A
AKARL
Guest
Αγαπητοί συμφορουμίτες θα ήθελα, με την άδειά σας και την ανοχή σας να αναπτύξω διαλεκτικώς κάποιες σκέψεις μου ……
Κάνε άκρη ρε ΑΚΑΡΛ αναλαμβάνω ΕΓΩ τώρα.
Hello Boyz and Girlz – This iz Phaedrus speaking and I’m here to kick some serious ASS!!!
R - U - REAADYYYYYYYYYYYYYYYYYYYYY?????????
Let’s GO.
Αγαπητέ Άλεξ, …. Φαίδρος εδώ - σε χαιρετώ!
Θα μπω στον κόπο να ζαπαντήσω στα δγυό σου μηνύματα έχοντας μια (αμυδρή) ελπίδα ότι ίσως καταλάβεις τι λέω (δεν κρατώ και μεγάλο καλάθι όμως). Επίσης, ένας άλλος λόγος που σου απαντώ είναι ότι καίτοι οι απαντήσεις σου είναι, εν πολλοίς, άστοχες – είναι, τουλάχιστον, κόσμιες. Στον άξεστο «επιστήμονα» φίλο σου δε θα ξαναμπώ στον κόπο να απαντήσω (είναι ήδη στη λίστα αποκλεισμένων) διότι ούτε θέλει ούτε μπορεί να καταλάβει τι λέει κάποιος άλλος (εδώ ρε φίλε δεν έχει πάρει χαμπάρι ότι ο ίδιος με αποκάλεσε τρολ και λέει ότι αυτοπροσδιορίζομαι ως τρολ – μα τόσο γκάου είναι το άτομο; ούτε το κυριολεκτικό ούτε και το υπαινικτικό πιάνει; - «αϊ κιού ρα δι κιού» που λένε ένα πανάρχαιο Γιαπωνέζικο, βάλτο στο γκουγκλ να δεις τι σημαίνει ή ρώτα τον Μάρκου που είναι γνώστης της Γιαπωνέζικης κουλτούρας).
Εν αντιθέσει με εσένα, δε θα απαντήσω επιλεκτικά σε όποια σημεία θεωρώ βολικά για μένα αλλά σε όλα – κάτι που εσύ δεν έκανες (θα τα αναφέρω όμως ξανά έτσι για να δω τι έχεις να πεις – αν έχεις). Α, σόρρυ, δε θα σχολιάσω το παραληρηματικό κομμάτι σχετικά με τα εγχώρια πολιτικά δρώμενα δεδομένου ότι επί της ουσίας συμφωνώ αλλά σε όρους δομής και διατύπωσης χωλαίνεις τρομερά – αχταρμάς είναι μια λέξη που, σύμφωνα με μια κάποια οπτική, θα μπορούσε να το περιγράψει.
Πάμε να δούμε τι μου γράφεις, τι ΔΕ μου γράφεις και τι απαντώ:
1) Γράφεις επί λέξει:
«Μπερδεύεις τον επιστήμονα - ερευνητή με τον επιστήμονα - εφαρμοστή της επιστήμης και, τέλος, με τον άνθρωπο της επιστήμης.
i) Επιστήμονας ερευνητής είναι αυτός που ασχολείται με το να κάνει πρωτότυπη συνεισφορά στην επιστήμη του, π.χ. ένας γιατρός που σε συνεργασία με φυσικούς και μηχανικούς κάνει έρευνα πάνω σε νέες απεικονιστικές τεχνικές.
ii) Επιστήμονας - εφαρμοστής της επιστήμης είναι π.χ. ένας διαβασμένος και σοβαρός γιατρός (δυστυχώς καθόλου αυτονόητο) που απλά κάνει σοβαρές διαγνώσεις και βοηθά στη θεραπεία των ασθενών.
iii) Επιστήμονας - διδάσκων μπορεί να είναι π.χ. ένας διαβασμένος και σοβαρός (πάλι, δυστυχώς καθόλου αυτονόητο) καθηγητής Φυσικής σε Λύκειο.
iv) Τέλος, άνθρωπος της Επιστήμης είναι κάποιος που καίτοι μπορεί να μην είναι επιστήμονας (ειδικά με την πρώτη έννοια) ο ίδιος, αντλεί διδάγματα από τον Ορθό Λόγο και προσπαθεί να τον εφαρμόζει στη ζωή του (στα πλαίσια της ατελούς ανθρώπινής του υπόστασης).»
