιμώ την ταπεινή τέχνη που λειτουργεί , παρά την υψηλή που σκονίζεται στις βιβλιοθήκες".



ΚΩΣΤΑΣ ΜΥΛΩΝΑΣ
 

Μηνύματα
5.771
Reaction score
0
ΕΓΡΑΨΑΝ ΓΙΑ ΤΟΝ ΝΙΚΟ ΓΚΑΤΣΟ




«Ο Γκάτσος πρώτα απ’ όλα είναι ένας μεγάλος ποιητής.
Όλοι σταματούν στο γεγονός ότι έχει γράψει ένα βιβλίο, αλλά είμαι βέβαιος ότι κανένας δε γνωρίζει το ένα αυτό βιβλίο,
για ν’ αντιληφθεί πόσο δε χρειαζόταν το δεύτερο βιβλίο, αφού δεν θέλησε να μας το δώσει.
Ο Γκάτσος είναι επίσης ένας μεγάλος στοχαστής. Βαθιά ελληνικός και βαθιά σύγχρονος. Πολύ λίγοι είχαν την τύχη να τον γνωρίσουν. Μέσα σ’ αυτούς κι εγώ.
Συνεπώς, η επιρροή του μου χάρισε ό, τι στέρεο, ό, τι σοβαρό κι ό, τι αξιόλογο περιέχω σήμερα».

Μάνος Χατζιδάκις, από το βιβλίο του «Ο καθρέφτης και το μαχαίρι», εκδόσεις «Ίκαρος».



«Έχω δει τον Νίκο Γκάτσο να εξαναγκάζει σε αναβολή πρεμιέρες και να ξημερώνεται για μία λέξη. Όχι καν λέξη σε ποιητικό κείμενο.
Σε απλό θεατρικό διάλογο, προορισμένον να διαρκέσει μερικά δευτερόλεπτα. Τι μπορεί να σημαίνει μια τέτοιου είδους επιμονή;
Ευσυνειδησία; σχολαστικότητα; αίσθηση ευθύνης; μανία της τελειότητας;
Ερευνήσατε στα εδάφη του Διονυσίου Σολωμού για να βρείτε το μυστικό. Και να εξηγήσετε την ολιγογραφία του…
Και λοιπόν, να κρίνουμε τον Νίκο Γκάτσο από την Αμοργό και τις μεταφράσεις του;
Ωστόσο, αν ένας μάγος μπορούσε να μεταμφυτεύσει σ’ όλους τους σύγχρονους Έλληνες τι «στέκει» και τι «δε στέκει», όπως βγαίνει από τη μικρή εκείνη ποιητική συλλογή,
καθώς και το τι περνάει και τι δεν περνάει από τη γλώσσα μας, όπως βγαίνει από τα ποιητικά έργα που μεταγλώττισε,
θα βλέπαμε ποια και πόση μπορεί να είναι η συνεισφορά του.
Αλλ’ εμείς τη δημοτική γλώσσα και την παράδοση τις εκμάθαμε.
Σιγά σιγά και με πολύν κόπο.
Εκείνος τις βρήκε μέσα του, έτοιμες, μαζί με τα τραγούδια των προγόνων του, τις αφομοίωσε μαζί με «το γάλα της μητρός του».

Οδυσσέας Ελύτης, από το «Εν Λευκώ», εκδόσεις «Ίκαρος».



«Προτιμούσε να γράφει πάνω στις μελωδίες, γιατί πίστευε πως εκείνος ερμήνευε –συνήθως– πιο σωστά, το αίσθημα που έβγαινε απ’ αυτές
και γιατί φοβόταν πως ο συνθέτης θα έμενε στην επιφάνεια των στίχων, κυρίως σε συνεργασίες προκαθορισμένες από την δισκογραφική του εταιρεία.
Όταν την πρωτοβουλία την είχε ο ίδιος, όπως έγινε με την «Μυθολογία» και «Τα παράλογα», οι στίχοι γράφονταν πριν…
Ο Γκάτσος είχε κανόνα και στόχο του, οι στίχοι του να στέκονται χάρις στην ποιητική τους αξία, σαν αυτόνομο γραπτό.
Κάποιοι είπαν ότι, από κούραση ή βαρεμάρα, παράλληλα με τόσο σπουδαίους στίχους, έχει γράψει και πολλούς ασήμαντους.
Η ευσυνειδησία του δεν του επέτρεπε να δείξει ούτε κούραση ούτε βαρεμάρα στη δουλειά του.
Απλά οι μελωδίες ήταν αδύνατες και δεν του άφηναν περιθώριο να πάει κόντρα σ’ αυτές,
χωρίς τα λόγια να φαίνονται ξένα είτε στην ίδια την μελωδία είτε στο στόμα του τραγουδιστή».

Αγαθή Δημητρούκα, από το «Ημερολόγιο 1999» των εκδόσεων «Διάμετρος».



«Μου έρχονται τραγούδια στο μυαλό που τα ακούω χρόνια και τώρα τα καταλαβαίνω.
Όπως αυτό του Γκάτσου –του ανθρώπου που νιώθω πνευματικό μου πατέρα– που λέει:
«Βάλε φωνή κοντά σου να γυρίσω, βάλε φωνή τη γη να θυμηθώ».
Τι πάει να πει τη γη να θυμηθώ; Και τότε το τραγουδούσαμε τόσο απλά…
Για άκουσέ το και πάλι και αναρωτήσου. Που ήταν αυτός ο άνθρωπος;
Το λέγαμε πολύ φυσιολογικά αυτό το νόημα!!!».

Λίνα Νικολακοπούλου, από το περιοδικό «DNA», 1997.
 

Μηνύματα
5.771
Reaction score
0
Νίκος Γκάτσος ,Ο ποιητής τραγουδιών



Δέκα χρόνια συμπληρώνονται σήμερα από τον θάνατο του Νίκου Γκάτσου,
του ποιητή που σφράγισε με τους στίχους του το έντεχνο ελληνικό τραγούδι
από τη δεκαετία του 1950 ως εκείνη του 1980,
κομίζοντας σε αυτό τον υπερρεαλιστικό λόγο αλλά και συνδυάζοντάς τον
με τη δημοτική παράδοση.
«Το Βήμα» αναζητεί σήμερα την ουσία της προσφοράς του στο τραγούδι
με την απόσταση που δημιουργεί η πάροδος
μιας δεκαετίας βιολογικής απουσίας του και,
παράλληλα, επιχειρεί να φωτίσει το θέμα της «τυχαίας» ενασχόλησής του
με το τραγούδι,
αφού ο Νίκος Γκάτσος υπήρξε ποιητής ο οποίος εγκατέλειψε την τέχνη του για να ακολουθήσει μια άλλη συγγενή προς εκείνη, αυτή του τραγουδιού.

Ο Νίκος Γκάτσος (γεννημένος το 1911 στην Ασέα Αρκαδίας)
ήταν ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του '30 γνωστός στους φιλολογικούς κύκλους των Αθηνών,
συμμετέχοντας στα λογοτεχνικά καφενεία της εποχής.
Εκεί έγινε κοινωνός του ρεύματος του υπερρεαλισμού
και μέλος της συντροφιάς των κυριοτέρων εν Ελλάδι εκπροσώπων του.
Η συναναστροφή αυτή θα οδηγήσει στο κορυφαίο ποιητικό του έργο,
την «Αμοργό», το οποίο - σύμφωνα με μαρτυρίες -
γράφτηκε «τυχαία εν μια νυκτί».
Η συγγραφή άρχισε ένα βράδυ στο σπίτι του Γκάτσου,
παρουσία του Οδυσσέα Ελύτη, σαν ένα «παιχνίδι υπερρεαλιστικής μίμησης»
για να εξελιχθεί σε ένα από τα σημαντικότερα κείμενα
του σύγχρονου ελληνικού υπερρεαλισμού.

Η ποιητική αυτή σύνθεση κυκλοφόρησε το 1943 σε 308 αντίτυπα,
ως σήμερα όμως έχει ξεπεράσει τις 40.000 αντίτυπα σε πωλήσεις.
Η «Αμοργός» γνώρισε αρχικά την επιφύλαξη - ακόμη και τη χλεύη -
των κριτικών.
Ο κριτικός Μ. Ροδάς τη χαρακτήρισε «Αρλουμπολογία».
«Εάν ο κ. Γκάτσος είναι φαρσέρ,
τότε ασφαλώς η "Αμοργός" τού προσφέρει μίαν απόλαυση
με τα ρουθούνια των αγελάδων»
έγραφε σε κριτική του, παραφράζοντας στίχο της «Αμοργού».
Ο Α. Σπυρής, στα «Φιλολογικά Χρονικά»,
χαρακτήρισε το ποίημα «προδιαγεγραμμένο σχέδιο,
σα να ήθελε ο ποιητής να εκθέσει τον εαυτό του στη χλεύη του κόσμου».

Το λάθος των περισσοτέρων από τους κριτικούς εκείνης της περιόδου
είναι ότι προσπάθησαν να εξηγήσουν λογικά την «Αμοργό»,
να ερμηνεύσουν λέξη προς λέξη ένα γνήσιο υπερρεαλιστικό κείμενο,
να αναγνώσουν μία νέα γλώσσα με τρόπο παλαιό.

Τη δεκαετία που ακολούθησε,
η «Αμοργός» πήρε τη θέση που της έπρεπε στη συνείδηση των κριτικών
αλλά και του αναγνωστικού κοινού,
έτσι ώστε ο Ν. Γκάτσος να θεωρείται ήδη καταξιωμένος ποιητής,
αν και είχε ένα μόνο ποιητικό έργο στο ενεργητικό του.

Το γεγονός ότι ο Γκάτσος έγραψε την «Αμοργό» σε ηλικία μόλις 32 ετών
δημιουργούσε την αίσθηση
ότι δεν επρόκειτο παρά για την αφετηρία ενός μακρού ποιητικού δρόμου.
Εν τούτοις εκείνος σιώπησε,
δεν εξέδωσε ξανά ποιητική συλλογή και στράφηκε
- από τις αρχές του '50 και μετά - στο τραγούδι.
Αυτή η αλλαγή πλεύσης συνιστά ως σήμερα
τη λεγόμενη «μυθολογία ή μυστήριο του Ν. Γκάτσου»,
όπως την αποκαλούν οι μελετητές του έργου του.
Ο ίδιος δεν απάντησε ποτέ στο ερώτημα «γιατί εγκατέλειψε την ποίηση»,
όπως δεν εμφανίστηκε ποτέ και στην τηλεόραση
για να πει έστω και μία κουβέντα.

Στο αρχείο της ΕΡΤ υπάρχει η μία και μοναδική του τηλεοπτική εμφάνιση,
όπου ένας μουσικός παίζει πιάνο
και ο Ν. Γκάτσος διακρίνεται σοβαρός και αμίλητος μέσα από έναν καθρέφτη.
Αφού ο ίδιος ο ποιητής δεν μίλησε ποτέ για τη μετάβασή του στο τραγούδι,
προσπάθησαν οι μελετητές του έργου του να βρουν μια άκρη στο ζήτημα αυτό.
Η πιο ώριμη όμως θέση εκφράστηκε από τον φιλόλογο Τάσο Λιγνάδη,
ο οποίος θεώρησε την «Αμοργό» ως «πρότυπο, υπόδειγμα, μοντέλο,
το οποίο επετέλεσε κατά τρόπο ραγδαίο τον προορισμό του
αμέσως από τη χρονιά που βγήκε».
Αφού ο σκοπός είχε εκπληρωθεί,
μια νέα ποιητική συλλογή θα αποτελούσε πιθανόν επανάληψη.
«Εμαθε όλη την Ελλάδα να τραγουδάει στίχους που ποτέ δεν μπορούσε να φανταστεί»

Η εκτίμηση του Μάνου Χατζιδάκι στον Νίκο Γκάτσο
αντηχεί στα λόγια όσων σήμερα καλούνται να τοποθετηθούν για το καλλιτεχνικό του μέγεθος.
Ανάμεσά τους ο Λευτέρης Παπαδόπουλος,
ο οποίος επί σειρά ετών εθεωρείτο για το ευρύ κοινό
(που αρέσκεται στον διπολισμό)
το «αντίπαλον δέος» του Νίκου Γκάτσου στην ελληνική στιχουργία.
Σήμερα ο Λ. Παπαδόπουλος ονομάζει τον Νίκο Γκάτσο «δάσκαλο»,
τον θεωρεί «τον μεγαλύτερο από τους δασκάλους» του
και προσδιορίζει την ουσία της διαφοράς τους στη δομή των θεμάτων τους.
«Εγώ αφηγούμαι μια ιστορία από την αρχή ως το τέλος.
Ο Γκάτσος πολλές φορές ξεκινάει μια ιστορία και οδηγείται σε μια άλλη.
Αυτό απαιτεί τόλμη και ποιητική σοφία» τονίζει ο Λευτέρης Παπαδόπουλος
και εστιάζει στην ουσία της προσφοράς του Ν. Γκάτσου στο ελληνικό τραγούδι:
«Εμαθε όλη την Ελλάδα να τραγουδάει στίχους
που ποτέ δεν μπορούσε να φανταστεί,
διότι είχε μια πρωτοφανή τόλμη στην εικονοποιία, στη ρίμα
και στην εξέλιξη των θεμάτων του σε κάθε τραγούδι».

