- Μηνύματα
- 28.176
- Reaction score
- 59
[IMGl]http://img366.imageshack.us/img366/5738/quantumofsolacever4ey3.jpg[/IMGl]
007 - Quantum of Solace (2008)
Ο ΠΡΑΚΤΟΡΑΣ ΠΟΥ ΔΑΚΡΥΣΕ
Οταν πριν από δύο χρόνια ο Μαρκ Φόρστερ έμαθε από τον ατζέντη του ότι οι παραγωγοί των επίσημων ταινιών «Τζέιμς Μποντ» ήθελαν να τον συναντήσουν δεν έδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Πεπεισμένος ότι μια ταινία Τζέιμς Μποντ δεν ανήκε στις προθέσεις του, ο γερμανοελβετός σκηνοθέτης του «Χορού των τεράτων» και του «Ψάχνοντας τη Χώρα τού Ποτέ» θεώρησε την ενδεχόμενη συνάντηση σπατάλη χρόνου. Οχι ότι δεν του άρεσαν οι κινηματογραφικές περιπέτειες του πράκτορα. Μάλιστα ο Φόρστερ ακόμη πιστεύει ότι ο «Δρ Νο» και ο «Χρυσοδάκτυλος» ήταν ταινίες «πολύ μπροστά από την εποχή τους».
Για έναν σκηνοθέτη, όμως, ο οποίος μεγάλωσε με ήρωες τον Αντονιόνι, τον Φελίνι και τον Μπέργκμαν, που σπούδασε κινηματογράφο στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης και ο οποίος για καλλιτεχνικούς λόγους έχει απορρίψει τη σκηνοθεσία ταινιών όπως το «Μυστικό του Brokeback Mountain», ήταν φυσικό ο Μποντ να μη βρίσκεται στις άμεσες προτεραιότητές του. Ακόμη και αν τα παιδικά χρόνια του Φόρστερ είχαν έναν αέρα από Τζέιμς Μποντ: τη δεκαετία του '70 ο ιδιοκτήτης φαρμακευτικής εταιρείας πατέρας του Φόρστερ αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη Γερμανία για την Ελβετία όταν έγινε στόχος της τρομοκρατικής οργάνωσης Μπάαντερ - Μάινχοφ. Ο Φόρστερ, ο οποίος ήταν πολύ μικρός εκείνη την εποχή, θυμάται ότι τα δύο μεγαλύτερα αδέλφια του πήγαιναν σχολείο υπό αστυνομική προστασία.
Τελικά ο ατζέντης του κατάφερε να τον πείσει και το ραντεβού με τους παραγωγούς έγινε, οπότε ο Φόρστερ εμπέδωσε την έννοια του «ποτέ μην ξαναπείς ποτέ» - ειρωνικά μιας παλαιότερης, μη επίσημης ταινίας Μποντ.
Η Μπάρμπαρα Μπρόκολι και ο Μάικλ Τζ. Γουίλσον, ή αλλιώς η κόρη και ο θετός γιος του «πατέρα» του κινηματογραφικού Τζέιμς Μποντ, του παραγωγού Αλμπερτ «Κούμπι» Μπρόκολι, ήταν αποφασισμένοι να δώσουν μια «νέα, σοβαρή» κατεύθυνση στην πολύτιμη κληρονομιά τους. Ηθελαν στ' αλήθεια έναν «art house Bond», έναν κινηματογραφοφιλικό πράκτορα και, κατά τη γνώμη τους, καταλληλότερος πλοηγός αυτής της νέας κατεύθυνσης ήταν ο γερμανοελβετός σκηνοθέτης (ο μόνος μη Αγγλοσάξονας ο οποίος επρόκειτο ποτέ να υπογράψει ταινία με τον 007).