Α) Από που συμπεραίνεις ότι μπερδεύω τέτοιες εύκολες και στοιχειώδεις έννοιες; Υπάρχουν οι επιστήμονες (scientists), υπάρχουν οι εφαρμοστές της επιστήμης (practitioners) και, τέλος, υπάρχουν και οι ψευδοεπιστήμονες ή τσαρλατάνοι οι οποίοι, ως ημιμαθείς, πλασάρονται ως επιστήμονες στους αμαθείς. Άρα υπάρχουν τρεις (3) μόνο κατηγορίες. Αν ίσχυαν αυτά που γράφεις θα μιλούσαμε και για επιστήμονες των πωλήσεων και του μάρκετινγκ (κουλουρτζήδες), επιστήμονες της προσωπικής υγιεινής (μανικιούρ-πεντικιούρ), κλπ. κλπ. Για όποιον ενδιαφέρεται γνωρίζω έναν εκπληκτικό πυρηνικό-υδραυλικό στο Ηράκλειο που κάνει θαύματα, … α και έναν νομπελίστα καυστηρατζή. Πέρα από την πλάκα, όμως, μου αρέσει και επικροτώ τη δημοκρατικότητα που χαρακτηρίζει την προσέγγισή σου: στη μαύρη τελική ΟΛΟΙ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΕΣ ΕΙΜΑΣΤΕ!
Β) Πάρε και ένα πιντιέφ (είσαι εξοικειωμένος μ’ αυτά τα μαραφέτια, έτσι
για να δεις ότι μάλλον δε μπερδεύω ούτε έννοιες ούτε και καταστάσεις (αν μη τι άλλο με λίγη, τόση δα, επιστημολογία έχω «ταλαιπωρηθεί» στη ζωή μου).
Γ) Ο ορθολογισμός ή ρασιοναλισμός είναι μια κατεύθυνση της φιλοσοφίας που αποδέχεται ως γνώμονα και αφετηρία της γνώσεως τη λογική σκέψη. Από την περίοδο του διαφωτισμού ο ορθολογισμός συνδέεται συνήθως με την εισαγωγή των μαθηματικών μεθόδων στη φιλοσοφία, αρχικά με το έργο των Ντεκάρτ, Λάιμπνιτς και Σπινόζα.
Δηλαδή, τα βασικά στοιχεία της γνώσης μπορούν να αναζητηθούν στο νου μας. H γνώση αυτή μπορεί να αποκληθεί a priori ή προ-εμπειρική, αφού φαίνεται να είναι δυνατή πριν ή ανεξάρτητα από οποιαδήποτε εμπειρία. Παρ' όλο που το πρόβλημα της προέλευσης της γνώσης και οι βασικές αντίθετες τοποθετήσεις δεν αναλύθηκαν εκτενώς πριν από τη νεότερη εποχή, στην αρχαιότητα σημαντικός εκπρόσωπος της ορθολογιστικής προσέγγισης μπορεί να θεωρηθεί ο Πλάτων. Για τον Πλάτωνα η ανθρώπινη γνώση βασίζεται κατ' αρχάς στην ανάμνηση των ιδεών που έχει αντικρίσει η αθάνατη ψυχή προτού ενσαρκωθεί στο σώμα.
Με την κατάλληλη νοητική άσκηση και μέσα από τη μελέτη των μαθηματικών, η ψυχή μπορεί να γνωρίσει τη βαθύτερη πνευματική πραγματικότητα των ιδεών, οι οποίες υπάρχουν αιώνια, ενώ ο υλικός κόσμος αποτελεί ατελή αντανάκλαση τους.
