ΟΜΙΛΕΙΤΕ ΕΛΛΗΝΙΚΑ;

Μηνύματα
16.246
Reaction score
3.899
Το επίρρημα μέσα/ μες
Τι πρέπει να γράφουμε: μέσα στη θάλασσα, μες στη θάλασσα, μέσ’ στη θάλασσα ή μεσ’ τη θάλασσα;
Το επίρρημα έχει δυο γραφές (μέσα, μες). Από αυτές η δεύτερη (άτονη και χωρίς απόστροφο) έχει προέλθει από έκθλιψη του -α μπροστά από φωνήεν (πβ. μέσ’ από) και χρησιμοποιείται μπροστά από την πρόθεση σε (στον, στην, στο): μες στο σπίτι, μες στη θάλασσα, μες στο δρόμο (αντί: μέσα στο σπίτι κ.τ.ο.).
Η γραφή με απλή αιτιατική (π.χ. μεσ’ τη θάλασσα) είναι αδικαιολόγητη και λανθασμένη.

Η χρήση του και/ κι
Σύμφωνα με το γενικό κανόνα, ο σύνδεσμος και χρησιμοποιείται μπροστά από σύμφωνο, ενώ το κι μπροστά από φωνήεν: κι εγώ, κι εμείς, κι εμάς, κι αυτός, κι εδώ…
Το κι προήλθε από έκθλιψη του αι :)φθόγγος [e]) πριν από φωνήεν, μετά την οποία το κ, μπροστά από τους φθόγγους ή [e] προφέρθηκε ως ουρανικό (δηλ. ως κι), προφορά που επεκτάθηκε μπροστά από κάθε φωνήεν: και εγώ > κ’ εγώ > κι εγώ.

Παραθετικά σε -ότερος και -ότατος
Στη δημοτική τα παραθετικά επίθετα σε -ότερος και -ότατος (συγκριτικού και υπερθετικού βαθμού αντίστοιχα) γράφονται με ο: νεότερος, στενότερος, αξιότερος, χρησιμότερος (ενώ στην αρχαία ελληνική και στη λόγια παράδοση όσα έχουν βραχύ φωνήεν στην παραλήγουσα γράφονται με ω: νεώτερος, στενώτερος, σοφώτερος κ.τ.ο.
Με ω γράφονται τα παράγωγα των τοπικών επιρρημάτων άνω, κάτω, έσω, έξω και άπω: ανώτερος/-ώτατος, κατώτερος/-ώτατος, εσώτερος/-ώτατος, εξώτερος/-ώτατος, απώτερος/-ώτατος.

Σύνθετα αριθμητικά επίθετα
Τα σύνθετα επίθετα με πρώτο συνθετικό αριθμητικό και δεύτερο το επίθετο μισός, -ή, -ό (< ήμισος < ήμισυς, ημίσεια, ήμισυ) στη δημοτική γράφονται με ι στη λήγουσα (δηλ. έχουν τέρμα σε -μισι ή -ήμισι) και είναι άκλιτα (δηλ. δε μεταβάλλονται κατά την κλίση): δυόμισι, τρεισήμισι/ τριάμισι, τεσσερ(ε)ισήμισι/ τεσσεράμισι...
Εξαιρείται το επίθετο ενάμισης, μιάμιση, ενάμισι, που - ως σύνθετο με δεύτερο συνθετικό το ήμισυς, -εια, -υ - θα έπρεπε να γράφεται με υ, ωστόσο εντάχθηκε στην κλίση των επιθέτων που λήγουν σε -ης.