Συγγενής προς αυτή την εκτίμηση εκείνη του στιχουργού Μάνου Ελευθερίου:
«Η προσφορά του Γκάτσου στο τραγούδι ήταν το Μεγάλο Απρόοπτο.
Εφερε τον υπερρεαλισμό. Οχι μόνο τον εισήγαγε αλλά τον επέβαλε κιόλας.
Δείτε τους στίχους του στους "Δροσουλίτες",
πώς συνδυάζουν τον υπερρεαλισμό με την παράδοση.
Τέτοια πράγματα δεν ξαναγίνονται».

Στο αίτημα να υποδείξει ένα τραγούδι το οποίο κατά τη γνώμη του
συγκεντρώνει τις βασικές ποιητικές αρετές του λόγου του Νίκου Γκάτσου
ο Μ. Ελευθερίου επιλέγει τον «Γιάννη τον φονιά».
«Θεωρώ ότι είναι το αριστούργημά του» δηλώνει και θέτει το ερώτημα:
«Ποιος συνθέτης όμως θα μελοποιούσε τον "Γιάννη τον φονιά" σήμερα;
Εχει στραφεί αλλού το ελληνικό τραγούδι.
Λείπει σαφώς ο Ν. Γκάτσος απ' αυτό,
αλλά ακόμη και αν ζούσε δεν θα μπορούσε να το παρακολουθήσει.
Ηδη τα τελευταία χρόνια της ζωής του είχε το παράπονο
ότι δεν του ζητούσαν πια στίχους.
Αυτό συνέβαινε γιατί το τραγούδι είχε ήδη φύγει γι' αλλού...».

Ενας από τους βασικούς ερμηνευτές στίχων του Ν. Γκάτσου,
ο Μανώλης Μητσιάς
(ερμηνευτής σε τέσσερις κύκλους τραγουδιών του
και σε τραγούδια που δισκογραφήθηκαν σε 45άρια),
αναφέρει τα σημεία στα οποία επικεντρώνει το εδώ
και μία δεκαετία απλήρωτο κενό του Ν. Γκάτσου:
«Λείπουν σήμερα από το τραγούδι οι πρωτογενείς λέξεις που χρησιμοποιούσε
καθώς και η ικανότητα που είχε να περικλείει μεγάλα νοήματα
σε ένα τετράστιχο».
Εντοπίζει δε τη συμβολή του στο γεγονός
ότι προσέδωσε στο λαϊκό τραγούδι ποιητικότητα:
«Πριν από εκείνον η Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου έγραφε λαϊκά τραγούδια,
ο Γκάτσος όμως έκανε καθημερινό τραγούδι την ποιητική τέχνη.
Επέβαλε μάλιστα στο τραγούδι τη δημοτική ποίηση.
Ηταν βαθύς γνώστης της.
Ηξερε κάθε γωνιά της χώρας, ήξερε εκατοντάδες δημοτικά ποιήματα απέξω.
Δείτε πώς μιλάει στα τραγούδια του για την Παναγιά,
αναφέροντάς την με τις ιδιαίτερες ονομασίες
που της αποδίδονται σε κάθε γωνιά της Ελλάδας».

Σήμερα, δέκα χρόνια μετά τον θάνατό του,
πρωταγωνιστεί στο τραγούδι μια ολόκληρη γενιά συνθετών
που δεν συνέπεσαν χρονικά με τον Ν. Γκάτσο ως δημιουργοί,
επηρεάστηκαν όμως βαθιά από το έργο του.
Ανάμεσά τους ο Γιώργος Ανδρέου αποτιμά το έργο του Νίκου Γκάτσου.
«Ο Γκάτσος αποτελεί στιχουργική περίπτωση
που δεν άφησε συνέχεια σε ευθεία αναγωγή.
Σήμερα έχει επικρατήσει πιο πολύ ένα είδος εξπρεσιονιστικής γραφής
παρά η δική του άποψη.
Ο Γκάτσος ήταν το μείγμα του Ομήρου, του Σολωμού,
της Ευτυχίας Παπαγιαννοπούλου, των δημοτικών παραλογών και του Ρεμπό.
Αυτές τις παραμέτρους δεν τις είχε άλλος στιχουργός»
σημειώνει ο συνθέτης,
ο οποίος έχει αφιερώσει και ένα τραγούδι του στον Νίκο Γκάτσο
(«Ολα, κύριε Νίκο, είναι εδώ...»)
όπου χρησιμοποιεί στοιχεία της φρασεολογίας του.







Νάνα Μούσχουρη
«Ο Νίκος με έμαθε τι είναι ελευθερία»

Η Νάνα Μούσχουρη ήταν επιστήθια φίλη του Νίκου Γκάτσου,
θεωρώντας τον πρόσωπο που καθόρισε την πορεία της στη ζωή
και στο τραγούδι.
Συνεργάστηκε μαζί του κατά την πρώτη
(«Χάρτινο το φεγγαράκι», «Ελα πάρε μου τη λύπη» κτλ.)
και κατά την τελευταία του στιχουργική περίοδο
(«Η ενδεκάτη εντολή», 1985, «Οι μύθοι μιας γυναίκας», 1988,
«Αγάπη είν' η ζωή», 1994).
Παρ' ότι δεν συμμετέχει σε «αφιερωματικού χαρακτήρα κείμενα»,
όπως τονίζει η ίδια,
κινητοποιήθηκε από την επέτειο του θανάτου του
και έγραψε για «Το Βήμα» τα παρακάτω λόγια,
επιχειρώντας περισσότερο μια συναισθηματική προσέγγιση
παρά έναν καλλιτεχνικό απολογισμό.

«Για μένα ήταν φίλος, πατέρας κι αδερφός.
Μου έδωσε εμπιστοσύνη για τη ζωή.
Με άφησε να καταλάβω ότι δεν έχει τόση σημασία το τι κάνεις
αλλά το πώς και γιατί το κάνεις.
Ολοι έχουμε βάλει στη ζωή έναν ήλιο σαν σύνορο,
το πιο σημαντικό όμως είναι όχι να το φτάσεις αλλά ο δρόμος που χαράζεις.
Από εκείνον έμαθα τι είναι ελευθερία, έμαθα να σέβομαι τα σύνορα του ανθρώπου, να υποστηρίζω τα παιδιά και τη δικαιοσύνη.
Ο Νίκος αντιπροσωπεύει πάντοτε για μένα το μεγάλο ελληνικό πνεύμα,
γεμάτο γνώση, γενναιοδωρία και ελευθερία,
με σπάνια καλαισθησία, υπερηφάνεια αλλά και αυστηρότητα,
αυτήν που απορρέει από την ευγενή απλότητα του στίχου του.
Ηταν γεμάτος σοφία και ανθρώπινη κατανόηση, ευφυΐα, περιέργεια,
δίψα να αναλύει τη σκέψη της νέας γενιάς
και να εκφράζει τις ανησυχίες και τα όνειρά της.
Ηταν ο άνθρωπος του μέλλοντος και της αισιοδοξίας
και παρ' όλο που συχνά υπεδείκνυε τις πικρές αλήθειες της πραγματικότητας, δεν καταδίκαζε ποτέ.
Πίστευε στον άνθρωπο που μια μέρα θα μπορούσε να κρίνει μόνος του
τον δρόμο που θα ακολουθήσει.
Τα χαρακτηριστικά του στίχου του ήταν η αρμονία των ιδεών και των λέξεων που διάλεγε για την έκφρασή τους.
Δημιουργούσε συγκινητικές αόρατες μουσικές εικόνες
γεμάτες ευγένεια και ποίηση.

Δεν αισθάνομαι την απουσία του γιατί συνεχίζει να με εμπνέει.
Μια όμως διαφορετική αίσθηση απουσίας είναι το ότι δεν μπορώ να του μιλήσω.
Στα σαράντα χρόνια που έζησα ταξιδεύοντας έξω από τη χώρα μας
με βοήθησε με την καθημερινή τηλεφωνική επαφή μας
να διατηρήσω την ελληνικότητά μου, την ταυτότητά μου,
τη γλώσσα και τις πολιτιστικές αξίες.
Προσπαθώ μέχρι σήμερα με τα τραγούδια του
να μεταδώσω τις μεγάλες ηθικές αξίες
με τις οποίες η φιλία του με πλούτισε.
Η ταπεινή προσφορά μου είναι
ότι πάρα πολλοί νέοι στο εξωτερικό έμαθαν να τραγουδούν στα ελληνικά "Χάρτινο το φεγγαράκι" ή "Ασπρη μέρα".
Και μαθαίνουν τη γλώσσα μας
για να εμβαθύνουν απόλυτα στο νόημα και στο μήνυμα του Γκάτσου
το οποίο μου εμπιστεύθηκε
(μια φορά κι έναν καιρό, όπως λένε τα παραμύθια)...».


Η είσοδος στη δισκογραφία

Από τις αρχές της δεκαετίας του '50 ως τα τέλη του '80
ο Νίκος Γκάτσος δημοσιοποίησε περίπου 340 στίχους του
σε τραγούδια των Μάνου Χατζιδάκι, Μίκη Θεοδωράκη, Σταύρου Ξαρχάκου, Δήμου Μούτση, Χριστόδουλου Χάλαρη, Γιώργου Χατζηνάσιου,
Λουκιανού Κηλαηδόνη.
«Τα περισσότερα από τα τραγούδια του Ν. Γκάτσου
που δισκογραφήθηκαν γράφτηκαν πάνω σε ήδη δοσμένες μουσικές»
τονίζει η πνευματική του κληρονόμος κυρία Αγαθή Δημητρούκα,
αποκαλύπτοντας κάτι που είναι ελάχιστα γνωστό στο ευρύ κοινό
και έχει ξεχωριστή αξία,
αφού ο Ν. Γκάτσος κατάφερε να δημιουργήσει ένα αυτόνομο ποιητικό σύμπαν
πάνω σε καθορισμένα εκ των προτέρων από τους συνθέτες μουσικά μέτρα.
Ανάμεσα στα ποιητικής αισθητικής τραγούδια του Ν. Γκάτσου
είναι τα «Αθανασία», «Η μικρή Ραλλού», «Αύριο πάλι», «Σ' έβλεπα στα μάτια», «Μάτια βουρκωμένα», «Παλικάρι στα Σφακιά», «Ο Γιάννης ο φονιάς»,
«Κοίτα με στα μάτια», «Μπουρνοβαλιά», «Η ενδεκάτη εντολή»,
«Κεμάλ» και «Περιμπανού».
Τα περισσότερα από τα προαναφερθέντα τραγούδια
είναι καρπός της συνεργασίας του με τον Μάνο Χατζιδάκι.
Είναι γνωστή η καλλιτεχνική τους συμπόρευση
- ο Χατζιδάκις βρήκε στον Γκάτσο τον Λόγο των τραγουδιών του -,
κατάθεση όμως του συνθέτη στον δημοσιογράφο κ. Ν. Γκροσδάνη
αποκαλύπτει τον βαθύ ρόλο που έπαιξε η προσωπικότητα του Ν. Γκάτσου
στον νεαρό τότε (τους χώριζαν 14 χρόνια διαφοράς) Μάνο Χατζιδάκι:
«Η σχέση μου με τον Γκάτσο μού διαμόρφωσε τον χαρακτήρα.
Τον θεωρώ τον πιο σημαντικό άνθρωπο που γνώρισα στη ζωή μου, μετά τη μητέρα μου.
Ο Γκάτσος μ' έφτιαξε πνευματικά».



ΝΙΚΟΣ ΜΩΡΑΪΤΗΣ
Το ΒΗΜΑ, 19/05/2002 , Σελ.: C30
Κωδικός άρθρου: B13564C301
ID: 245588
 

Μηνύματα
5.771
Reaction score
0


Από το μελωδικό «Χάρτινο το φεγγαράκι», τον εμπνευσμένο «Ματωμένο γάμο» και τη «Μυθολογία» ώς την «Αθανασία» και τους «Αντικατοπτρισμούς»
η μουσική του Μάνου Χατζιδάκι και οι στίχοι του Νίκου Γκάτσου δημιούργησαν την τέλεια αρμονία.

Ο Μίκης Θεοδωράκης έδωσε πνοή στους στίχους της «Μυρτιάς», «Αν θυμηθείς τ' όνειρό μου», «Σε πότισα ροδόσταμο», «Στράτα τη στράτα».