Πρώτος μεγάλος ορθολογιστής των νεότερων χρόνων είναι αναμφισβήτητα ο Ντεκάρτ (Καρτέσιος). Για τον Ντεκάρτ η κατασκευή ενός συμπαγούς οικοδομήματος της γνώσης οφείλει να στηριχτεί στις πεποιθήσεις εκείνες που ο ορθός λόγος έχει θωρακίσει τόσο ισχυρά, ώστε τίποτα απολύτως να μην μπορεί να τις κλονίσει. Για να μπορέσουμε να εντοπίσουμε τέτοιου είδους πεποιθήσεις, ο Ντεκάρτ προτείνει να εφαρμόσουμε τη μέθοδο της συστηματικής αμφιβολίας: μας καλεί δηλαδή να διανύσουμε το πλήρες φάσμα των πεποιθήσεων μας και να επιλέξουμε, στο τέλος της διαδικασίας, αυτές για τις οποίες στάθηκε αδύνατον να αμφιβάλουμε.
O Ντεκάρτ επικαλείται τα κριτήρια της σαφήνειας και την ευκρίνειας, χαρακτηριστικά που συνοδεύουν πάντα τις αληθείς ιδέες μας και τις καθιστούν εναργείς. Οι βασικές μας ιδέες, οι οποίες αποτελούν παραστάσεις των ουσιωδών χαρακτηριστικών των υλικών και των πνευματικών όντων, έχουν εμφυτευθεί στον νου μας από τον Θεό. Τις έμφυτες αυτές ιδέες τις συλλαμβάνουμε ενορατικά και άμεσα, χωρίς να χρειάζεται να ακολουθήσουμε κάποια συλλογιστική διαδικασία. Ακόμη και το "σκέφτομαι, [άρα] υπάρχω" δε χρειάζεται το συμπερασματικό "άρα", εφόσον προβάλλει στον νου μας με άμεση βεβαιότητα και δεν αποτελεί συμπέρασμα μιας συλλογιστικής διαδικασίας.
O τρόπος με τον οποίο ο Ντεκάρτ επιχειρεί να αξιοποιήσει την απόλυτη (αλλά πολύ περιορισμένη) αυτή βεβαιότητα και πάνω της να οικοδομήσει τη γνώση του πραγματικού κόσμου μελετάται και ερμηνεύεται από τους φιλοσόφους μέχρι σήμερα.
Άλλοι ορθολογιστές, που προσπάθησαν να βελτιώσουν τη θεώρηση του Ντεκάρτ και οπωσδήποτε να αποφύγουν τις παγίδες στις οποίες τον οδήγησε η υπερβολική μεθοδολογική του αμφιβολία, είναι ο Ολλανδός Μπαρούχ Σπινόζα (17ος αιώνας) και ο Γερμανός Γκότφριντ Λάιμπνιτς (17ος-18ος αιώνας).
Οι δύο τελευταίοι υποστηρίζουν ότι ξεκινώντας από βασικές θεμελιώδεις αρχές, όπως τα αξιώματα της γεωμετρίας, θα μπορούσε κανείς να αντλήσει απαγωγικά το σύνολο ολόκληρης της δυνατής γνώσης. Έτσι, προσπάθησαν να αντιμετωπίσουν τα επιστημολογικά και μεταφυσικά προβλήματα που έθεσε ο Ντεκάρτ και που οδήγησαν στην ανάπτυξη μιας κάπως θεμελιοκρατικής προσέγγισης του ορθολογισμού.
Τόσο ο Σπινόζα όσο και ο Λάιμπνιτς υποστήριζαν ότι κατ' αρχήν τουλάχιστον όλες οι γνώσεις, συμπεριλαμβανομένων των επιστημονικών γνώσεων, μπορούν να αποκτηθούν με τη χρήση του ορθού λόγου και μόνο. Αν και οι δύο παραδέχονταν ότι αυτό δεν είναι δυνατό στην πράξη για τον άνθρωπο, παρά μόνο σε συγκεκριμένες περιοχές της επιστήμης όπως είναι τα μαθηματικά.