Διπλασιασμός του -ρ- σε σύνθετα
Στην αρχαία ελληνική οι λέξεις που αρχίζουν από ρ το διπλασιάζουν «εν συνθέσει», όταν η τελευταία συλλαβή του πρώτου συνθετικού είναι βραχύχρονη: άρρωστος (αλλά εύρωστος, διότι η δίφθογγος ευ είναι μακρά), έρριπτον (παρατατικός του ρήματος ρίπτω) κ.τ.ο.
Ο κανόνας αυτός διατηρείται και στη δημοτική, για ένα πλήθος λέξεων που ανάγονται στην αρχαία ή τη λόγια γλωσσική παράδοση: αμφίρροπος, ομόρρυθμος, αντίρρηση, απόρροια, άρρηκτος, απορρίπτω, περιρρέω, διαρροή κ.τ.ο.
Ωστόσο τα μεταπλαστά ρήματα της κοινής δημοτικής (αυτά που έχουν μεταβληθεί στη μορφολογική κυρίως δομή τους) δε διπλασιάζουν το ρ στους ιστορικούς χρόνους (παρατατικό και αόριστο), όπως τα αντίστοιχα ρήματα της αρχαίας: ράβω - έραβα - έραψα (ενώ: ράπτω - ερράφην), ρίχνω - έριχνα - έριξα (ενώ: ρίπτω - έρριπτον - έρριψα).
Επίσης δε διπλασιάζουν το ρ τα νεότερα σύνθετα της ελληνικής: αναρωτιέμαι, μονορούφι, ξεράβω, ξεριζώνω, ξαναρωτώ, ξαναρίχνω κ.τ.ο.
 

Μηνύματα
5.581
Reaction score
297
Και για όσους τυχόν απορούν γιατί το αρχικό ρ στα Αρχαία δασύνεται, η απάντηση είναι ότι το ρ- στις αρχές των λέξεων προφερόταν τότε όπως το σημερινό αγγλικό -wr- (write), του οποίου η σωστή προφορά δεν συμπίπτει με το r-ight, π.χ..
 

Μηνύματα
16.246
Reaction score
3.899
Άνω – κάτω τελεία (ή διπλή τελεία ή δίστιγμο)

Το χρησιμοποιούμε: α) όταν εισάγουμε κατάλογο στοιχείων ή σε απαριθμήσεις. Οι ενδιαφερόμενοι πρέπει να προσκομίσουν τα παρακάτω δικαιολογητικά: … β) για να εισάγουμε παράθεμα. Ο Χριστός είπε: «αγαπάτε αλλήλους» γ) για να συνδέσουμε δυο προτάσεις από τις οποίες η δεύτερη επεξηγεί ή ερμηνεύει την πρώτη ή παρουσιάζεται ως αποτέλεσμα της πρώτης. Η αναζήτηση και ο καταλογισμός των ευθυνών δεν είναι απλή υπόθεση: απαιτεί γνώση, ευθυκρισία, ψύχραιμη και νηφάλια διερεύνηση όλων των συνθηκών και των παραμέτρων.


Κλητική ενικού αρσενικών ουσιαστικών σε –ος

Κανονικά σχηματίζεται με κατάληξη -ε: ουρανέ, δρόμε, άγγελε, γιατρέ… Τη σχηματίζουν σε -ο από τα παροξύτονα (δηλ. τονιζόμενα στην παραλήγουσα) αρσενικά: α) τα βαφτιστικά: Αλέκο, Γιώργο, Πέτρο κ.τ.ο. β) μερικά κοινά ουσιαστικά: γέρο, διάκο. γ) μερικά οξύτονα (δηλ. τονιζόμενα στη λήγουσα) χαϊδευτικά βαφτιστικά: Γιαννακό, Δημητρό… δ) μερικά οικογενειακά ονόματα που τονίζονται στην παραλήγουσα, ιδίως σε -άκος, -ούκος, -ίτσος: κύριε Δημητράκο, Καρακίτσο…


Σχηματισμός θηλυκού επιθέτων σε -ος

Ορισμένα επίθετα που το θέμα τους λήγει σε σύμφωνο και -ο- εμφανίζουν στο θηλυκό γένος τη διτυπία -ή / -ιά. Τα περισσότερα από τα επίθετα αυτά είναι οξύτονα και έχουν την κατάληξη –κός (ή -γκός ή -χός ή -νός):
κακός: κακή και κακιά
βρόμικος: βρόμικη και βρόμικια
θηλυκός: θηλυκή και θηλυκιά
μαλακός: μαλακή και μαλακιά
νηστικός: νηστική και νηστικιά
φτωχός: φτωχή και φτωχιά
ζακυθινός: ζακυθινή και ζακυθινιά

Λίγα οξύτονα επίθετα σε -κος σχηματίζουν το θηλυκό μόνο σε -ιά:
γλυκός: γλυκιά, φρέσκος: φρέσκια.