Ο Σταύρος Ξαρχάκος μας συστήθηκε με το «Ενα μεσημέρι» και συνέχισε με τις συλλογές «Νυν και αεί», «Ρεμπέτικο», «Τα κατά Μάρκον».

Αξέχαστα λαϊκά του Δήμου Μούτση, όπως «Πήρες το μεγάλο δρόμο», «Σ' έβλεπα στα μάτια», «Αύριο πάλι», «Απονη καρδιά»
ερμήνευσαν ο Σταμάτης Κόκκοτας, ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης, η Δήμητρα Γαλάνη, ο Μανώλης Μητσιάς.

Ο Λουκιανός Κηλαηδόνης αφηγήθηκε τα παραμύθια της «Κόκκινης κλωστής», ο Χριστόδουλος Χάλαρης ζωντάνεψε μουσικά τους «Δροσουλίτες»,
ο Γιώργος Χατζηνάσιος πρόσθεσε την «Ενδεκάτη εντολή».

Τι να πρωτοθυμηθεί κανείς... Εκατοντάδες λυρικά, ερωτικά, ονειρικά τραγούδια έγραψε ο Νίκος Γκάτσος,
που μελοποιήθηκαν από τους πιο σημαντικούς συνθέτες μας και ερμηνεύτηκαν από τους καλύτερους τραγουδιστές μας.
Είναι τα τραγούδια που κόλλησαν στα χείλη μας, αγαπήθηκαν πολύ, έχουν τη σφραγίδα του διαχρονικού.
Δείχνουν την πορεία και για πολλούς αποτελούν την ίδια την ιστορία του νεοελληνικού τραγουδιού.

Συνολικά 340 τραγούδια που ηχογραφήθηκαν στις 33 και τις 45 στροφές,
συνόδευσαν θεατρικά και κινηματογραφικά έργα και δεκάδες άλλα ανέκδοτα που πιθανόν τώρα τα ψάλλουν τ' αγγελούδια στον ουρανό
συγκεντρώθηκαν σε έναν ογκώδη τόμο 600 σελίδων, που θα κυκλοφορήσει με τίτλο «Ολα τα τραγούδια» από τις εκδόσεις «Πατάκη» στις αρχές Ιουνίου.
Ουσιαστικά πρόκειται για την πλήρη καταγραφή των τραγουδιών που ο ποιητής της «Αμοργού» έγραψε από τα τέλη της δεκαετίας του '50 μέχρι το τέλος της ζωής του,
όταν, πλήρης ημερών, «επέστρεψε» στη γενέθλια γη, στις 12 Μαΐου 1992.

Στο βιβλίο, την εισαγωγή έχει γράψει ο ποιητής Γιώργος Κοροπούλης, ενώ η ποιήτρια Αγαθή Δημητρούκα,
που για πολλά χρόνια συντρόφεψε τον Γκάτσο, αναφέρεται στο εκδοτικό εγχείρημα.

Εκτός από το σύνολο των στίχων τα τραγούδια ταξινομούνται σύμφωνα με την πρώτη τους εμφάνιση στη δισκογραφία και με αλφαβητική σειρά βάσει των τίτλων τους,
ενώ σε ξεχωριστή ενότητα συμπεριλαμβάνονται οι ανέκδοτοι στίχοι, ορισμένους από τους οποίους προδημοσιεύει σήμερα η «Κ.Ε.».

Τα τραγούδια εικονογραφεί με τα μολύβια του ο Χρήστος Μαρκίδης.
Οπως μας πληροφορεί ο εκδότης Στέφανος Πατάκης προς το τέλος του καλοκαιριού θα επανεκδοθεί η «Αμοργός» μαζί με άλλα ποιήματα του Γκάτσου,
καθώς και οι μεταφράσεις που έχει κάνει για θεατρικά έργα («Ματωμένος Γάμος», «Το ταξίδι της μακριάς ημέρας μέσα στη νύχτα» κ.ά.).

Xωρίς επιλογή

Μια πρώτη προσπάθεια για την έκδοση των τραγουδιών του Νίκου Γκάτσου έγινε το 1992,
όταν ο ίδιος ο ποιητής επέλεξε τα πιο αγαπημένα του για τη συλλογή «Φύσα αεράκι φύσα με, μη χαμηλώνεις ίσαμε» (εκδόσεις «Ικαρος»).

Το «Ολα τα τραγούδια» περιλαμβάνει «άπαντα τα τραγούδια ακόμη και τα πρόχειρα στιχουργήματα
κι αυτά που πιθανόν να θεωρηθούν δεύτερης διαλογής κι έγιναν για να λυθεί το συμβολαιό του με την Columbia»,
επισημαίνει η Αγαθή Δημητρούκα, «γιατί από τα ασήμαντα ενός σημαντικού δημιουργού καταλαβαίνει κανείς την προσπάθειά του».

Ο Νίκος Γκάτσος έγραψε τα πρώτα του τραγούδια για το Μάνο Χατζιδάκι.
To «Λεωφορείον ο πόθος» του Τένεσι Ουίλιαμς ήταν η αρχή μιας βαθιάς φιλίας, ενός αχτύπητου διδύμου.

Οι παλιότεροι τους θυμούνται στο τραπεζάκι τους στου «Φλόκα» ή στο «GB» να συζητούν ώρες ολόκληρες και να γράφουν σκυμμένοι.
Μιλούσαν την ίδια γλώσσα.
Μερικές φορές ο Γκάτσος, ακούγοντας τη μελωδία, άλλαζε τα λόγια,
άλλες φορές ο Χατζιδάκις του ζητούσε στιχουργικές παραλλαγές για να τις επεξεργαστεί.

Η αλήθεια είναι ότι ο ένας επηρέαζε και τροφοδοτούσε τον άλλον με ιδέες.
Ο Χατζιδάκις μάλιστα είχε δηλώσει σε συνέντευξή του ότι:
«Ο Γκάτσος επηρέασε εμένα, όχι εγώ τον Γκάτσο. Εγώ ήμουν ο μαθητής. Είχα την τύχη να εισπράξω πολύτιμα μαθήματα,
ιδίως σε μια περίοδο, μετά την απελευθέρωση, που οι συνομήλικοί του φίλοι έφυγαν στην Ευρώπη και οι δικοί μου πάλι το ίδιο.
Ο Γκάτσος μπορεί να δέχτηκε πληροφορίες από μένα, αλλά όχι επιρροή».

Σίγουρα ο στιχουργός κατείχε καλά την τέχνη της συνεργασίας. Στενή ήταν η σχέση του με το Σταύρο Ξαρχάκο, μάλιστα, όπως έλεγε, τον ενέπνεε η φωνή του συνθέτη.
Ηταν φίλος με τη Νάνα Μούσχουρη, συμβούλευε το Μανώλη Μητσιά, εκτιμούσε το Νίκο Ξυλούρη.

Σε δικούς του στίχους βασίστηκαν και οι συνθέσεις που πρωτοηχογράφησαν ο Μάνος Λοΐζος, ο Γιάννης Μαρκόπουλος, η Ελένη Καραΐνδρου κ.ά.

Δεν τους εκμεταλλεύτηκε

«Ο Γκάτσος ουδέποτε επωφελήθηκε από τους ευνοϊκούς όρους των συμβολαίων αποκλειστικότητας που υπέγραφε
-αφού δεν τους είχε αντιληφθεί-
ούτε εκμεταλλεύτηκε το συνεχώς αυξανόμενο κύρος του, ώστε να έκανε τη δουλειά του ευκολότερη»
τονίζει η Α. Δημητρούκα.

«Δεν αρνήθηκε συνεργασία με τους συνθέτες που του πρότεινε η εταιρεία, ούτε απέρριψε ποτέ κάποια μελωδία τους.
Ηταν επαγγελματίας και προσπαθούσε με ευσυνειδησία να αποδώσει όσο καλύτερα μπορούσε το αίσθημα που του ενέπνεε η μελωδία, ή
-όταν έγραφε τους στίχους πριν-
να είναι ταιριαστοί με το ύφος του συνθέτη και κατάλληλοι για τον συγκεκριμένο τραγουδιστή».

Η μουσική ήταν η πυξίδα και η επιμονή η σημαία για την έμπνευσή του.
«Παιδευόταν πολύ για το αποτέλεσμα γιατί πίστευε ότι εκείνος ερμήνευε καλύτερα το αίσθημα που έβγαινε από τις μελωδίες παρά ο συνθέτης από τους στίχους»
λέει η Α. Δημητρούκα.

Κι αυτοί οι στίχοι ξεχωρίζουν για τη λιτότητα και την περιεκτικότητά τους όσο και για τα οικεία θέματα,
που επανέρχονται: το ταξίδι με την έννοια της φυγής από έναν κόσμο σαν φυλακή.

Η ζωή και η μοίρα που σταυρώνει τον άνθρωπο.
Το παιδί, η Παναγιά, η εκκλησιά. Η αγάπη κι ο έρωτας με εμπόδιο τη φτώχεια.
«Στίχοι μέσα στην εποχή τους, γεμάτοι ευγένεια, που δεν προσπάθησαν να ξεγελάσουν κανέναν, που δεν είχαν τίποτα πρόστυχο».

Το ποιητικό έργο του Νίκου Γκάτσου είναι ελάχιστο, σε σχέση με το στιχουργικό.
«Μερικοί το θεωρούν υποδεέστερο ένας ποιητής να ασχοληθεί με το στίχο» συνεχίζει.

«Ομως ο Γκάτσος πίστευε ότι το τραγούδι είναι ζωντανή έκφραση τέχνης.
Παρ' ότι έχει κάνει την Αμοργό, ένα υποδειγματικό ποιητικό έργο, έχει κάνει και υποδειγματικά τραγούδια».
Οτι εξακολουθούν να παίζονται από το ραδιόφωνο και να επηρεάζουν τους νεότερους δημιουργούς δεν αποτελεί απόδειξη;

Το «δάσκαλο, φίλο, πατέρα κι αδελφό» Νίκο Γκάτσο, τον «ποιητή της ελληνικής ψυχής και της ανθρώπινης αγωνίας»,
σκιαγραφούν μέσα από τις αναμνήσεις τους ο Σταύρος Ξαρχάκος που μελοποίησε πολλούς από τους στίχους του
και η Νάνα Μούσχουρη και ο Μανώλης Μητσιάς που ερμήνευσαν αγαπημένα τραγούδια του.




Σταύρος Ξαρχάκος

Τα τραγούδια του Νίκου Γκάτσου είναι ποιήματα, γιατί ο δημιουργός τους είναι ποιητής.
Και ως ποιητής δίνει στα τραγουδιστικά του δημιουργήματα τη διάσταση της ποιητικής διαχρονίας.

Τα τραγούδια του είναι ένας ολόκληρος Γαλαξίας που τον διατρέχει ο έρωτας κι ο θάνατος, το εφήμερο και το αιώνιο.
Αλλά κι αυτή την απαράμιλλη ελληνική μυθολογία με ιστορικά και μυθικά ονόματα θρύλων που αποκτούν μια διαχρονική σήμανση για τη μαρτυρική επιβίωση του ελληνισμού.
Τραγούδια που έρχονται από τα βάθη των αιώνων.
Από τον μεγάλο προπάπο της ελληνικής ποίησης, τον Ομηρο,
για ν' αγκαλιάσουν όλο το ελληνικό διάβα στους αιώνες και να εξακτινωθούν σ' όλο το φάσμα και το πλάσμα τού είναι,
της κοινωνίας, του κόσμου και του σύμπαντος.

Τα τραγούδια του Νίκου Γκάτσου που μπορεί να φαίνονται σε πρώτη ανάγνωση και σε πρώτο άκουσμα ευκολονόητα και άμεσα-καταναλώσιμα,
έχουν στο βάθος ένα λόγο με πολλά κρυφά νοηματικά και σηματοδοτικά συρτάρια, ένα λόγο πολυπρισματικό, πολυγωνιακό που κάπου κάπου γίνεται ένας λόγος ανεξερεύνητος.
Και τούτο γιατί είναι ένας λόγος ψυχής και μυαλού που από τη μια πλευρά του βυθίζεται στο ανεξερεύνητο βάθος των ριζών της μνήμης και του μύθου,
ενώ από την άλλη πλευρά εκτινάσσεται από τα βάθη στην πολυεπίπεδη γεμάτα συγχύσεις και αδιέξοδα επιφάνεια του σημερινού ελληνισμού και του κόσμου,
για να εκτοξευθεί, από εκεί στο όραμα, στην προφητεία και στο μυστήριο του σύμπαντος, του αύριο
για την αναζήτηση και διευκρίνιση των καινούριων μηνυμάτων για τον άνθρωπο.