Επίσης, σύμφωνα με τους Λάιμπνιτς και Σπινόζα ο νους μας μπορεί να κατανοήσει τα βασικά στοιχεία της δομής της πραγματικότητας στηριζόμενος στη χρησιμοποίηση έμφυτων ιδεών και λογικών αρχών.
O σημαντικότερος ίσως ορθολογιστής των νεότερων χρόνων είναι ο Χέγκελ, ο οποίος πίστευε ότι ο ορθός λόγος του επέτρεπε να κατανοήσει πλήρως και να προβλέψει την πορεία της ανθρώπινης ιστορίας.
Στον αντίποδα του ορθολογισμού βρίσκεται ο Σχετικισμός και ο Σκεπτικισμός - καθώς και όλες οι Ανατολικές φιλοσοφίες που έχουν, τουλάχιστον, την ίδια αξία με τον δυτικό Ρασιοναλισμό.
Δ) Το κυριότερο χαρακτηριστικό του σχετικισμού είναι ότι δεν δέχεται την ύπαρξη της απόλυτης αλήθειας δίνοντας ίση ισχύ στα λεγόμενα όλων. Στην Ηθική ο σχετικισμός λέει ότι όλες οι ηθικές είναι εξίσου καλές. Στην Επιστημολογία ότι όλες οι απόψεις και όλοι οι τρόποι σκέψεις εξίσου αληθείς. Στην Θρησκεία ότι όλες οι θρησκείες είναι εξίσου σωστές κ.ο.κ. Το μεγαλύτερο πρόβλημα στην θεωρία του σχετικισμού είναι ότι δημιουργεί ένα παράδοξο. Όταν δεν υπάρχει κοινό σημείο αναφοράς προς όλους τους ανθρώπους ώστε να δεχτούν την αλήθεια της πρότασης τότε αυτομάτως η θεωρία του σχετικισμού χάνει την οικουμενική της ισχύ. Μόνο με την ad hoc παραδοχή ότι η μόνη απόλυτη αλήθεια είναι ο ορισμός του σχετικισμού αποκτά ισχύ ο σχετικισμός. Στη βάση αυτή, ο σχετικισμός εξισώνεται με τον απόλυτο σχετικισμό και ένας τρόπος υπέρβασης αυτής της αντίφασης φαίνεται να είναι η υιοθέτηση ενός «σχετικού» σχετικισμού.
Συνεχίζεται....
Κάνε άκρη ρε ΑΚΑΡΛ αναλαμβάνω ΕΓΩ τώρα.
Hello Boyz and Girlz – This iz Phaedrus speaking and I’m here to kick some serious ASS!!!
R - U - REAADYYYYYYYYYYYYYYYYYYYYY?????????
Let’s GO.
Αγαπητέ Άλεξ, …. Φαίδρος εδώ - σε χαιρετώ!
Θα μπω στον κόπο να ζαπαντήσω στα δγυό σου μηνύματα έχοντας μια (αμυδρή) ελπίδα ότι ίσως καταλάβεις τι λέω (δεν κρατώ και μεγάλο καλάθι όμως). Επίσης, ένας άλλος λόγος που σου απαντώ είναι ότι καίτοι οι απαντήσεις σου είναι, εν πολλοίς, άστοχες – είναι, τουλάχιστον, κόσμιες. Στον άξεστο «επιστήμονα» φίλο σου δε θα ξαναμπώ στον κόπο να απαντήσω (είναι ήδη στη λίστα αποκλεισμένων) διότι ούτε θέλει ούτε μπορεί να καταλάβει τι λέει κάποιος άλλος (εδώ ρε φίλε δεν έχει πάρει χαμπάρι ότι ο ίδιος με αποκάλεσε τρολ και λέει ότι αυτοπροσδιορίζομαι ως τρολ – μα τόσο γκάου είναι το άτομο; ούτε το κυριολεκτικό ούτε και το υπαινικτικό πιάνει; - «αϊ κιού ρα δι κιού» που λένε ένα πανάρχαιο Γιαπωνέζικο, βάλτο στο γκουγκλ να δεις τι σημαίνει ή ρώτα τον Μάρκου που είναι γνώστης της Γιαπωνέζικης κουλτούρας).