Σχηματισμός θηλυκού ουσιαστικών που δηλώνουν επάγγελμα

Πολλά από τα ουσιαστικά που δηλώνουν επάγγελμα εμφανίζουν δύο τύπους για το θηλυκό γένος: έναν τύπο με παραγωγή (δηλ. με άλλη κατάληξη) και έναν τύπο μόνο με αλλαγή του άρθρου:
ο δικηγόρος: η δικηγόρος – δικηγορίνα
ο εκδότης: η εκδότης – εκδότρια
ο πρόεδρος: η πρόεδρος – προεδρίνα
ο αρχιτέκτων: η αρχιτέκτων – αρχιτεκτόνισσα

Τα θηλυκά αυτά διαφέρουν υφολογικά στη χρήση: οι τύποι με το άρθρο θεωρούνται λόγιοι, ενώ οι παράγωγοι τύποι απαντούν περισσότερο στο επίπεδο της καθημερινής ομιλίας.

Επίσης, επειδή οι παράγωγοι τύποι είναι χαρακτηρισμένοι ως λιγότερο δόκιμοι, χρησιμοποιούνται συχνά για να δοθεί έμφαση στο όνομα, χρωματισμένη μάλιστα με υποδηλώσεις υποτίμησης, θαυμασμού, οικειότητας κ.τ.ο.

Εδώ βρίσκεται το γραφείο της προέδρου μας. Σιγά την προεδρίνα!

Θα μπορούσα να δω τη γιατρό, σας παρακαλώ; Η αδερφή μου είναι γιατρίνα.


Τα διαλυτικά

Σημειώνονται πάνω από το γράμμα που δεν πρέπει να προφερθεί μαζί με το γειτονικό του κατά την καθιερωμένη προφορά. Έτσι, μεταχειριζόμαστε τα διαλυτικά πάνω από το ι και το υ, όταν προηγούνται α, ε, ο, υ, για να δηλωθεί πως το ι, υ προφέρεται χωριστά σαν /ι/, χωρίς να απαρτίζει μαζί με το προηγούμενό του φωνήεν δίψηφο:

π.χ. χαϊδεύω, πανθεϊσμός, ευνοϊκός, μυϊκός, καταπραϋντικός κ.τ.ο.

Τα διαλυτικά δεν σημειώνονται:

α) σε άλλους συνδυασμούς φωνηέντων που δεν είναι δίψηφα γράμματα: π.χ. Μωυσής, διυλίζω, γήινος, πρωί κ.τ.ο.
β) όταν το προηγούμενο φωνήεν είναι δίψηφο γράμμα: π.χ. αλληλούια, παλαιικός, γεφυροποιία, ευυπόληπτος κ.τ.ο.
γ) όταν η χωριστή προφορά των δυο φωνηέντων φανερώνεται από τον τόνο: νεράιδα, δρύινος κ.τ.ο.
 

VG

Μηνύματα
5.157
Reaction score
0
Τα διαλυτικά δεν σημειώνονται:

β) όταν το προηγούμενο φωνήεν είναι δίψηφο γράμμα: π.χ. αλληλούια, παλαιικός, γεφυροποιία, ευυπόληπτος κ.τ.ο.
Βρε τι μαθαινει κανεις :prof: ειδικα αυτο το ευυπόληπτος πρεπει να του εχω αλλαξει τον αδόξαστο ουκ ολιγες φορες...πρεπει να παραμιλαει την νυχτα απο τα παθήματα του....
 