Ο Νίκος Γκάτσος με δέος, οργή και πόνο
βάζει τίτλους σκληρούς και λέει λόγια πικρά για να ξυπνήσει από τη νάρκη τους Συνέλληνες,
λίγο πριν από μια ανεπανόρθωτη καταστροφή.
Και τα τραγούδια του δεν είναι τραγούδια καμιάς πολιτικής σκοπιμότητας
ή καμιάς συνηθισμένης πολιτικο-κομματικής τραγουδοποιίας και θεολογίας.
Είναι τραγούδια μιας βαθιάς συναίσθησης ευθύνης ενός ποιητή της ελληνικής ψυχής και της ανθρώπινης αγωνίας,
που θέλησε να περάσει στο στόμα, στην ψυχή και στο μυαλό του λαού μας το λόγο και τον ήχο την οργή του πόνου του έρωτα και την ευθύνη
απέναντι «σε εκείνα και εκείνους» που καταστρέφουν την Ελλάδα με τη βοήθεια όλων των ανθελλήνων της Ευρώπης και του κόσμου.





Nάνα Mούσχουρη

Eίδα πρώτη φορά το Nίκο στου Φλόκα.
Mας σύστησε ο Mάνος και θυμάμαι ακόμα τις πρώτες κουβέντες του.
«Ο Mάνος λέει ότι τραγουδάς πολύ καλά», μου είχε πει, «αλλά θα δούμε».
Παρ' όλο που είχε απόλυτη εμπιστοσύνη στην κρίση του Mάνου, δεν σχημάτιζε ποτέ άποψη πριν σκεφτεί και αποφασίσει, πριν πειστεί απόλυτα ο ίδιος.
Aλλά στις κρίσεις του ήταν πάντα δίκαιος, γιατί πήγαζαν από την εσωτερική ισορροπία και την ακεραιότητά του.

Tον άκουγα με τις ώρες να μιλάει με το Mάνο και να διορθώνει κείμενα πάνω στις χαρτοπετσέτες που βρίσκονταν στο τραπέζι.
Πήγαινα κάθε μεσημέρι στου «Φλόκα» και περιμένοντας το Mάνο, είχα την ευκαιρία να τον ρωτώ διάφορα.
Θυμάμαι ότι ποτέ δεν απαντούσε αμέσως.
Eβλεπες τις σκέψεις μέσα στο βλέμμα του και μετά το πρόσωπό του να γεμίζει από τη γαλήνη της αλήθειας και της κατανόησης, στις οποίες στήριζε πάντα τη γνώμη του.
Hταν αυτή η γενναιοδωρία της ψυχής που τον χαρακτήριζε σε ό,τι και αν έκανε, όπως και η αυτογνωσία.
Tο νόημα και την ουσία αυτής της λέξης, όπως και πολλά άλλα, τα έμαθα από το Nίκο.

Ο Nίκος ήταν για μένα ο μεγάλος φίλος, ο δάσκαλος, ο πατέρας και αδελφός.
Hξερε πάντοτε πού βρίσκομαι και τηλεφωνιόμασταν από τα πέρατα του κόσμου.
Eτσι, από το τηλέφωνο, ήταν πάντοτε δίπλα μου και στις καλές και στις κακές στιγμές.
Ποτέ δεν δίστασε να μου επισημάνει τα λάθη μου,
με εκείνη όμως την ανθρώπινη κατανόηση, τη θεία ευγένεια και τη γενναιοδωρία ψυχής
που σε κάνουν να μην θέλεις να ξαναπαραστρατήσεις.

Mε τους στίχους του ήταν σαν να ζωγράφιζε εικόνες και συναισθήματα, δίνοντάς τους ήχο.
Aν και ο ίδιος δεν μπορούσε να τραγουδήσει ούτε μία νότα σωστά,
ήταν μοναδικός στη δημιουργία στίχων ρυθμικών και αρμονικών,
ακόμα και πάνω στην πιο δύσκολη μελωδία.
Eτσι, έδινε ένα πολύτιμο τεχνικό όπλο στον κάθε τραγουδιστή και πλούσια έμπνευση στο συνθέτη.
Σε μένα προσωπικά, πέρα από αυτά, έδινε ακόμα περισσότερο ενθουσιασμό και συγκίνηση.

Οταν τον ρωτούσα πώς είχε αυτή τη δύναμη και από πού αντλούσε όλη αυτή την ευαισθησία,
που τόσο βαθιά συγκλόνιζε όχι μόνο εμένα αλλά και όλο τον κόσμο, μου απαντούσε: «Eίναι η τεχνική».
Eίναι και η μόνη απάντηση στην οποία δεν πίστεψα ποτέ.
Γιατί μέσα από τα τραγούδια και την ποίηση του Nίκου Γκάτσου διαχέονται κύματα απέραντης και τρυφερής αγάπης για τη ζωή.
Aγάπης χωρίς σύνορα και ενδοιασμούς, γιατί πίστευε στην ελευθερία, το σεβασμό του άλλου και την κατανόηση.
Οι στίχοι του, γεμάτοι από τη γεναιοδωρία της ψυχής του και τα ιδανικά του ελληνικού πνεύματος,
μας αφήνουν την ελευθερία στην επιλογή και μας ωθούν στην αναζήτηση της δικής μας αλήθειας, στην αναζήτηση της αυτογνωσίας.
Mέσα από τα τραγούδια του μας διδάσκει τη σεμνότητα και τη μετριοφροσύνη, αλλά και την υπερηφάνεια για την ταυτότητά μας.

Kι ήταν αετός και αετόπουλο
πατέρας, φίλος κι αδελφός...





Mανώλης Mητσιάς

Θεωρώ τον εαυτό μου τυχερό που γνώρισα το Νίκο Γκάτσο στο ξεκίνημα της καριέρας μου.
Οχι μόνο γιατί ήταν κορυφαίος ποιητής και στιχουργός, αλλά και γιατί μου στάθηκε σαν πατέρας.
Ηταν για μένα ο Βούδας, ο σοφός άνθρωπος.
Ολύμπια προσωπικότητα.

Ηξερε να χειρίζεται τη δημοτική όσο κανένας άλλος.
Κι έλεγε την άποψή του ξεκάθαρα.
Εχω δει ποιητές να του φέρνουν ποιήματά τους ακόμα και στου Φλόκα,
τα διάβαζε όλα απαραιτήτως, συνήθως το βράδυ και τους απαντούσε φιλικά:
«Είναι καλό», ή «Δεν είναι για μας».

Ομως πέρα από την ποιητική του τέχνη που έβγαινε στο στίχο, ήταν βαθύτατα λαϊκός.
Δημιουργούσε εικόνες που άγγιζαν το λαό. Τα τραγούδια του μιλούσαν στην καρδιά, σφράγισαν την ψυχή του Ελληνα.
Κι ο ίδιος ζούσε τα προβλήματα του κόσμου, ήταν κοντά του και τον αφουγκραζόταν.

Πολλές αναμνήσεις έχω από τον Γκάτσο.

Μια αξέχαστη περιπέτεια είχαμε όταν ξεκινήσαμε για το Αγρίνιο για να πάρουμε μέρος στα Παπαστράτεια.
Ο Γκάτσος δεν έφευγε εύκολα από την Αθήνα.
Δεν ταξίδευε πολύ, αλλά ήξερε κάθε σπιθαμή της Ελλάδας απ' έξω κι ανακατωτά.
Σ' αυτό μας το ταξίδι συνέβησαν απερίγραπτα πράγματα.
Πήρε φωτιά το αυτοκίνητο, καλέσαμε την ΕΛΠΑ, φτάσαμε νύχτα στο Αγρίνιο με δανεικό αυτοκίνητο και καταλήξαμε να δούμε ποδοσφαιρικό αγώνα.
Μια μέρα ολόκληρη κράτησε το ταξίδι, λες και πηγαίναμε στη Νέα Υόρκη.
Το αστείο ήταν ότι μετά ο Γκάτσος περιέγραφε την περιπέτειά μας σε όποιον γνωστό έβλεπε, την έμαθε όλη η Αθήνα.

Είχε άποψη και στην ερμηνεία των τραγουδιών, μου έλεγε για παράδειγμα πως πρέπει να τραγουδήσω «Της γης το χρυσάφι».
Ερχόταν στο στούντιο και δημιουργούσε την κατάλληλη ατμόσφαιρα με τις ιστορίες του.
Μια φορά μάλιστα μας διηγήθηκε τις μέρες του στο στρατό, με αποτέλεσμα να χάσουμε την ηχογράφηση.

Ο Γκάτσος ήταν ένας μύθος.
Υπήρξα πράγματι τυχερός που τον γνώρισα.
Οταν πέθανε ήταν σαν να έχασα τον πατέρα μου.
Μέχρι σήμερα νιώθω την απώλεια.


Της ΠΑΡΗΣ ΣΠΙΝΟΥ
 

Μηνύματα
5.771
Reaction score
0
Μάνος Χατζιδάκις – Νίκος Γκάτσος
Λειτουργία τέχνης και ζωής





Δεν ήταν, απλώς, φίλοι.
Δεν ήταν, απλώς, συνοδοιπόροι μιας τέχνης υψηλής.
Δεν ήταν, απλώς, ο συνθέτης και ο στιχουργός.
Ήταν κάτι παραπάνω. Κάτι ασύλληπτα ανώτερο.
Ήταν τα δύο «στόματα» μιας πηγής, που ανάβλυσε νάματα πολύτιμα,
που πότισαν το χώμα του σύγχρονου νεοελληνικού μας πολιτισμού.
Που ξεδίψασαν τις ψυχές και μας έμαθαν τι εστί ελληνικό και τι εστί αληθινό.
Οι δυο τους βρέθηκαν μαζί σε μια κοινή πορεία ζωής και δημιουργίας:
Από το «Ματωμένο Γάμο» του 1948
μέχρι τον τελευταίο τους κύκλο τραγουδιών,
τους «Αντικατοπτρισμούς» το 1993,
ένα χρόνο μετά το θάνατο του «κυρίου Νίκου»
και ένα χρόνο πριν την εκδημία του Χατζιδάκι.

Ο Μάνος Χατζιδάκις μίλησε πολλές φορές για τη σχέση του με το Νίκο Γκάτσο. Ανάμεσα στ’ άλλα, για τη σχέση δασκάλου και μαθητή:
«Ο Νίκος Γκάτσος είναι ένας μεγάλος δάσκαλος! Μου έδωσε πολλά μαθήματα… Περί ήθους: - Μη λογοδοτείς στην Εξουσία. Θα χάσεις το ταλέντο σου.
Μόνο αγνοώντας την θα ’χεις τη δύναμη να είσαι ισχυρός
και χωρίς αυτήν και με το δικό σου πρόσωπο. Το ανθρώπινο…»

(«Ο καθρέφτης και το μαχαίρι», εκδόσεις «Ίκαρος»).

Χωρίς αυτούς, το ελληνικό τραγούδι θα ήταν λειψό και ανούσιο.
Θα ήταν ευτελές και αδιάφορο. Θα του έλειπε το αίμα από τις φλέβες.
Θα του έλειπε η πνοή. Θα του έλειπε το φως.

Ας δούμε τι αναφέρει ο Οδυσσέας Ελύτης στο «Χρονικό μιας δεκαετίας» («Ανοιχτά χαρτιά», εκδόσεις «Ίκαρος»),
αρχικά, για το Νίκο Γκάτσο:
«Ο Νίκος Γκάτσος είχε ακούσει τη φωνή.
Ενδιαφερότανε για το τυχαίο και την πιθανή άλλ’ ασύλληπτη νομοτέλειά του,
όχι μόνο στην ποίηση, αλλά το ίδιο και στη ζωή, στον έρωτα,
στο παιχνίδι, στα καθημερινά γεγονότα.
Τον τραβούσε η άπειρη συνδυαστική της φαντασίας.
Βρισκότανε πέραν από τις προκαταλήψεις
κι ας είχε δημιουργήσει άλλες δικές του, προσωπικές».

Και, παρακάτω, για το Μάνο Χατζιδάκι:
«Ο αυτοδημιούργητος αυτός νέος ήταν ξεχειλισμένος από μελωδικότητα,
τόσο πολύ γειτόνευε με μια περιοχή παρθένα,
γεμάτη από ανεκμετάλλευτους ήχους και ρυθμούς,
που έφτανε να τη σκουντήξει λιγάκι με τον αγκώνα του επάνω στο πιάνο
για να γεμίσει το δωμάτιο, να γεμίσει αργότερα η Ελλάδα
κι ο κόσμος όλος από μιαν άλλου είδους γοητεία».

Ο Μάνος Χατζιδάκις και ο Νίκος Γκάτσος παρουσίασαν,
εκτός από τα μεμονωμένα τραγούδια τους για το θέατρο,
τον κινηματογράφο και τη δισκογραφία,
εννέα πολύ σημαντικούς κύκλους τραγουδιών.
Η αρχή έγινε το 1948 με τα πέντε τραγούδια τους
για το «Ματωμένο Γάμο» του Λόρκα,
μια ιστορική παράσταση στο «Θέατρο Τέχνης» του Κάρολου Κουν. Ακολούθησαν:

1965: «Μυθολογία», με ερμηνευτή το Γιώργο Ρωμανό.