Εν αντιθέσει με εσένα, δε θα απαντήσω επιλεκτικά σε όποια σημεία θεωρώ βολικά για μένα αλλά σε όλα – κάτι που εσύ δεν έκανες (θα τα αναφέρω όμως ξανά έτσι για να δω τι έχεις να πεις – αν έχεις). Α, σόρρυ, δε θα σχολιάσω το παραληρηματικό κομμάτι σχετικά με τα εγχώρια πολιτικά δρώμενα δεδομένου ότι επί της ουσίας συμφωνώ αλλά σε όρους δομής και διατύπωσης χωλαίνεις τρομερά – αχταρμάς είναι μια λέξη που, σύμφωνα με μια κάποια οπτική, θα μπορούσε να το περιγράψει.
Πάμε να δούμε τι μου γράφεις, τι ΔΕ μου γράφεις και τι απαντώ:
1) Γράφεις επί λέξει:
«Μπερδεύεις τον επιστήμονα - ερευνητή με τον επιστήμονα - εφαρμοστή της επιστήμης και, τέλος, με τον άνθρωπο της επιστήμης.
i) Επιστήμονας ερευνητής είναι αυτός που ασχολείται με το να κάνει πρωτότυπη συνεισφορά στην επιστήμη του, π.χ. ένας γιατρός που σε συνεργασία με φυσικούς και μηχανικούς κάνει έρευνα πάνω σε νέες απεικονιστικές τεχνικές.
ii) Επιστήμονας - εφαρμοστής της επιστήμης είναι π.χ. ένας διαβασμένος και σοβαρός γιατρός (δυστυχώς καθόλου αυτονόητο) που απλά κάνει σοβαρές διαγνώσεις και βοηθά στη θεραπεία των ασθενών.
iii) Επιστήμονας - διδάσκων μπορεί να είναι π.χ. ένας διαβασμένος και σοβαρός (πάλι, δυστυχώς καθόλου αυτονόητο) καθηγητής Φυσικής σε Λύκειο.
iv) Τέλος, άνθρωπος της Επιστήμης είναι κάποιος που καίτοι μπορεί να μην είναι επιστήμονας (ειδικά με την πρώτη έννοια) ο ίδιος, αντλεί διδάγματα από τον Ορθό Λόγο και προσπαθεί να τον εφαρμόζει στη ζωή του (στα πλαίσια της ατελούς ανθρώπινής του υπόστασης).»
Α) Από που συμπεραίνεις ότι μπερδεύω τέτοιες εύκολες και στοιχειώδεις έννοιες; Υπάρχουν οι επιστήμονες (scientists), υπάρχουν οι εφαρμοστές της επιστήμης (practitioners) και, τέλος, υπάρχουν και οι ψευδοεπιστήμονες ή τσαρλατάνοι οι οποίοι, ως ημιμαθείς, πλασάρονται ως επιστήμονες στους αμαθείς. Άρα υπάρχουν τρεις (3) μόνο κατηγορίες. Αν ίσχυαν αυτά που γράφεις θα μιλούσαμε και για επιστήμονες των πωλήσεων και του μάρκετινγκ (κουλουρτζήδες), επιστήμονες της προσωπικής υγιεινής (μανικιούρ-πεντικιούρ), κλπ. κλπ. Για όποιον ενδιαφέρεται γνωρίζω έναν εκπληκτικό πυρηνικό-υδραυλικό στο Ηράκλειο που κάνει θαύματα, … α και έναν νομπελίστα καυστηρατζή. Πέρα από την πλάκα, όμως, μου αρέσει και επικροτώ τη δημοκρατικότητα που χαρακτηρίζει την προσέγγισή σου: στη μαύρη τελική ΟΛΟΙ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΕΣ ΕΙΜΑΣΤΕ!