Μηνύματα
16.246
Reaction score
3.899
eφαρμοστεί ή εφαρμοσθεί; Θα/να εφαρμοστεί ή εφαρμοσθεί, χρειαστεί ή χρειασθεί, διαγνωστεί ή διαγνωσθεί; Και οι δυο τύποι είναι γραμματικά ορθοί και, επομένως, σωστά χρησιμοποιούνται παράλληλα. Ας σημειωθεί πως οι τύποι με -θ- είναι παλαιότεροι-λόγιοι και προέρχονται από αόριστο εφαρμόσθηκα, χρειάσθηκα, διαγνώσθηκα (πβ. παθητ. αόρ. της αρχαίας σε -θην).


Το ρήμα άγω
Σχηματισμός του μέλλοντα των σύνθετων με προθέσεις του αρχαίου ρήματος άγω (ανάγω, παράγω, εισάγω κ.τ.ο.) Ο μέλλοντας γενικά των ρημάτων συμπίπτει με την υποτακτική είτε του ενεστώτα – ο εξακολουθητικός – είτε του αορίστου – ο συνοπτικός/ στιγμιαίος: βρέχει (οριστ. ενεστ.) - να βρέχει (υποτ. ενεστ.) - θα βρέχει (μέλλ.), έβρεξε - να βρέξει - θα βρέξει. Πότε, λοιπόν, θα λέμε και θα γράφουμε να παράγουμε και θα παράγουμε και πότε να παραγάγουμε και θα παραγάγουμε; Σύμφωνα με τα παραπάνω οι τύποι θα εισαγάγω, παραγάγω και οι όμοιοι, οι οποίοι σχηματίζονται από τον αόριστο του ρήματος (εισήγαγα, παρήγαγα…) χρησιμοποιούνται όταν η ρηματική πράξη - ενέργεια εμφανίζεται στιγμιαία, μη επαναλαμβανόμενη, ενώ οι τύποι θα εισάγω, θα παράγω και οι όμοιοι, όταν η πράξη παρουσιάζεται συνεχής, συχνή και επαναλαμβανόμενη.


Το ρήμα βάλλω
Η ορθογραφία των σύνθετων με πρόθεση ρημάτων του βάλλω της αρχαίας Ο ενεστώτας και ο παρατατικός των ρημάτων αυτών γράφονται με δύο -λ-, ενώ ο αόριστος με ένα -λ-. Έτσι, ο τύπος υπέβαλλα (παρατατικός του υποβάλλω, αρχ. υπ-έβαλλον) χρησιμοποιείται όταν η ενέργεια έχει διάρκεια είτε έγινε κατ’ επανάληψη, ενώ ο τύπος υπέβαλα (αόριστος, αρχ. υπ-έβαλον), όταν έγινε μια φορά (δηλ. χωρίς διάρκεια ή επανάληψη) στο παρελθόν. Όμοια, οι τύποι να προβάλω (υποτακτική ενεστώτα) και θα προβάλω (στιγμιαίος μέλλοντας) χρησιμοποιούνται όταν η ρηματική πράξη εμφανίζεται στιγμιαία και να προβάλλω – θα προβάλλω, όταν η ρηματική ενέργεια παρουσιάζεται διαρκής και επαναλαμβανόμενη.


Σχηματισμός κλητικής κυρίων ονομάτων
Τα δευτερόκλιτα αρσενικά ουσιαστικά σε -ος σχηματίζουν κανονικά την κλητική σε -ε: π.χ. λαέ, ουρανέ κ.τ.ο. Όμοια σχηματίζεται η κλητική των περισσότερων οικογενειακών ονομάτων, και μάλιστα όταν είναι οξύτονα - δηλ. τονίζονται στη λήγουσα (πχ. Βιζυηνός – Βιζυηνέ), ή προπαροξύτονα - δηλ. τονίζονται στην προπαραλήγουσα (π.χ. Λαζόπουλος – Λαζόπουλε, Μάντζαρος – Μάντζαρε, Ζαμπέλιος – Ζαμπέλιε κ.τ.ο.). Με κατάληξη -ο σχηματίζεται κυρίως η κλητική των παροξύτονων δισύλλαβων οικογενειακών ονομάτων (π.χ. κ. Ρίζο, Κάλβο κ.τ.ο.), καθώς και όσων τονίζονται στην παραλήγουσα, ιδίως όσων λήγουν σε -άτος, -άκος, -ούκος, -ίτσος: κ. Μαυροκορδάτο, Δημητράκο κ.τ.ο.