Παρασυρμένος από τη φήμη των Μπρόκολι και Γουίλσον περί «υπερπροστασίας του εμπορεύματός τους», ο Φόρστερ δεν περίμενε να βρει το ντουέτο τόσο ανοικτό σε ιδέες και προτάσεις. «Πάντα πίστευα ότι οι ταινίες Τζέιμς Μποντ είναι καλοκουρδισμένες μηχανές με τις οποίες δεν μπορείς ποτέ να "παίξεις" παρά μόνο να είσαι μάνατζερ» είπε αργότερα. «Κάτι τέτοιο δεν με ενδιέφερε».
Οι Μπρόκολι και Γουίλσον διαβεβαίωσαν τον Φόρστερ ότι μπορούσε να κάνει ό,τι ήθελε στην ταινία, με την προϋπόθεση ότι θα διατηρούσε τον Τζέιμς Μποντ μέσα στο «πλαίσιο της παράδοσής του». Ο σκηνοθέτης, ωστόσο, παρέμενε επιφυλακτικός. Μόνον όταν συνάντησε τον Ντάνιελ Κρεγκ, τον αντικαταστάτη του Πιρς Μπρόσναν και πρωταγωνιστή του «Casino Royale», κατάλαβε ότι μπορούσε να δουλέψει σε μια ταινία Μποντ. Ο Φόρστερ, ο οποίος αποκαλεί τον Κρεγκ «πραγματικά πραγματικό ηθοποιό», ένιωσε ότι ήθελε να συνεργαστούν.
Το μόνο πρόβλημα ήταν ότι δεν υπήρχε σενάριο. Αλλά και πάλι, αυτό ήταν πάντα μικρό εμπόδιο στις ταινίες Τζέιμς Μποντ.
Φόρμουλα αγάπης
Εν προκειμένω, βέβαια, το σενάριο στο οποίο επρόκειτο να συνεργαστεί ο σεναριογράφος - σκηνοθέτης Πολ Χάγκις («Crash», «Στην κοιλάδα του Ηλά») θα δυσκόλευε κάπως περισσότερο την κατάσταση. Ο λόγος ήταν απλός. Το «Quantum of solace» - μακράν ο πιο αντιεμπορικός τίτλος ταινίας Τζέιμς Μποντ και για ανεξήγητους λόγους αμετάφραστος στην Ελλάδα - δεν ήταν μυθιστόρημα 007, αλλά μια επιτομή του «Για τα μάτια σου μόνο», η οποία γράφηκε ως μικρή ιστορία το 1960 από τον Αϊαν Φλέμινγκ.
Το διήγημα δεν σχετίζεται καν με τον κόσμο της κατασκοπείας. Για την ακρίβεια, η ιστορία είναι μια συζήτηση γύρω από τις ανθρώπινες σχέσεις στην οποία μετέχει ο Τζέιμς Μποντ κατά τη διάρκεια ενός δείπνου. Εν ολίγοις, το «Quantum» είναι μια μαθηματική φόρμουλα για την... αγάπη!
Μια ιδιαιτέρως συναισθηματική εκτίμηση, εφόσον κεντρικός ήρωας είναι ένας άνδρας ο οποίος μέσα στα τελευταία 46 χρόνια έχει βρεθεί στο ίδιο κρεβάτι με τουλάχιστον δύο γυναίκες ανά ταινία (και οι ταινίες είναι 22!) Και όμως είναι αλήθεια.
[IMGr]http://img366.imageshack.us/img366/7530/quantumofsolacever3ay3.jpg[/IMGr]
Στο «Quantum of solace», το οποίο υποτίθεται ότι αρχίζει μία μόλις ώρα μετά το φινάλε του «Casino Royale», ο Μποντ καταδιώκεται από το φάντασμα του μεγάλου έρωτα που πέθανε στην προηγούμενη ταινία, ενώ ο ίδιος καταδιώκει έναν πάμπλουτο ψευδοπεριβαλλοντολόγο (Ματιέ Αλμαρίκ) ο οποίος στην πραγματικότητα έχει σκοπό να αποξηράνει τη Βολιβία.