Β) Πάρε και ένα πιντιέφ (είσαι εξοικειωμένος μ’ αυτά τα μαραφέτια, έτσι
Γ) Ο ορθολογισμός ή ρασιοναλισμός είναι μια κατεύθυνση της φιλοσοφίας που αποδέχεται ως γνώμονα και αφετηρία της γνώσεως τη λογική σκέψη. Από την περίοδο του διαφωτισμού ο ορθολογισμός συνδέεται συνήθως με την εισαγωγή των μαθηματικών μεθόδων στη φιλοσοφία, αρχικά με το έργο των Ντεκάρτ, Λάιμπνιτς και Σπινόζα.
Δηλαδή, τα βασικά στοιχεία της γνώσης μπορούν να αναζητηθούν στο νου μας. H γνώση αυτή μπορεί να αποκληθεί a priori ή προ-εμπειρική, αφού φαίνεται να είναι δυνατή πριν ή ανεξάρτητα από οποιαδήποτε εμπειρία. Παρ' όλο που το πρόβλημα της προέλευσης της γνώσης και οι βασικές αντίθετες τοποθετήσεις δεν αναλύθηκαν εκτενώς πριν από τη νεότερη εποχή, στην αρχαιότητα σημαντικός εκπρόσωπος της ορθολογιστικής προσέγγισης μπορεί να θεωρηθεί ο Πλάτων. Για τον Πλάτωνα η ανθρώπινη γνώση βασίζεται κατ' αρχάς στην ανάμνηση των ιδεών που έχει αντικρίσει η αθάνατη ψυχή προτού ενσαρκωθεί στο σώμα.
Με την κατάλληλη νοητική άσκηση και μέσα από τη μελέτη των μαθηματικών, η ψυχή μπορεί να γνωρίσει τη βαθύτερη πνευματική πραγματικότητα των ιδεών, οι οποίες υπάρχουν αιώνια, ενώ ο υλικός κόσμος αποτελεί ατελή αντανάκλαση τους.
Πρώτος μεγάλος ορθολογιστής των νεότερων χρόνων είναι αναμφισβήτητα ο Ντεκάρτ (Καρτέσιος). Για τον Ντεκάρτ η κατασκευή ενός συμπαγούς οικοδομήματος της γνώσης οφείλει να στηριχτεί στις πεποιθήσεις εκείνες που ο ορθός λόγος έχει θωρακίσει τόσο ισχυρά, ώστε τίποτα απολύτως να μην μπορεί να τις κλονίσει. Για να μπορέσουμε να εντοπίσουμε τέτοιου είδους πεποιθήσεις, ο Ντεκάρτ προτείνει να εφαρμόσουμε τη μέθοδο της συστηματικής αμφιβολίας: μας καλεί δηλαδή να διανύσουμε το πλήρες φάσμα των πεποιθήσεων μας και να επιλέξουμε, στο τέλος της διαδικασίας, αυτές για τις οποίες στάθηκε αδύνατον να αμφιβάλουμε.
O Ντεκάρτ επικαλείται τα κριτήρια της σαφήνειας και την ευκρίνειας, χαρακτηριστικά που συνοδεύουν πάντα τις αληθείς ιδέες μας και τις καθιστούν εναργείς. Οι βασικές μας ιδέες, οι οποίες αποτελούν παραστάσεις των ουσιωδών χαρακτηριστικών των υλικών και των πνευματικών όντων, έχουν εμφυτευθεί στον νου μας από τον Θεό. Τις έμφυτες αυτές ιδέες τις συλλαμβάνουμε ενορατικά και άμεσα, χωρίς να χρειάζεται να ακολουθήσουμε κάποια συλλογιστική διαδικασία. Ακόμη και το "σκέφτομαι, [άρα] υπάρχω" δε χρειάζεται το συμπερασματικό "άρα", εφόσον προβάλλει στον νου μας με άμεση βεβαιότητα και δεν αποτελεί συμπέρασμα μιας συλλογιστικής διαδικασίας.
O τρόπος με τον οποίο ο Ντεκάρτ επιχειρεί να αξιοποιήσει την απόλυτη (αλλά πολύ περιορισμένη) αυτή βεβαιότητα και πάνω της να οικοδομήσει τη γνώση του πραγματικού κόσμου μελετάται και ερμηνεύεται από τους φιλοσόφους μέχρι σήμερα.