Τα διαλυτικά στις λέξεις μυϊκός και εμβρυϊκός
Τα διαλυτικά (οι δυο τελείες πάνω από τα φωνήεντα ι και υ) χρησιμοποιούνται για να δηλώσουν ότι τα φωνήεντα αυτά δεν συμπροφέρονται με το προηγούμενό τους φωνήεν (πβ. τη διαφορά στην προφορά της λέξης υιοθετώ, όπου τα φωνήεντα υ και ι συμπροφέρονται σαν ι).
 

Μηνύματα
16.246
Reaction score
3.899
Λαγάνα

Προέρχεται από τη μεταγενέστερη λέξη τό λάγανον (=είδος πλακουντίου, δηλ. λεπτής και πλατιάς πίτας,ψημένης με λάδι). Κατά το Λεξικό του J.Hofmann, η λέξη συνδέεται με το επίθετο λαγαρός (=χαλαρός,λεπτός,στενός) και το ρήμα λαγγάζω (= ενδίδω,υποχωρώ,είμαι χαλαρός) της αρχαίας.
 

Μηνύματα
16.246
Reaction score
3.899
Τα συμπαρομαρτούντα
Τα παρεπόμενα, όσα επακολουθούν ως φυσικά επακόλουθα, ως συνέπειες. Πρόκειται για μετοχικό τύπο του αρχαίο ρήματος συμπαρομαρτέω, -ώ (< σύν + παρά + αμαρτώ = παρέπομαι, συμπαρακολουθώ, συνοδεύω, συνακολουθώ).


Υποθηκοφυλακείο
Η λέξη – που μαρτυρείται από το 1871 – σχηματίστηκε με το παραγωγικό επίθημα -ειο, με την προσθήκη του οποίου γενικά παράγονται ουδέτερα ουσιαστικά που δηλώνουν τόπο και συνεκδοχικά την αρχή ή υπηρεσία που στεγάζεται στο συγκεκριμένο μέρος (π.χ. ραφείο, ιατρείο, κουρείο, ζαχαροπλαστείο, δασαρχείο…). Ειδικότερα, για το σχηματισμό σύνθετων ουσιαστικών που δηλώνουν το μέρος, το χώρο όπου «φυλάσσεται» κάτι, χρησιμοποιείται ως δεύτερο συνθετικό είτε το μεταγενέστερο ουσ. φυλακείον (πβ. υποθηκοφυλακείο) είτε το - επίσης μεταγενέστερο - ουσ. φυλάκιον (πβ. θησαυροφυλάκιο, χαρτοφυλάκιο, οστεοφυλάκιο).


Τα χρειώδη
Τα απαραίτητα, τα αναγκαία. Πληθ. ουδ. γένους του μεταγενέστερου τριτόκλιτου και δικατάληκτου επιθέτου χρειώδης, -ες (< αρχ. ουσ. χρεία = ανάγκη + παραγωγικό επίθημα -ώδης).


Ακατονόμαστος
Αυτός που δεν είναι επιτρεπτό να κατονομαστεί, ο αχαρακτήριστος, ο επαίσχυντος, ο τρομερός (αρχική σημασία: ο μή ωνομασμένος, μή έχων όνομα). Μεταγενέστερο σύνθετο επίθετο (< α- στερητ. + κατ-ονομάζω).