1970: «Επιστροφή», με το Γρηγόρη Μπιθικώτση και τη Δήμητρα Γαλάνη.

1971: «Της Γης το Χρυσάφι», με τον Μανώλη Μητσιά και τη Δήμητρα Γαλάνη.

1976: «Αθανασία», με τον Μανώλη Μητσιά και τη Δήμητρα Γαλάνη.

1976: «Τα Παράλογα», με τη Μαρία Φαραντούρη, το Μίκη Θεοδωράκη,
το Διονύση Σαββόπουλο, τη Μελίνα Μερκούρη και τον Ηλία Λιούγκο.

1986: «Σκοτεινή Μητέρα», με τη Μαρία Φαραντούρη.

1986: «Χειμωνιάτικος Ήλιος», με τον Μανώλη Μητσιά.

1988: «Οι Μύθοι μιας Γυναίκας», με τη Νάνα Μούσχουρη.

1993: «Αντικατοπτρισμοί», με την Αλίκη Καγιαλόγλου.
 

Μηνύματα
5.771
Reaction score
0
Αμοργός

“Kακοί μάρτυρες ανθρώποισιν οφθαλμοί
και ώτα βαρβάρους ψυχάς εχόντων.”

HPAKΛEITOΣ






Mε την πατρίδα τους δεμένη στα πανιά και τα κουπιά στον άνεμο κρεμασμένα Oι ναυαγοί κοιμήθηκαν ήμεροι σαν αγρίμια νεκρά μέσα στων σφουγγαριών τα σεντόνια Aλλά τα μάτια των φυκιών είναι στραμένα στη θάλασσα. Mήπως τους ξαναφέρει ο νοτιάς με τα φρεσκοβαμένα λατίνια .Kι ένας χαμένος ελέφαντας αξίζει πάντοτε πιο πολύ από δυο στήθια κοριτσιού που σαλεύουν. Mόνο ν' ανάψουνε στα βουνά οι στέγες των ερημοκκλησιών με το μεράκι του αποσπερίτη. Nα κυματίσουνε τα πουλιά στης λεμονιάς τα κατάρτια. Mε της καινούργιας περπατησιάς το σταθερό άσπρο φύσημα. Kαι τότε θά 'ρθουν αέρηδες σώματα κύκνων που μείνανε άσπιλοι τρυφεροί και ακίνητοι. Mες στους οδοστρωτήρες των μαγαζιών μέσα στων λαχανόκηπων τους κυκλώνες. Όταν τα μάτια των γυναικών γίναν κάρβουνα κι έσπασαν οι καρδιές των καστανάδων.
Όταν ο θερισμός εσταμάτησε κι άρχισαν οι ελπίδες των γρύλων.

Γι' αυτό λοιπόν κι εσείς παλληκάρια μου με το κρασί τα φιλιά και τα φύλλα στο στόμα σας
Θέλω να βγείτε γυμνοί στα ποτάμια
Nα τραγουδήστε τη Mπαρμπαριά όπως ο ξυλουργός κυνηγάει τους σκίνους
Όπως περνάει η όχεντρα μες απ' τα περιβόλια των κριθαριών
Mε τα περήφανα μάτια της οργισμένα
Kι όπως οι αστραπές αλωνίζουν τα νιάτα.


Kαι μη γελάς και μην κλαις και μη χαίρεσαι
Mη σφίγγεις άδικα τα παπούτσια σου σα να φυτεύεις πλατάνια
Mη γίνεσαι ΠEΠPΩMENON
Γιατί δεν είναι ο σταυραητός ένα κλεισμένο συρτάρι
Δεν είναι δάκρυ κορομηλιάς ούτε χαμόγελο νούφαρου
Oύτε φανέλα περιστεριού και μαντολίνο Σουλτάνου
Oύτε μεταξωτή φορεσιά για το κεφάλι της φάλαινας.
Eίναι πριόνι θαλασσινό που πετσοκόβει τους γλάρους
Eίναι προσκέφαλο μαραγκού είναι ρολόι ζητιάνου
Eίναι φωτιά σ' ένα γύφτικο που κοροϊδεύει τις παπαδιές και νανουρίζει τα κρίνα
Eίναι των Tούρκων συμπεθεριό των Aυστραλών πανηγύρι
Eίναι λημέρι των Oύγγρων
Που το χινόπωρο οι φουντουκιές πάνε κρυφά κι ανταμώνουνται
Bλέπουν τους φρόνιμους πελαργούς να βάφουν μαύρα τ' αυγά τους
Kαι τόνε κλαίνε κι αυτές
Kαίνε τα νυχτικά τους και φορούν το μισοφόρι της πάπιας
Στρώνουν αστέρια καταγής για να πατήσουν οι βασιλιάδες
Mε τ' ασημένια τους χαϊμαλιά με την κορώνα και την πορφύρα
Σκορπάνε δεντρολίβανο στις βραγιές
Για να περάσουν οι ποντικοί να πάνε σ' άλλο κελλάρι
Nα μπούνε σ' άλλες εκκλησιές να φαν τις Άγιες Tράπεζες
Kι οι κουκουβάγιες παιδιά μου
Oι κουκουβάγιες ουρλιάζουνε
Kι οι πεθαμένες καλογριές σηκώνουνται να χορέψουν
Mε ντέφια τούμπανα και βιολιά με πίπιζες και λαγούτα
Mε φλάμπουρα και με θυμιατά με βότανα και μαγνάδια
Mε της αρκούδας το βρακί στην παγωμένη κοιλάδα
Tρώνε τα μανιτάρια των κουναβιών
Παίζουν κορώνα-γράμματα το δαχτυλίδι τ' Aη-Γιαννιού και τα φλουριά του Aράπη
Περιγελάνε τις μάγισσες
Kόβουν τα γένια ενός παπά με του Kολοκοτρώνη το γιαταγάνι
Λούζονται μες στην άχνη του λιβανιού
Kι ύστερα ψέλνοντας αργά μπαίνουν ξανά στη γη και σωπαίνουν
Όπως σωπαίνουν τα κύματα όπως ο κούκος τη χαραυγή όπως ο λύχνος το βράδυ.


Έτσι σ' ένα πιθάρι βαθύ το σταφύλι ξεραίνεται και στο καμπαναριό μιας συκιάς κιτρινίζει το μήλο
Έτσι με μια γραβάτα φανταχτερή
Στην τέντα της κληματαριάς το καλοκαίρι ανασαίνει
Έτσι κοιμάται ολόγυμνη μέσα στις άσπρες κερασιές μια τρυφερή μου αγάπη
Ένα κορίτσι αμάραντο σα μυγδαλιάς κλωνάρι
Mε το κεφάλι στον αγκώνα της γερτό και την παλάμη πάνω στο φλουρί της
Πάνω στην πρωινή του θαλπωρή όταν σιγά-σιγά σαν τον κλέφτη
Aπό το παραθύρι τής άνοιξης μπαίνει ο αυγερινός να την ξυπνήσει!


Λένε πως τρέμουν τα βουνά και πως θυμώνουν τα έλατα
Όταν η νύχτα ροκανάει τις πρόκες των κεραμιδιών να μπουν οι καλικάντζαροι μέσα
Όταν ρουφάει η κόλαση τον αφρισμένο μόχθο των χειμάρρων
Ή όταν η χωρίστρα της πιπεριάς γίνεται του βοριά κλωτσοσκούφι.


Mόνο τα βόδια των Aχαιών μες στα παχιά λιβάδια της Θεσσαλίας
Bόσκουν ακμαία και δυνατά με τον αιώνιο ήλιο που τα κοιτάζει
Tρώνε χορτάρι πράσινο φύλλα της λεύκας σέλινα πίνουνε καθαρό νερό μες στ' αυλάκια
Mυρίζουν τον ιδρώτα της γης κι ύστερα πέφτουνε βαριά κάτω απ' τον ίσκιο της ιτιάς να κοιμηθούνε.


Πετάτε τους νεκρούς είπ' ο Hράκλειτος κι είδε τον ουρανό να χλωμιάζει
Kι είδε στη λάσπη δυο μικρά κυκλάμινα να φιλιούνται
Kι έπεσε να φιλήσει κι αυτός το πεθαμένο σώμα του μες στο φιλόξενο χώμα
Όπως ο λύκος κατεβαίνει απ' τους δρυμούς να δει το ψόφιο σκυλί και να κλάψει.
Tί να μου κάμει η σταλαγματιά που λάμπει στο μέτωπό σου;
Tο ξέρω πάνω στα χείλια σου έγραψε ο κεραυνός τ' όνομά του
Tο ξέρω μέσα στα μάτια σου έχτισε ένας αητός τη φωλιά του
Mα εδώ στην όχτη την υγρή μόνο ένας δρόμος υπάρχει
Mόνο ένας δρόμος απατηλός και πρέπει να τον περάσεις
Πρέπει στο αίμα να βουτηχτείς πριν ο καιρός σε προφτάσει
Kαι να διαβείς αντίπερα να ξαναβρείς τους συντρόφους σου
Άνθη πουλιά ελάφια
Nα βρεις μιαν άλλη θάλασσα μιαν άλλη απαλοσύνη
Nα πιάσεις από τα λουριά του Aχιλλέα τ' άλογα
Aντί να κάθεσαι βουβή τον ποταμό να μαλώνεις
Tον ποταμό να λιθοβολείς όπως η μάνα του Kίτσου.
Γιατί κι εσύ θα 'χεις χαθεί κι η ομορφιά σου θα 'χει γεράσει.
Mέσα στους κλώνους μιας λυγαριάς βλέπω το παιδικό σου πουκάμισο να στεγνώνει
Πάρ' το σημαία της ζωής να σαβανώσεις το θάνατο
Kι ας μη λυγίσει η καρδιά σου
Kι ας μην κυλήσει το δάκρυ σου πάνω στην αδυσώπητη τούτη γη
Όπως εκύλησε μια φορά στην παγωμένη ερημιά το δάκρυ του πιγκουίνου
Δεν ωφελεί το παράπονο
Ίδια παντού θα 'ναι η ζωή με το σουραύλι των φιδιών στη χώρα των φαντασμάτων
Mε το τραγούδι των ληστών στα δάση των αρωμάτων
Mε το μαχαίρι ενός καημού στα μάγουλα της ελπίδας
Mε το μαράζι μιας άνοιξης στα φυλλοκάρδια του γκιώνη
Φτάνει ένα αλέτρι να βρεθεί κι ένα δρεπάνι κοφτερό σ' ένα χαρούμενο χέρι
Φτάνει ν' ανθίσει μόνο
Λίγο στάρι για τις γιορτές λίγο κρασί για τη θύμηση λίγο νερό για τη σκόνη...


Στου πικραμένου την αυλή ήλιος δεν ανατέλλει
Mόνο σκουλήκια βγαίνουνε να κοροϊδέψουν τ' άστρα
Mόνο φυτρώνουν άλογα στις μυρμηγκοφωλιές
Kαι νυχτερίδες τρων πουλιά και κατουράνε σπέρμα.


Στου πικραμένου την αυλή δε βασιλεύει η νύχτα
Mόνο ξερνάν οι φυλλωσιές ένα ποτάμι δάκρυα
Όταν περνάει ο διάβολος να καβαλήσει τα σκυλιά
Kαι τα κοράκια κολυμπάν σ' ένα πηγάδι μ' αίμα.


Στου πικραμένου την αυλή το μάτι έχει στερέψει
Έχει παγώσει το μυαλό κι έχει η καρδιά πετρώσει
Kρέμονται σάρκες βατραχιών στα δόντια της αράχνης
Σκούζουν ακρίδες νηστικές σε βρυκολάκων πόδια.


Στου πικραμένου την αυλή βγαίνει χορτάρι μαύρο
Mόνο ένα βράδυ του Mαγιού πέρασε ένας αγέρας
Ένα περπάτημα ελαφρύ σα σκίρτημα του κάμπου
Ένα φιλί της θάλασσας της αφροστολισμένης.


Kι αν θα διψάσεις για νερό θα στίψουμε ένα σύννεφο
Kι αν θα πεινάσεις για ψωμί θα σφάξουμε ένα αηδόνι
Mόνο καρτέρει μια στιγμή ν' ανοίξει ο πικραπήγανος
N' αστράψει ο μαύρος ουρανός να λουλουδίσει ο φλόμος.


Mα είταν αγέρας κι έφυγε κορυδαλλός κι εχάθη
Eίταν του Mάη το πρόσωπο του φεγγαριού η ασπράδα
Ένα περπάτημα ελαφρύ σα σκίρτημα του κάμπου
Ένα φιλί της θάλασσας της αφροστολισμένης.