Ο Φόρστερ, του οποίου η αγαπημένη ταινία Τζέιμς Μποντ είναι το «Στην υπηρεσία της Αυτού Μεγαλειότητος», η μόνη στην οποία ο 007 με τη μορφή του Τζορτζ Λέιζενμπι δακρύζει (όταν η Νταϊάνα Ριγκ δέχεται μια σφαίρα), «είδε» τον δικό του Τζέιμς Μποντ ως «μοντέλο ήρωα» σε μια εποχή «διαλυμένων σπιτικών, χωρισμένων ζευγαριών και ανατροφής παιδιών από έναν γονέα».
Την ίδια ώρα, βέβαια, ο Μποντ δεν παύει να είναι ένας ψυχρός, αδέκαστος δολοφόνος ο οποίος δεν έχει κανέναν απολύτως φραγμό, προκειμένου να πετύχει τον σκοπό του. Στο μεγαλύτερο μέρος της ταινίας τον βλέπουμε συνοφρυωμένο, ματωμένο, με κουρελιασμένα ρούχα και χωρίς τις χαρακτηριστικές ατάκες που έκαναν διάσημο τον πράκτορα όταν είχε τη μορφή του Σον Κόνερι. Στην πραγματικότητα οι μόνες νότες χιούμορ της ταινίας μοιάζουν με «εσωτερικά», σινεφίλ ανέκδοτα.
Ο Κρεγκ εδώ θυμίζει ακόμη περισσότερο τον Στιβ Μακ Κουίν, ακόμη και στο casual ντύσιμό του, με το άσπρο ντένιμ παντελόνι, το θαλασσί μπλουζάκι και το σκούρο μπλε μπουφάν. Οταν μάλιστα τον βλέπουμε καβάλα στη μηχανή κατά τη διάρκεια μιας καταδίωξης στην Αϊτή, ο Κρεγκ σού δίνει την εντύπωση ότι «βγήκε» από τη «Μεγάλη απόδραση». Σνομπάροντας τον κίνδυνο λες και στην κυριολεξία δεν υπάρχει, ο Μποντ εκμεταλλεύεται στο έπακρον την «άδεια να σκοτώνει».
Ενα απόσπασμα διαλόγου ανάμεσα σε αυτόν και στην προϊσταμένη του, την Μ (Τζούντι Ντεντς), η οποία τον αποκαλεί «απότομο όργανο», τα λέει όλα:
Μ: «Είναι ακόμη ζωντανός;».
Μποντ: «Είναι».
Μ: «Με εκπλήσσεις!».
Ο Φόρστερ είναι αρκετά αναλυτικός με τον συνδυασμό δολοφόνου - συναισθηματία. «Νομίζω ότι η ανθρώπινη εμπειρία είναι γεμάτη από αφηρημένα στοιχεία» είπε στους «Sunday Times» του Λονδίνου. «Στο "Casino Royale" ο Μποντ χάνει έναν άνθρωπο που αγαπά, αλλά την ίδια ώρα δεν σταματά να σκοτώνει. Αυτό έχει πολύ ενδιαφέρον ψυχολογικά, διότι κάποιος σε αυτή την κατάσταση δεν μπορεί ποτέ να βρεθεί σε ηρεμία. Θα πρέπει να είναι διαρκώς στοιχειωμένος».
Το στοίχημα βέβαια είναι μεγάλο με την επιλογή του «καλλιτέχνη» Μαρκ Φόρστερ για τη σκηνοθεσία μιας, ουσιαστικά, περιπέτειας. Το «Casino Royale» έκανε 600 εκατ. δολάρια εισπράξεις παγκοσμίως και αυτή τη στιγμή θεωρείται η εμπορικότερη ταινία Μποντ όλων των εποχών. Σύμφωνα με τους κανόνες της αγοράς, το «Quantum of solace» θα πρέπει να κάνει περισσότερα για να θεωρηθεί επιτυχία. «Ο κόσμος αγάπησε τόσο πολύ το "Casino Royale"» είπε ο Φόρστερ. «Αν δεν δείξει παρόμοια αγάπη στο "Quantum of solace" θα έχω αποτύχει».