Γενεαλογικός
Μεταγενέστερο επίθετο (= εις τήν γενεαλογίαν ανήκων), παράγωγο του αρχ. ουσ. γενεαλογία, που σχηματίστηκε με την προσθήκη του λεξικού επιθήματος -λογία στο ουσ. γενεά (= η επιστημονική - συστηματική καταγραφή της χρονικής διαδοχής των γενεών σε κατάλογο).
 

Μηνύματα
5.581
Reaction score
297
να αντιληφθούμε διαφορές που χρίζουν διόρθωσης
Για να ξεμπερδεύουμε με αυτή την ιστορία:

Ρήμα "χρίζω" δεν υ-π-ά-ρ-χ-ε-ι! :mad_2:

Υπάρχει το ρήμα "χρήζω", το οποίο κανονικά γράφεται "χρηίζω" (ήτα-υπογεγραμμένη), σημαίνει "έχω ανάγκη", χρειάζομαι, και προέρχεται από το μη κλινόμενο ουσιαστικό "χρη" (=ανάγκη). Π.χ. "θαρσείν χρη" (=ανάγκη να δείξουμε θάρρος).

Επίσης υπάρχει το ρήμα "χρίω", δηλαδή περιχύνω, περιλούω και κατ΄επέκτασιν μπογιατίζω ή αλείφω ή (στη σύγχρονη χρήση του) "δίνω το χρίσμα", βαφτίζω. Η σύγχρονη χρήση είναι βιβλικής προέλευσης, διότι οι βασιλιάδες του Ισραήλ εχρίοντο με λάδι από τους προφήτες εξ ονόματος του Γιαχβέ και συνεπώς ήταν "χριστοί του Κυρίου". Ο πλέον πρόσφατος ενομίσθη ότι είναι ο υπεσχημένος Μεσσίας και γι' αυτό απεκλήθη Χριστός (με κεφαλαίο Χ) "happy_1"

Η αρχική χρήση του "χρίω" επιβιώνει π.χ. στο "επίχρισμα" (=σοβάς).

Repetitio mater studiorum:
Όταν υπάρχει Ζ, γράφεται με Η
Όταν υπάρχει Ι, δεν υπάρχει Ζ
 

Μηνύματα
16.246
Reaction score
3.899
Αφορώ
Λόγιο ρήμα. Προέρχεται από το αφορώ της αρχαίας ελληνικής (< από + ορώ), που σημαίνει βλέπω από μακριά, κοιτάζω προσεκτικά, αποβλέπω, προσβλέπω. Σήμερα, εύχρηστο μόνο σε ενεστώτα και παρατατικό και συνήθως στο γ΄ πρόσωπο. Διακρίνουμε δυο συντάξεις - χρήσεις: α) αφορά σε κάποιον ή σε κάτι : λογιότερη και πιο επίσημη - προσεγμένη χρήση, που διασώζει και διατηρεί τη σύνταξη που είχε το ρήμα στην αρχική του σημασία (= αποβλέπω, αποσκοπώ σε …) και στην κυρίαρχη σημερινή σημασία «αναφέρομαι σε, έχω σχέση/ συνδέομαι με κάποιον ή κάτι»: Τα προβλήματα αυτά αφορούν στην ίδια την επιβίωση του Ελληνισμού. β) αφορά κάποιον ή κάτι : Η υπόθεση αφορά τη δικαιοσύνη. Mελέτησα προσεκτικά ό,τι αφορά τη νομική πλευρά του ζητήματος. Eξετάστηκαν όλα τα θέματα που αφορούν την εθνική άμυνα. Συχνά με προσωπική αντωνυμία «αφορά εμένα / εσένα / αυτόν ή με / σε / τον αφορά» :) Δε με αφορούν οι πολιτικές του πεποιθήσεις. Δε σε αφορούν οι επιπτώσεις του προβλήματος. Ό,τι πω σας αφορά όλους. Eνδιαφέρεται μόνο για ό,τι την αφορά άμεσα), κυρίως με τη σημασία «ενδιαφέρει, ανήκει – εντάσσεται στη σφαίρα του ενδιαφέροντος κάποιου» ή «είναι δικός μου (δικός σου …) λογαριασμός».