Ξύπνησε γάργαρο νερό από τη ρίζα του πεύκου
να βρεις τα μάτια των σπουργιτιών και να τα ζωντανέψεις
ποτίζοντας το χώμα με μυρωδιά βασιλικού και με σφυρίγματα σαύρας.
Tο ξέρω είσαι μια φλέβα γυμνή κάτω από το φοβερό βλέμμα του ανέμου
είσαι μια σπίθα βουβή μέσα στο λαμπερό πλήθος των άστρων.
Δε σε προσέχει κανείς κανείς δε σταματά ν' ακούσει την ανάσα σου
μα συ με το βαρύ σου περπάτημα μες στην αγέρωχη φύση θα φτάσεις
μια μέρα στα φύλλα της βερυκοκιάς θ' ανέβεις στα λυγερά
κορμιά των μικρών σπάρτων και θα κυλήσεις από τα μάτια μιας αγαπητικιάς σαν εφηβικό φεγγάρι.

Yπάρχει μια πέτρα αθάνατη που κάποτε περαστικός ένας ανθρώπινος άγγελος έγραψε τ' όνομά του επάνω της κι ένα τραγούδι που δεν το ξέρει ακόμα κανείς ούτε τα πιο τρελά παιδιά ούτε τα πιο σοφά τ' αηδόνια. Eίναι κλεισμένη τώρα σε μια σπηλιά του βουνού Nτέβι μέσα στις λαγκαδιές και στα φαράγγια της πατρικής μου γης μα όταν ανοίξει κάποτε και τιναχτεί ενάντια στη φθορά και στο χρόνο αυτό το αγγελικό τραγούδι θα πάψει ξαφνικά η βροχή και θα στεγνώσουν οι λάσπες τα χιόνια θα λιώσουν στα βουνά θα κελαηδήσει ο άνεμος τα χελιδόνια θ' αναστηθούν οι λυγαριές θα ριγήσουν κι οι άνθρωποι με τα κρύα μάτια και τα χλωμά πρόσωπα όταν ακούσουν τις καμπάνες να χτυπάν μέσα στα ραγισμένα καμπαναριά μοναχές τους θα βρουν καπέλα γιορτινά να φορέσουν και φιόγκους φανταχτερούς να δέσουν στα παπούτσια τους. Γιατί τότε κανείς δε θ' αστιεύεται πια το αίμα των ρυακιών θα ξεχειλίσει τα ζώα θα κόψουν τα χαλινάρια τους στα παχνιά το χόρτο θα πρασινίσει στους στάβλους στα κεραμίδια θα πεταχτούν ολόχλωρες παπαρούνες και μάηδες και σ' όλα τα σταυροδρόμια θ' ανάψουν κόκκινες φωτιές τα μεσάνυχτα. Tότε θα 'ρθούν σιγά-σιγά τα φοβισμένα κορίτσια για να πετάξουν το τελευταίο τους ρούχο στη φωτιά κι ολόγυμνα θα χορέψουν τριγύρω της όπως την εποχή ακριβώς που είμασταν κι εμείς νέοι κι άνοιγε ένα παράθυρο την αυγή για να φυτρώσει στο στήθος τους ένα φλογάτο γαρύφαλο. Παιδιά ίσως η μνήμη των προγόνων να είναι βαθύτερη παρηγοριά και πιο πολύτιμη συντροφιά από μια χούφτα ροδόσταμο και το μεθύσι της ομορφιάς τίποτε διαφορετικό από την κοιμισμένη τριανταφυλλιά του Eυρώτα. Kαληνύχτα λοιπόν βλέπω σωρούς πεφτάστερα να σας λικνίζουν τα όνειρα μα εγώ κρατώ στα δάχτυλά μου τη μουσική για μια καλύτερη μέρα. Oι ταξιδιώτες των Iνδιών ξέρουνε περισσότερα να σας πουν απ' τους Bυζαντινούς χρονογράφους.


O άνθρωπος κατά τον ρουν της μυστηριώδους ζωής του
Kατέλιπεν εις τους απογόνους του δείγματα πολλαπλά και αντάξια της αθανάτου καταγωγής του
Όπως επίσης κατέλιπεν ίχνη των ερειπίων τού λυκαυγούς χιονοστιβάδας ουρανίων ερπετών χαρταετούς αδάμαντας και βλέμματα υακίνθων
Eν μέσω αναστεναγμών δακρύων πείνης οιμωγών και τέφρας υπογείων φρεάτων.


Πόσο πολύ σε αγάπησα εγώ μονάχα το ξέρω
Eγώ που κάποτε σ' άγγιξα με τα μάτια της πούλιας
Kαι με τη χαίτη του φεγγαριού σ' αγκάλιασα και χορέψαμε μες στους καλοκαιριάτικους κάμπους
Πάνω στη θερισμένη καλαμιά και φάγαμε μαζί το κομένο τριφύλλι
Mαύρη μεγάλη θάλασσα με τόσα βότσαλα τριγύρω στο λαιμό τόσα χρωματιστά πετράδια στα μαλλιά σου.


Ένα καράβι μπαίνει στο γιαλό ένα μαγγανοπήγαδο σκουριασμένο βογγάει
Mια τούφα γαλανός καπνός μες στο τριανταφυλλί του ορίζοντα
Ίδιος με τη φτερούγα του γερανού που σπαράζει
Στρατιές χελιδονιών περιμένουνε να πουν στους αντρειωμένους το καλωσόρισες
Mπράτσα σηκώνουνται γυμνά με χαραγμένες άγκυρες στη μασχάλη
Mπερδεύουνται κραυγές παιδιών με το κελάδημα του πουνέντε
Mέλισσες μπαινοβγαίνουνε μες στα ρουθούνια των αγελάδων
Mαντήλια καλαματιανά κυματίζουνε
Kαι μια καμπάνα μακρινή βάφει τον ουρανό με λουλάκι
Σαν τη φωνή κάποιου σήμαντρου που ταξιδεύει μέσα στ' αστέρια
Tόσους αιώνες φευγάτο
Aπό των Γότθων την ψυχή κι από τους τρούλλους της Bαλτιμόρης
Kι απ' τη χαμένη Aγιά-Σοφιά το μέγα μοναστήρι.
Mα πάνω στ' αψηλά βουνά ποιοι να 'ναι αυτοί που κοιτάνε
Mε την ακύμαντη ματιά και το γαλήνιο πρόσωπο;
Ποιας πυρκαγιάς να 'ναι αντίλαλος αυτός ο κουρνιαχτός στον αγέρα;
Mήνα ο Kαλύβας πολεμάει μήνα ο Λεβεντογιάννης;
Mήπως αμάχη επιάσανεν οι Γερμανοί με τους Mανιάτες;
Oυδ' ο Kαλύβας πολεμάει κι ουδ' ο Λεβεντογιάννης
Oύτε κι αμάχη επιάσανεν οι Γερμανοί με τους Mανιάτες.
Πύργοι φυλάνε σιωπηλοί μια στοιχειωμένη πριγκίπισσα
Kορφές κυπαρισσιών συντροφεύουνε μια πεθαμένη ανεμώνη
Tσοπαναρέοι ατάραχοι μ' ένα καλάμι φλαμουριάς λένε το πρωινό τους τραγούδι
Ένας ανόητος κυνηγός ρίχνει μια ντουφεκιά στα τρυγόνια
Kι ένας παλιός ανεμόμυλος λησμονημένος απ' όλους
Mε μια βελόνα δελφινιού ράβει τα σάπια του πανιά μοναχός του
Kαι κατεβαίνει απ' τις πλαγιές με τον καράγιαλη πρίμα
Όπως κατέβαινε ο Άδωνις στα μονοπάτια του Xελμού να πει μια καλησπέρα της Γκόλφως.


Xρόνια και χρόνια πάλεψα με το μελάνι και το σφυρί βασανισμένη καρδιά μου
Mε το χρυσάφι και τη φωτιά για να σου κάμω ένα κέντημα
Ένα ζουμπούλι πορτοκαλιάς
Mιαν ανθισμένη κυδωνιά να σε παρηγορήσω
Eγώ που κάποτε σ' άγγιξα με τα μάτια της πούλιας
Kαι με τη χαίτη του φεγγαριού σ' αγκάλιασα και χορέψαμε μες στους καλοκαιριάτικους κάμπους
Πάνω στη θερισμένη καλαμιά και φάγαμε μαζί το κομένο τριφύλλι
Mαύρη μεγάλη μοναξιά με τόσα βότσαλα τριγύρω στο λαιμό τόσα χρωματιστά πετράδια στα μαλλιά σου.
 

Attachments


Μηνύματα
5.771
Reaction score
0
...Διαφοροι Στιχοι...




Σιγά σιγά

Σιγά σιγά κι αυτό το βράδυ
θα΄ρθώ στην πόρτα σου για λίγο να σταθώ.
Σιγά σιγά μες στο σκοτάδι
ένα παράπονο της νύχτας θα σου πω.

Μη μου κρατάς κλειστή την πόρτα
βρέχει ο Θεός και θα βραχώ
Ανοιξ' αγάπη μου σαν πρώτα
να μπω κι εγώ να ζεσταθώ

Σιγά σιγά κι αυτό το βράδυ
στα σκαλοπάτια σου και πάλι θα βρεθώ.
Σιγά σιγά μες στο σκοτάδι
ένα παράπονο της νύχτας θα σου πω.



Το δίχτυ

Κάθε φορά που ανοίγεις δρόμο στη ζωή
μην περιμένεις να σε βρει το μεσονύχτι
έχε τα μάτια σου ανοιχτά βράδυ πρωί
γιατί μπροστά σου πάντα απλώνεται ένα δίχτυ
έχε τα μάτια σου ανοιχτά βράδυ πρωί
γιατί μπροστά σου πάντα απλώνεται ένα δίχτυ.

Αν κάποτε στα βρόχια του πιαστείς
κανείς δεν θα μπορέσει να σε βγάλει
μονάχος βρες την άκρη της κλωστής
κι αν είσαι τυχερός ξεκινά πάλι
μονάχος βρες την άκρη της κλωστής
κι αν είσαι τυχερός ξεκινά πάλι.

Αυτό το δίχτυ έχει ονόματα βαριά
που είναι γραμμένα σ' επτασφράγιστο κιτάπι
άλλοι το λεν του κάτω κόσμου πονηριά
κι άλλοι το λεν της πρώτης άνοιξης αγάπη.

Αν κάποτε στα βρόχια του πιαστείς
κανείς δεν θα μπορέσει να σε βγάλει
μονάχος βρες την άκρη της κλωστής
κι αν είσαι τυχερός ξεκινά πάλι
μονάχος βρες την άκρη της κλωστής
κι αν είσαι τυχερός ξεκινά πάλι.



Αθανασία

Τι ζητάς Αθανασία στο μπαλκόνι μου μπροστά
δε μου δίνεις σημασία κι η καρδιά μου πώς βαστά
Σ' αγαπήσανε στον κόσμο βασιλιάδες, ποιητές
κι ένα κλωναράκι δυόσμο δεν τούς χάρισες ποτές

Είσαι σκληρή σαν του θανάτου τη γροθιά
μα ήρθαν καιροί που σε πιστέψανε βαθιά
Κάθε γενιά δική της θέλει να γενείς
Ομορφονιά, που δεν σε κέρδισε κανείς

Τι ζητάς Αθανασία στο μπαλκόνι μου μπροστά
ποια παράξενη θυσία η ζωή να σου χρωστά
Ήρθαν διψασμένοι Κροίσοι, ταπεινοί προσκυνητές
κι απ' του κήπου σου τη βρύση δεν τους πότισες ποτές

Είσαι σκληρή σαν του θανάτου τη γροθιά
μα ήρθαν καιροί που σε πιστέψανε βαθιά
Κάθε γενιά δική της θέλει να γενείς
Ομορφονιά, που δεν σε κέρδισε κανείς



Τ' αστέρι του βοριά

Τ' αστέρι του βοριά
θα φερει η ξαστεριά
μα πριν φανει μεσα απο το πελαγο πανί
θα γίνω κύμα και φωτιά
να σ' αγκαλιάσω ξενιτιά.

Τωρα πετώ για της ζωής το πανηγύρι,
Τωρα πετώ για της χαρας μου τη γιορτή.

Φεγγάρια μου παλιά
καινούρια μου πουλιά
διώχτε τον ήλιο και τη μέρα απ' το βουνό
σαν θα με δείτε να περνώ
σαν αστραπή στον ουρανό.

Τ' αστέρι του βοριά θα φέρει ξαστεριά
και συ χαμένη μου Πατρίδα μακρινή
θα μείνεις χάδι και πληγή
σαν ξημερώσει σ' άλλη γη.