Κάτι μας λέει ότι η ανησυχία του είναι αβάσιμη, διότι το «Quantum of solace» δεν είναι μόνο η πιο καλλιτεχνική ταινία Τζέιμς Μποντ, αλλά και μία από τις πιο συναρπαστικές σε σκηνές δράσης.
Το «Quantum of solace» θα προβάλλεται στις ελληνικές αίθουσες από την Πέμπτη 6 Νοεμβρίου.
007 - Quantum of Solace (2008)
Ο ΠΡΑΚΤΟΡΑΣ ΠΟΥ ΔΑΚΡΥΣΕ
Οταν πριν από δύο χρόνια ο Μαρκ Φόρστερ έμαθε από τον ατζέντη του ότι οι παραγωγοί των επίσημων ταινιών «Τζέιμς Μποντ» ήθελαν να τον συναντήσουν δεν έδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Πεπεισμένος ότι μια ταινία Τζέιμς Μποντ δεν ανήκε στις προθέσεις του, ο γερμανοελβετός σκηνοθέτης του «Χορού των τεράτων» και του «Ψάχνοντας τη Χώρα τού Ποτέ» θεώρησε την ενδεχόμενη συνάντηση σπατάλη χρόνου. Οχι ότι δεν του άρεσαν οι κινηματογραφικές περιπέτειες του πράκτορα. Μάλιστα ο Φόρστερ ακόμη πιστεύει ότι ο «Δρ Νο» και ο «Χρυσοδάκτυλος» ήταν ταινίες «πολύ μπροστά από την εποχή τους».
Για έναν σκηνοθέτη, όμως, ο οποίος μεγάλωσε με ήρωες τον Αντονιόνι, τον Φελίνι και τον Μπέργκμαν, που σπούδασε κινηματογράφο στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης και ο οποίος για καλλιτεχνικούς λόγους έχει απορρίψει τη σκηνοθεσία ταινιών όπως το «Μυστικό του Brokeback Mountain», ήταν φυσικό ο Μποντ να μη βρίσκεται στις άμεσες προτεραιότητές του. Ακόμη και αν τα παιδικά χρόνια του Φόρστερ είχαν έναν αέρα από Τζέιμς Μποντ: τη δεκαετία του '70 ο ιδιοκτήτης φαρμακευτικής εταιρείας πατέρας του Φόρστερ αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη Γερμανία για την Ελβετία όταν έγινε στόχος της τρομοκρατικής οργάνωσης Μπάαντερ - Μάινχοφ. Ο Φόρστερ, ο οποίος ήταν πολύ μικρός εκείνη την εποχή, θυμάται ότι τα δύο μεγαλύτερα αδέλφια του πήγαιναν σχολείο υπό αστυνομική προστασία.
Τελικά ο ατζέντης του κατάφερε να τον πείσει και το ραντεβού με τους παραγωγούς έγινε, οπότε ο Φόρστερ εμπέδωσε την έννοια του «ποτέ μην ξαναπείς ποτέ» - ειρωνικά μιας παλαιότερης, μη επίσημης ταινίας Μποντ.
Η Μπάρμπαρα Μπρόκολι και ο Μάικλ Τζ. Γουίλσον, ή αλλιώς η κόρη και ο θετός γιος του «πατέρα» του κινηματογραφικού Τζέιμς Μποντ, του παραγωγού Αλμπερτ «Κούμπι» Μπρόκολι, ήταν αποφασισμένοι να δώσουν μια «νέα, σοβαρή» κατεύθυνση στην πολύτιμη κληρονομιά τους. Ηθελαν στ' αλήθεια έναν «art house Bond», έναν κινηματογραφοφιλικό πράκτορα και, κατά τη γνώμη τους, καταλληλότερος πλοηγός αυτής της νέας κατεύθυνσης ήταν ο γερμανοελβετός σκηνοθέτης (ο μόνος μη Αγγλοσάξονας ο οποίος επρόκειτο ποτέ να υπογράψει ταινία με τον 007).