Άλλοι ορθολογιστές, που προσπάθησαν να βελτιώσουν τη θεώρηση του Ντεκάρτ και οπωσδήποτε να αποφύγουν τις παγίδες στις οποίες τον οδήγησε η υπερβολική μεθοδολογική του αμφιβολία, είναι ο Ολλανδός Μπαρούχ Σπινόζα (17ος αιώνας) και ο Γερμανός Γκότφριντ Λάιμπνιτς (17ος-18ος αιώνας).
Οι δύο τελευταίοι υποστηρίζουν ότι ξεκινώντας από βασικές θεμελιώδεις αρχές, όπως τα αξιώματα της γεωμετρίας, θα μπορούσε κανείς να αντλήσει απαγωγικά το σύνολο ολόκληρης της δυνατής γνώσης. Έτσι, προσπάθησαν να αντιμετωπίσουν τα επιστημολογικά και μεταφυσικά προβλήματα που έθεσε ο Ντεκάρτ και που οδήγησαν στην ανάπτυξη μιας κάπως θεμελιοκρατικής προσέγγισης του ορθολογισμού.
Τόσο ο Σπινόζα όσο και ο Λάιμπνιτς υποστήριζαν ότι κατ' αρχήν τουλάχιστον όλες οι γνώσεις, συμπεριλαμβανομένων των επιστημονικών γνώσεων, μπορούν να αποκτηθούν με τη χρήση του ορθού λόγου και μόνο. Αν και οι δύο παραδέχονταν ότι αυτό δεν είναι δυνατό στην πράξη για τον άνθρωπο, παρά μόνο σε συγκεκριμένες περιοχές της επιστήμης όπως είναι τα μαθηματικά.
Επίσης, σύμφωνα με τους Λάιμπνιτς και Σπινόζα ο νους μας μπορεί να κατανοήσει τα βασικά στοιχεία της δομής της πραγματικότητας στηριζόμενος στη χρησιμοποίηση έμφυτων ιδεών και λογικών αρχών.
O σημαντικότερος ίσως ορθολογιστής των νεότερων χρόνων είναι ο Χέγκελ, ο οποίος πίστευε ότι ο ορθός λόγος του επέτρεπε να κατανοήσει πλήρως και να προβλέψει την πορεία της ανθρώπινης ιστορίας.
Στον αντίποδα του ορθολογισμού βρίσκεται ο Σχετικισμός και ο Σκεπτικισμός - καθώς και όλες οι Ανατολικές φιλοσοφίες που έχουν, τουλάχιστον, την ίδια αξία με τον δυτικό Ρασιοναλισμό.
Δ) Το κυριότερο χαρακτηριστικό του σχετικισμού είναι ότι δεν δέχεται την ύπαρξη της απόλυτης αλήθειας δίνοντας ίση ισχύ στα λεγόμενα όλων. Στην Ηθική ο σχετικισμός λέει ότι όλες οι ηθικές είναι εξίσου καλές. Στην Επιστημολογία ότι όλες οι απόψεις και όλοι οι τρόποι σκέψεις εξίσου αληθείς. Στην Θρησκεία ότι όλες οι θρησκείες είναι εξίσου σωστές κ.ο.κ. Το μεγαλύτερο πρόβλημα στην θεωρία του σχετικισμού είναι ότι δημιουργεί ένα παράδοξο. Όταν δεν υπάρχει κοινό σημείο αναφοράς προς όλους τους ανθρώπους ώστε να δεχτούν την αλήθεια της πρότασης τότε αυτομάτως η θεωρία του σχετικισμού χάνει την οικουμενική της ισχύ. Μόνο με την ad hoc παραδοχή ότι η μόνη απόλυτη αλήθεια είναι ο ορισμός του σχετικισμού αποκτά ισχύ ο σχετικισμός. Στη βάση αυτή, ο σχετικισμός εξισώνεται με τον απόλυτο σχετικισμό και ένας τρόπος υπέρβασης αυτής της αντίφασης φαίνεται να είναι η υιοθέτηση ενός «σχετικού» σχετικισμού.
Συνεχίζεται....