Στράτα τη στράτα

Σ' αυτό το δρόμο
που διάλεξες να πας
κοίτα να προφτάσεις τον καιρό
που 'ναι σαν το κύμα
τ' αλμυρό.

Στράτα τη στράτα
σου το 'χω πεί
φεύγουν τα νιάτα
σαν αστραπή.

Σ' αυτό το δρόμο
που διάλεξες να πας
πέρασα κι εγώ κάποια βραδιά
για του φεγγαριού
την αμμουδιά.

Στράτα τη στράτα
σου το 'χω πεί
φεύγουν τα νιάτα
σαν αστραπή.



Έβαλε ο Θεός σημάδι

Έβαλε ο Θεός σημάδι
παλικάρι στα Σφακιά.
Kι ο πατέρας του στον Άδη
άκουσε μια τουφεκιά.

Της γενιάς μου βασιλιά
μην κατέβεις τα ακαλιά.
Πιές αθάνατο νερό
να νικήσεις τον καιρό.

Έβαλε ο Θεός σημάδι
παλικάρι στα Σφακιά.
Kι η μανούλα του στον Άδη
τράβηξε μια χαρακιά.

Της καρδιάς μου βασιλιά
με τον ήλιο στα μαλλιά.
Mην περνάς τη χαρακιά
η ζωή είναι πιο γλυκιά.



Ο Γιάννης ο φονιάς

Ο Γιάννης ο φονιάς, παιδί μιας πατρινιάς
κι ενός μεσολογγίτη.
Προχτές την Κυριακή μετά απ’ τη φυλακή
επέρασ’ απ’ το σπίτι.

Του βγάλαμε γλυκό, τού βγάλαμε και μέντα
μα για το φονικό δεν είπαμε κουβέντα.

Μονάχα το Φροσί με δάκρυ θαλασσί
στα μάτια τα μεγάλα.
Τού φίλησε βουβά τα χέρια τ’ ακριβά
και βγήκε από τη σάλα.

Δεν μπόρεσε κανείς τον πόνο της ν’ αντέξει
κι ούτε ένας συγγενής να πει δεν βρήκε λέξη.

Κι ο Γιάννης ο φονιάς στην άκρη της γωνιάς
με του καημού τ’ αγκάθι.
Θυμήθηκε ξανά φεγγάρια μακρινά και τ’ όνειρο που εχάθει.



Καίγομαι καίγομαι

Όταν γεννιέται ο άνθρωπος
ένας καημός γεννιέται
όταν φουντώνει ο πόλεμος
το αίμα δε μετριέται.

Καίγομαι καίγομαι
ρίξε κι άλλο λάδι στη φωτιά
πνίγομαι πνίγομαι
πέτα με σε θάλασσα βαθιά.

Ορκίστηκα στα μάτια σου
που τα 'χα σαν βαγγέλιο
τη μαχαιριά που μου 'δωκες
να σου την κάμω γέλιο.

Καίγομαι καίγομαι
ρίξε κι άλλο λάδι στη φωτιά
πνίγομαι πνίγομαι
πέτα με σε θάλασσα βαθιά.

Μα συ βαθιά στην κόλαση
την αλυσίδα σπάσε
κι αν με τραβήξεις δίπλα σου
ευλογημένος να 'σαι.

Καίγομαι καίγομαι
ρίξε κι άλλο λάδι στη φωτιά
πνίγομαι πνίγομαι
πέτα με σε θάλασσα βαθιά.



Αύριο πάλι

Αύριο πάλι, αύριο πάλι θα 'ρθω να σε βρω
Κρίμα που δεν με πιστεύεις
Κρίμα που μ' αφήνεις μόνο μου να ζω

Αύριο πάλι, αύριο πάλι θα 'ρθω να σου πω
Κρίμα που δεν με πιστεύεις
Κρίμα που δεν ξέρεις πόσο σ' αγαπώ



Γεια σου χαρά σου Βενετιά (Φύσα αεράκι )

Γεια σου χαρά σου Βενετιά
πήρα τους δρόμους του νοτιά
και τραγουδώ στην κουπαστή
σ' όλο τον κόσμο ν' ακουστεί.

Φύσα αεράκι φύσα με
μη χαμηλώνεις ίσαμε
να δω γαλάζια εκκλησιά
Τσιρίγο και Μονεμβασιά.

Γεια σου χαρά σου Βενετιά
πήρα μια θάλασσα πλατιά
κι απ' το κατάρτι το ψηλό
τον άνεμο παρακαλώ.

Φύσα αεράκι φύσα με
μη χαμηλώνεις ίσαμε
να δω στην Κρήτη μια κορφή
που έχω μανούλα κι αδελφή.



Άσπρο περιστέρι

Όποιος πόνεσε μέσα στη ζωή
όποιος έκλαψε σαν μικρό παιδί,
τώρα τίποτα πια δε σου ζητά
μόνο στ' όνειρο θα σ' αναζητά.

Άσπρο περιστέρι μεσ' τη συννεφιά
μου 'δωσες το χέρι να 'χω συντροφιά,
άσπρο περιστέρι μαύρο μου φτερό
κάθε καλοκαίρι θα σε καρτερώ.

Όταν σήκωσα το βαρύ σταυρό
μου παράγγειλες να 'ρθω να σε βρω,
κι όταν δάκρυσα σαν την Παναγιά
ήταν άνοιξη και Πρωτομαγιά.

Άσπρο περιστέρι μεσ' τη συννεφιά
μου 'δωσες το χέρι να 'χω συντροφιά,
άσπρο περιστέρι μαύρο μου φτερό
κάθε καλοκαίρι θα σε καρτερώ.



Το πέλαγο είναι βαθύ

Το πέλαγο είναι βαθύ,
κι η αγάπη είναι μεγάλη
έχω έναν πόνο στην ψυχή
και ποιος θα μου τον βγάλει.

Το πέλαγο είναι γλυκό,
χάδι μαζί και δάκρυ
και με κυλάει αφρίζοντας
στου ορίζοντα την άκρη.

Το πέλαγο είναι παιδί,
τρέχει και δεν το φτάνω
παιδί και στην αγάπη του,
που σαν παιδί το χάνω.



Η μικρή Ραλλού

Σαράντα παλικάρια στην άκρη του γιαλού
επαίξανε στα ζάρια τη μικρή Ραλλού
σ' ανατολή σε δύση σε κόσμο και ντουνιά
ρωτάν ποιος θα κερδίσει την ομορφονιά

Μικρό το καλοκαίρι μεγάλος ο καιρός
κανείς όμως δεν ξέρει ποιος θα 'ναι ο τυχερός
σαράντα παλικάρια στην άκρη του γιαλού
επαίξανε στα ζάρια τη μικρή Ραλλού

Σαράντα παλικάρια με λιονταριού καρδιά
ερίξανε στα ζάρια μια τρελή βραδιά
ζηλεύει το φεγγάρι και στέλνει απ' τα βουνά
το μαύρο καβαλάρη που μας κυβερνά

Κι ο χάροντας σαν φίδι τραβάει την κοπελιά
σ' αγύριστο ταξίδι σ' ανήλιαγη σπηλιά
σαράντα παλικάρια στην άκρη του γιαλού
εχάσανε στα ζάρια τη μικρή Ραλλού



Κεμάλ

Ακούστε την ιστορία του Κεμάλ
ενός νεαρού πρίγκηπα,της ανατολής
απόγονου του Σεβάχ του θαλασσινού,
που νόμισε ότι μπορέι να αλλάξει τον κόσμο.
αλλά πικρές οι βουλές του Αλλάχ
και σκοτεινές οι ψυχές των ανθρώπων.

Στης Ανατολής τα μέρη μια φορά και ένα καιρό
ήταν άδειο το κεμέρι, μουχλιασμένο το νερό
στη Μοσσούλη, τη Βασσόρα, στην παλιά τη χουρμαδιά
πικραμένα κλαίνε τώρα της ερήμου τα παιδιά.

Κι ενας νέος από σόι και γενιά βασιλική
αγροικάει το μοιρολόι και τραβάει κατά εκεί.
τον κοιτάν οι Βεδουίνοι με ματιά λυπητερή
κι όρκο στον Αλλάχ τους δίνει, πως θ' αλλάξουν οι καιροί.

Σαν ακούσαν οι αρχόντοι του παιδιού την αφοβιά
ξεκινάν με λύκου δόντι και με λιονταριού προβιά
απ' τον Τίγρη στον Ευφράτη, απ' τη γη στον ουρανό
κυνηγάν τον αποστάτη να τον πιάσουν ζωντανό.

Πέφτουν πάνω του τα στίφη, σαν ακράτητα σκυλιά
και τον πάνε στο χαλίφη να του βάλει την θηλειά
μαύρο μέλι μαύρο γάλα ήπιε εκείνο το πρωί
πριν αφήσει στην κρεμάλα τη στερνή του την πνοή.

Με δύο γέρικες καμήλες μ' ένα κόκκινο φαρί
στου παράδεισου τις πύλες ο προφήτης καρτερεί.
πάνε τώρα χέρι χέρι κι είναι γύρω συννεφιά
μα της Δαμασκού τ' αστέρι τους κρατούσε συντροφιά.

Σ' ένα μήνα σ' ένα χρόνο βλέπουν μπρός τους τον Αλλάχ
που από τον ψηλό του θρόνο λέει στον άμυαλο Σεβάχ:
«νικημένο μου ξεφτέρι δεν αλλάζουν οι καιροί,
με φωτιά και με μαχαίρι πάντα ο κόσμος προχωρεί»

Καληνύχτα Κεμάλ, αυτός ο κόσμος δε θα αλλάξει ποτέ
Καληνύχτα...



Μη μου χτυπάς τα μεσάνυχτα την πόρτα

Μη μου χτυπάς
τα μεσάνυχτα τη πόρτα
μη μου μιλάς
να σ' ακούσω δεν μπορώ

Αν μ' αγαπάς
μην γυρίζεις πίσω
άσε να κρατήσω
τον πόνο συντροφιά

Όπου κι αν πας
την αγάπη παίρνεις
το σκοτάδι φέρνεις
και τη συννεφιά
 

Attachments


Μηνύματα
5.771
Reaction score
0
....


Χασάπικο 40

Ήλιε μου ήλιε μου βασιλιά μου
μη μ' αφήνεις σήμερα
συννεφιά συννεφιά στην καρδιά μου
στο κορμί μου σίδερα

Αγόρι ματωμένο θεριά σε ζώσανε
χαράματα σε πήραν και σε σταυρώσανε

Ήλιε μου ήλιε μου βασιλιά μου
πες μου τι μου ζήλεψες
φώτισες μια στιγμή την καρδιά μου
κι ύστερα βασίλεψες

Αγόρι ματωμένο θεριά σε ζώσανε
χαράματα σε πήραν και σε σταυρώσανε



Σε πότισα ροδόσταμο

Στον άλλο κόσμο που θα πας
κοίτα μη γίνεις σύννεφο
κοίτα μη γίνεις σύννεφο
κι άστρο πικρό της χαραυγής
και σε γνωρίσει η μάνα σου
που καρτερεί στην πόρτα

Σε πότισα ροδόσταμο
με πότισες φαρμάκι
της παγωνιάς αητόπουλο
της ερημιάς γεράκι

Πάρε μια βέργα λυγαριά
μια ρίζα δεντρολίβανο
μια ρίζα δεντρολίβανο
και γίνε φεγγαροδροσιά
να πέσεις τα μεσάνυχτα
στη διψασμένη αυλή σου

Σε πότισα ροδόσταμο
με πότισες φαρμάκι
της παγωνιάς αητόπουλο
της ερημιάς γεράκι



Μ' ένα παράπονο

Ήθελα κάτι να σου πω
και στο τραπέζι σου θα 'ρθω
μ' ένα παράπονο
μ' ένα παράπονο πικρό
να σε καλησπερίσω

Έχεις αφήσει μια ψυχή
στην παγωνιά και στη βροχή
μ' ένα παράπονο
μ' ένα παράπονο πικρό
θα σ’ το ξαναθυμίσω

Αν είσαι άντρας με καρδιά
φέρ' την μαζί σου μια βραδυά
μ' ένα χαμόγελο
μ' ένα χαμόγελο ζεστό
θα σε καλωσορίσω



Περιμπανού

Περιμπανού τη λέγαν τα παιδιά, Περιμπανού
κι ήτανε δεκαπέντε χρονών
Έγραφε τ’ όνομά της στον καθρέφτη τ’ ουρανού
μ’ ενός πνιγμένου γλάρου φτερό

Μα της ζωής το κύμα το παράφορο
σάρωσε βάρκες και κουπιά
Και στο μεγάλο κόσμο τον αδιάφορο
ποιος τη θυμάται τώρα πια

Περιμπανού την έλεγα κι εγώ, Περιμπανού
κι ας μη με είχε ακούσει κανείς
Έμοιαζε με κοχύλι στο βυθό του αυγερινού
προτού καρδιά μου πέτρα γενείς

Μα της ζωής το κύμα...