Παρασυρμένος από τη φήμη των Μπρόκολι και Γουίλσον περί «υπερπροστασίας του εμπορεύματός τους», ο Φόρστερ δεν περίμενε να βρει το ντουέτο τόσο ανοικτό σε ιδέες και προτάσεις. «Πάντα πίστευα ότι οι ταινίες Τζέιμς Μποντ είναι καλοκουρδισμένες μηχανές με τις οποίες δεν μπορείς ποτέ να "παίξεις" παρά μόνο να είσαι μάνατζερ» είπε αργότερα. «Κάτι τέτοιο δεν με ενδιέφερε».
Οι Μπρόκολι και Γουίλσον διαβεβαίωσαν τον Φόρστερ ότι μπορούσε να κάνει ό,τι ήθελε στην ταινία, με την προϋπόθεση ότι θα διατηρούσε τον Τζέιμς Μποντ μέσα στο «πλαίσιο της παράδοσής του». Ο σκηνοθέτης, ωστόσο, παρέμενε επιφυλακτικός. Μόνον όταν συνάντησε τον Ντάνιελ Κρεγκ, τον αντικαταστάτη του Πιρς Μπρόσναν και πρωταγωνιστή του «Casino Royale», κατάλαβε ότι μπορούσε να δουλέψει σε μια ταινία Μποντ. Ο Φόρστερ, ο οποίος αποκαλεί τον Κρεγκ «πραγματικά πραγματικό ηθοποιό», ένιωσε ότι ήθελε να συνεργαστούν.
Το μόνο πρόβλημα ήταν ότι δεν υπήρχε σενάριο. Αλλά και πάλι, αυτό ήταν πάντα μικρό εμπόδιο στις ταινίες Τζέιμς Μποντ.
Φόρμουλα αγάπης
Εν προκειμένω, βέβαια, το σενάριο στο οποίο επρόκειτο να συνεργαστεί ο σεναριογράφος - σκηνοθέτης Πολ Χάγκις («Crash», «Στην κοιλάδα του Ηλά») θα δυσκόλευε κάπως περισσότερο την κατάσταση. Ο λόγος ήταν απλός. Το «Quantum of solace» - μακράν ο πιο αντιεμπορικός τίτλος ταινίας Τζέιμς Μποντ και για ανεξήγητους λόγους αμετάφραστος στην Ελλάδα - δεν ήταν μυθιστόρημα 007, αλλά μια επιτομή του «Για τα μάτια σου μόνο», η οποία γράφηκε ως μικρή ιστορία το 1960 από τον Αϊαν Φλέμινγκ.
Το διήγημα δεν σχετίζεται καν με τον κόσμο της κατασκοπείας. Για την ακρίβεια, η ιστορία είναι μια συζήτηση γύρω από τις ανθρώπινες σχέσεις στην οποία μετέχει ο Τζέιμς Μποντ κατά τη διάρκεια ενός δείπνου. Εν ολίγοις, το «Quantum» είναι μια μαθηματική φόρμουλα για την... αγάπη!
Μια ιδιαιτέρως συναισθηματική εκτίμηση, εφόσον κεντρικός ήρωας είναι ένας άνδρας ο οποίος μέσα στα τελευταία 46 χρόνια έχει βρεθεί στο ίδιο κρεβάτι με τουλάχιστον δύο γυναίκες ανά ταινία (και οι ταινίες είναι 22!) Και όμως είναι αλήθεια.
[IMGr]http://img366.imageshack.us/img366/7530/quantumofsolacever3ay3.jpg[/IMGr]
Στο «Quantum of solace», το οποίο υποτίθεται ότι αρχίζει μία μόλις ώρα μετά το φινάλε του «Casino Royale», ο Μποντ καταδιώκεται από το φάντασμα του μεγάλου έρωτα που πέθανε στην προηγούμενη ταινία, ενώ ο ίδιος καταδιώκει έναν πάμπλουτο ψευδοπεριβαλλοντολόγο (Ματιέ Αλμαρίκ) ο οποίος στην πραγματικότητα έχει σκοπό να αποξηράνει τη Βολιβία.
Ο Φόρστερ, του οποίου η αγαπημένη ταινία Τζέιμς Μποντ είναι το «Στην υπηρεσία της Αυτού Μεγαλειότητος», η μόνη στην οποία ο 007 με τη μορφή του Τζορτζ Λέιζενμπι δακρύζει (όταν η Νταϊάνα Ριγκ δέχεται μια σφαίρα), «είδε» τον δικό του Τζέιμς Μποντ ως «μοντέλο ήρωα» σε μια εποχή «διαλυμένων σπιτικών, χωρισμένων ζευγαριών και ανατροφής παιδιών από έναν γονέα».
Την ίδια ώρα, βέβαια, ο Μποντ δεν παύει να είναι ένας ψυχρός, αδέκαστος δολοφόνος ο οποίος δεν έχει κανέναν απολύτως φραγμό, προκειμένου να πετύχει τον σκοπό του. Στο μεγαλύτερο μέρος της ταινίας τον βλέπουμε συνοφρυωμένο, ματωμένο, με κουρελιασμένα ρούχα και χωρίς τις χαρακτηριστικές ατάκες που έκαναν διάσημο τον πράκτορα όταν είχε τη μορφή του Σον Κόνερι. Στην πραγματικότητα οι μόνες νότες χιούμορ της ταινίας μοιάζουν με «εσωτερικά», σινεφίλ ανέκδοτα.
Ο Κρεγκ εδώ θυμίζει ακόμη περισσότερο τον Στιβ Μακ Κουίν, ακόμη και στο casual ντύσιμό του, με το άσπρο ντένιμ παντελόνι, το θαλασσί μπλουζάκι και το σκούρο μπλε μπουφάν. Οταν μάλιστα τον βλέπουμε καβάλα στη μηχανή κατά τη διάρκεια μιας καταδίωξης στην Αϊτή, ο Κρεγκ σού δίνει την εντύπωση ότι «βγήκε» από τη «Μεγάλη απόδραση». Σνομπάροντας τον κίνδυνο λες και στην κυριολεξία δεν υπάρχει, ο Μποντ εκμεταλλεύεται στο έπακρον την «άδεια να σκοτώνει».
Ενα απόσπασμα διαλόγου ανάμεσα σε αυτόν και στην προϊσταμένη του, την Μ (Τζούντι Ντεντς), η οποία τον αποκαλεί «απότομο όργανο», τα λέει όλα:
Μ: «Είναι ακόμη ζωντανός;».
Μποντ: «Είναι».
Μ: «Με εκπλήσσεις!».
Το στοίχημα βέβαια είναι μεγάλο με την επιλογή του «καλλιτέχνη» Μαρκ Φόρστερ για τη σκηνοθεσία μιας, ουσιαστικά, περιπέτειας. Το «Casino Royale» έκανε 600 εκατ. δολάρια εισπράξεις παγκοσμίως και αυτή τη στιγμή θεωρείται η εμπορικότερη ταινία Μποντ όλων των εποχών. Σύμφωνα με τους κανόνες της αγοράς, το «Quantum of solace» θα πρέπει να κάνει περισσότερα για να θεωρηθεί επιτυχία. «Ο κόσμος αγάπησε τόσο πολύ το "Casino Royale"» είπε ο Φόρστερ. «Αν δεν δείξει παρόμοια αγάπη στο "Quantum of solace" θα έχω αποτύχει».
Κάτι μας λέει ότι η ανησυχία του είναι αβάσιμη, διότι το «Quantum of solace» δεν είναι μόνο η πιο καλλιτεχνική ταινία Τζέιμς Μποντ, αλλά και μία από τις πιο συναρπαστικές σε σκηνές δράσης.
Το «Quantum of solace» θα προβάλλεται στις ελληνικές αίθουσες από την Πέμπτη 6 Νοεμβρίου.