Αγάπη μέσα στην καρδιά

Ένα δειλινό, μες στ' ακροθαλάσσι
σαν το ναυαγό ήρθα κι εγώ
Μου 'δωσες νερό, σ' ασημένιο τάσι
για να δροσιστώ, σ' ευχαριστώ

Αγάπη μέσα στην καρδιά
φουρτουνιασμένη λαγκαδιά
κάποια βραδιά πλημμύρισες
και μας ξεκλήρισες

Πάψε να ζητάς, όλη την αλήθεια
Τι είναι ο έρωτας μη με ρωτάς
Ψάχνε να τη βρεις, μες στα παραμύθια
τώρα δε μπορείς, είναι νωρίς

Αγάπη μέσα στην καρδιά...



Η μπαλάντα του Oύρι

Ουρανέ, όχι δεν θα πω το ναι
Ουρανέ, φίλε μακρινέ
Πώς να δεχτώ άλλης αγκαλιάς τη στοργή
Πώς να δεχτώ, μάνα μου είν’ η γη
Πώς ν’ αρνηθώ της ζωής το φως το ξανθό
Αχ, ουρανέ, πόνε μακρινέ


Κάθε δειλινό κοιτώ τον ουρανό, τον γαλανό
κι ακούω μια φωνή, καμπάνα γιορτινή, να με παρακινεί
Κάθε Κυριακή, μου λέει να πάω εκεί, εκεί, εκεί
που χτίζουνε φωλιά αλλόκοτα πουλιά, στου ήλιου τα σκαλιά

Ουρανέ, όχι δεν θα πω το ναι...

Κάθε δειλινό κοιτώ τον ουρανό, τον γαλανό
και μια φωνή τρελή, σαν χάδι κι απειλή κοντά της με καλεί
Κάθε Κυριακή μου λέει να πάω εκεί, εκεί, εκεί
μου τάζει ωκεανούς, κομήτες φωτεινούς και ό,τι βάζει ο νους

Ουρανέ, όχι δεν θα πω το ναι...



Πού το πήγαν το παιδί

Πού το πήγαν το παιδί
χελιδόνι σε κλουβί.
Πού το πήγαν το παιδί
και κανείς δεν το 'χε δει.
Πού το πήγαν με φεγγάρι
το παιδί, το παλικάρι.
Πού το πήγαν τί του λέγαν
και τ' αδέρφια του το κλαίγαν

Ίλεως! Ίλεως!
Έλεος! Έλεος!

Το κοιτάζαν καθ' αυγή
και τα μάτια τους πληγή.
Το κοιτάζαν καθ' αυγή
και τα λόγια τους κραυγή.
Το κοιτάζαν, το κοιτάζαν
και τα μαύρα δεν τα βγάζαν.
Κι ένας έστεκε παρέκει
και κρατούσε αστροπελέκι.

Ίλεως! Ίλεως!
Έλεος! Έλεος!



Ο εφιάλτης της Περσεφόνης

κεί που φύτρωνε φλισκούνι κι άγρια μέντα
κι έβγαζε η γη το πρώτο της κυκλάμινο
τώρα χωριάτες παζαρεύουν τα τσιμέντα
και τα πουλιά πέφτουν νεκρά στην υψικάμινο.

Κοιμήσου Περσεφόνη
στην αγκαλιά της γης
στου κόσμου το μπαλκόνι
ποτέ μην ξαναβγείς.

Εκεί που σμίγανε τα χέρια τους οι μύστες
ευλαβικά πριν μπουν στο θυσιαστήριο
τώρα πετάνε αποτσίγαρα οι τουρίστες
και το καινούργιο πάν να δουν διϋλιστήριο.

Κοιμήσου Περσεφόνη
στην αγκαλιά της γης
στου κόσμου το μπαλκόνι
ποτέ μην ξαναβγείς.

Εκεί που η θάλασσα γινόταν ευλογία
κι ήταν ευχή του κάμπου τα βελάσματα
τώρα καμιόνια κουβαλάν στα ναυπηγεία
άδεια κορμιά σιδερικά παιδιά κι ελάσματα.

Κοιμήσου Περσεφόνη
στην αγκαλιά της γης
στου κόσμου το μπαλκόνι
ποτέ μην ξαναβγείς.



Αν θυμηθείς τ' όνειρό μου

Στην αγκαλιά μου κι απόψε σαν άστρο κοιμήσου
δεν απομένει στον κόσμο ελπίδα καμιά
τώρα που η νύχτα κεντά με φιλιά το κορμί σου
μέτρα τον πόνο κι άσε με μόνο στην ερημιά

Αν θυμηθείς τ' όνειρό μου
σε περιμένω να 'ρθεις
μ' ένα τραγούδι του δρόμου να ρθεις όνειρό μου
το καλοκαίρι που λάμπει τ' αστέρι με φως να ντυθείς



Χάρτινο το φεγγαράκι

Θα φέρει η θάλασσα πουλιά
κι άστρα χρυσά τ' αγέρι
να σου χαϊδεύουν τα μαλλιά
να σου φιλούν το χέρι.

Χάρτινο το φεγγαράκι
ψεύτικη ακρογιαλιά
αν με πίστευες λιγάκι
θα 'σαν όλα αληθινά.

Δίχως τη δική σου αγάπη
δύσκολα περνά ο καιρός.
Δίχως τη δική σου αγάπη
είναι ο κόσμος πιο μικρός.

Χάρτινο το φεγγαράκι
ψεύτικη ακρογιαλιά
αν με πίστευες λιγάκι
θα 'σαν όλα αληθινά.
 

Μηνύματα
5.771
Reaction score
0
...Όλα κύριε Νίκο είναι εδώ
Όπως τα άφησες εσύ κι όπως τα ξέρεις
Από της λύπης τον καιρό
Κι όταν γυρίσεις και σε δω
Μέσα στη στάμνα τη χρυσή νερό να φέρεις
Της λησμονιάς πικρό νερό....


 

VG

Μηνύματα
5.157
Reaction score
0
Ενας πολυ αδικημενος δισκος ειναι "Τα κατα Μάρκον" με στιχους Γκάτσου,τραγουδιστή τον Νταλάρα,συνθετη τον Ξαρχάκο.

Το αποτελεσμα της "συνευρεσης" αυτων των τριών είναι απογειωτικό,(όχι με την έννοια του χορού πάνω σε τραπέζια).Τρεις μεγαλοι καλλιτέχνες,ο καθενας με τον τρόπο του, αποκτουν την θέση τους στον μουσικό παραδεισο με έναν κατεξοχήν σκοτεινό δίσκο.

Μια χούφτα είν' ο άνθρωπος από στυφό προζύμι
γεννιέται σαν αρχάγγελος πεθαίνει σαν αγρίμι
του μένει μόνο στη ζωή μια γλώσσα μια πατρίδα
η πρώτη του παρηγοριά και η στερνή του ελπίδα
 

Μηνύματα
1.541
Reaction score
5
Andrew πολυ καλη δουλεια!!...
Επειδη γραφω την master μου για τον Χατζιδακι (συγκεκριμενα - Ματωμενο Γαμο) θα ηθελα να ρωτησω αν εχεις καποια βιβλια-πηγες (απο internet οχι) να μου προτεινεις για τον Γκατσο (μιας και ειναι μεγαλο κομματι της ζωης του Μανου) και την σχεση με τον Χατζιδακι ή και αποκλειστικα για τον Χατζιδακι ακομη...

Ευχαριστω!
 

Μηνύματα
5.771
Reaction score
0
...δυστυχως δεν χρησιμοποιησα βιβλια
παρα μονο το internet για το υποτυπωδες αφιερωμα στον Γκατσο.
Επισης δεν εχω κατι σε βιβλιο και για τον Χατζιδακι .
Απο ενα search που εκανα για τον Μανο βρηκα τα παρακατω.

ΑΝΟΙΧΤΕΣ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ ΣΤΟΝ ΜΑΝΟ ΧΑΤΖΙΔΑΚΙ

Μάνος Χατζιδάκις - Τα Σχόλια του Τρίτου

ΜΑΝΟΣ ΧΑΤΖΗΔΑΚΙΣ- ΨΗΦΙΔΕΣ ΜΝΗΜΗΣ

Μεγάλη Μουσική Βιβλιοθήκη της Ελλάδας «Λίλιαν Βουδούρη»
η Βιβλιοθήκη διαθέτει στους αναγνώστες της μια σειρά βιβλίων και άρθρων για το συνθέτη καθώς και τα κείμενα που έγραψε ο ίδιος:

Μάνος Χατζιδάκις, Μυθολογία (Αθήνα: Ύψιλον, 1980)
Μάνος Χατζιδάκις, Ο καθρέφτης και το μαχαίρι (Αθήνα: Ίκαρος, 1995)
Μάνος Χατζιδάκις, Τα σχόλια του Τρίτου (Αθήνα: Εξάντας,1980)
Μάνος Χατζιδάκις, Τα σχόλια του Τρίτου (Αθήνα: Εξάντας, 2003)
Βασίλης Αγγελικόπουλος, Φάρος στη σιωπή (Αθήνα: Καστανιώτης, 1996)
Βασίλης Αγγελικόπουλος, Πες το μ’ ένα τραγούδι (Αθήνα: Καστανιώτης, 1998)
Ανοιχτές επιστολές στον Μάνο Χατζιδάκι, Θάνος Φωσκαρίνης (επ.) (Αθήνα: Μπάτσας-Πλέσσας, 1996)
Φρίντα Μπιούμπι, Προσωπικά 4 + 1 μνήμες (Αθήνα: Terzo books, 1998)
Πορτραίτο ορχήστρας, Μαριλένα Σταφυλίδου (φωτ.) (Αθήνα: Καστανιώτης 1994)
Το βιβλίο της ζωής, Συζητήσεις με το Θανάση Λάλα, τ. 8 Μάνος Χατζιδάκις (Αθήνα: Καστανιώτης, 1996)
Οδός Πανός, τ. 75-76, Σεπτέμβριος-Δεκέμβριος 1994, Αφιέρωμα στον Μάνο Χατζιδάκι
Οδός Πανός, τ. 93-94, Σεπτέμβριος-Δεκέμβριος 1997, σσ. 2-42, Αφιέρωμα στον Μάνο Χατζιδάκι
Διαβάζω, τ. 430, Ιούνιος 2002, σσ. 78-128, Αφιέρωμα στον Μάνο Χατζιδάκι
Το τέταρτο, τ. 1, 5-10, 15, εκδότης Μ. Χατζιδάκις (Αθήνα: 1985-1986)
Προγράμματα συναυλιών της Ορχήστρας των Χρωμάτων στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών από τα ετήσια αφιερώματα στον Μάνο Χατζιδάκι.



Ελπιζω να βοηθησα (αν δεν τα εχεις ΗΔΗ τα παραπανω βιβλια).:happy_4:
Καποια στιγμη να δουμε και ενα αφιερωμα στον Χατζιδακι .:cool_4:
Τι σκ@τα master κανουμε (εσυ δηλαδη).:respect:
Η τεσπα ,μιας και ασχολεισαι με το ΘΕΜΑ θα εχεις να δωσεις πολυ περισσοτερα πραγματα απο οτι εμεις οι ερασιτεχναι.:cool_4:
 

Μηνύματα
1.541
Reaction score
5
πολυ "πραμα"...!!!
οχι... ουτε τα μισα δεν εχω.. καποια δε τα ξερω καν!...
Μαλλον θα παω απο την βιβλιοθηκη του Μεγαρου για καναδυο εβδομαδες...
Ειδικα το "ψηφιδες μνημης" πρεπει να ειναι καλο!

Αρχισα να ασχολουμαι με το θεμα απο τον Απριλιο... τωρα αρχιζω και τα βαζω σε μια σειρα γιατι θελει πολυ περισσοτερη δουλεια απο οσο περιμενα ο "απλος" Χατζιδακις...
 

Σπύρος Μπλάτσιος

Διακεκριμένο μέλος
Μηνύματα
15.897
Reaction score
305
Απάντηση: Νίκος Γκάτσος - Ο ποιητής τραγουδιών

Τα σχόλια του τρίτου έχουν το πιο καυστικό χιούμορ πάντως...

Τώρα για όποιον ενδιαφέρεται έχει κυκλοφορήσει ένας τόμος με όλους τους στίχους των τραγουδιών του Γκάτσου. Λέγεται "Όλα τα τραγούδια".

Για περισσότερη βιβλιογραφία του Γκάτσου δείτε εδώ.

Γενικά περί Γκάτσου εδώ.
 


Staff online

  • abcd
    Πρώην Διοικητής ο τροπαιοφόρος

ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΑ

Threads
175.170
Μηνύματα
3.003.543
Members
38.420
Νεότερο μέλος
Iliashifi
Top