Ο τελικός σύνδεσμος «όπως»
Ο αρχαιοπρεπής τελικός σύνδεσμος «όπως» και η χρήση του. Αρκετά παλαιότερα (όταν η καθαρεύουσα ήταν ακόμη η «επίσημη» γλώσσα μας) διαβάζαμε στην αρχή δημόσιων επιγραφών, αιτήσεων, διοικητικών εγγράφων κ.τ.ο.: Παρακαλείσθε όπως…. Σ’ αυτά και σε άλλα παρόμοια - και βέβαια στην καθαρεύουσα - ήταν ορθή η χρήση του τελικού/ βουλητικού συνδέσμου «όπως», ο οποίος κατάγεται από την αρχαία. Σήμερα όμως (ακριβέστερα: εδώ και πολλά χρόνια) ο σύνδεσμος αυτός έχει αντικατασταθεί από το σύνδεσμο «να». Επομένως, η χρήση του «όπως» είναι πλέον περιττή και απαρχαιωμένη και, βέβαια, η συνύπαρξή του με το «να» (σε φράσεις του τύπου: παρακαλείσθε όπως τα βιβλιάρια νοσηλείας να τα προσκομίζετε για έλεγχο) κωμική…


Η πρόθεση «μεταξύ»
Ακούμε συχνά: Σήμερα το πρωί έγινε σύσκεψη μεταξύ του πρωθυπουργού και του αρμόδιου υπουργού… ή: συνομιλίες μεταξύ Αθηνών και Άγκυρας… ή: διενέξεις μεταξύ Σέρβων και Μουσουλμάνων… Σ’ αυτές τις περιπτώσεις η χρήση της πρόθεσης μεταξύ (+ γεν.) είναι πλεοναστική. Θα αρκούσε: σύσκεψη του πρωθυπουργού και του αρμόδιου υπουργού (= συσκέπτεται ο πρωθυπουργός και ο αρμόδιος υπουργός), συνομιλίες Αθηνών και Άγκυρας, διενέξεις Σέρβων και Μουσουλμάνων. Η πρόθεση μεταξύ τονίζει, ασφαλώς, την έννοια της αλληλοπάθειας, ωστόσο η λιτή χρήση της γενικής (υποκειμενικής) δεν οδηγεί σε ασάφειες και παρανοήσεις.


Καταχρηστική χρήση του επιρρήματος «κάπου»
Καταχρηστική, χωρίς σαφή έννοια και - συχνά - κωμική είναι η χρήση του τοπικού επιρρήματος «κάπου» σε φράσεις, όπως οι παρακάτω: • αγαπητοί ακροατές, κάπου εδώ (αντί: σ’ αυτό το σημείο – ή κάτι παρόμοιο) τελείωσε η εκπομπή μας για σήμερα. • κάπου εδώ (αντί: σ’ αυτό) έχεις κάνει λάθος. • κάπου (αντί: από κάποια άποψη/ σε κάποιο βαθμό) ευθύνεται και η πολιτεία. • δεν το ‘χει πάρει απόφαση· κάπου το σκέφτεται ακόμα (θυμίζει το «είμαι ολίγον έγκυος» της διστακτικής να το ομολογήσει κόρης του ανεκδότου). • κάπου (= σε κάποιο βαθμό;) αρχίζει να με ενοχλεί (το πράγμα…). • κάπου (= κατά κάποιο τρόπο) με έχει απογοητεύσει. Το επίρρημα θα πρέπει να χρησιμοποιείται είτε με τοπική (= σε κάποιο μέρος, σε κάποιο σημείο) είτε με ποσοτική (= περίπου, κατά προσέγγιση, πάνω-κάτω) σημασία.


Η σύνταξη του «ως»
Ακούμε – και λέμε – συχνά: Το πρώτο μέλημα του… ως υπουργός Παιδείας ήταν… ή: η καθιέρωση του εκλογικού συστήματος της απλής αναλογικής ως πάγιο αίτημα… Πού βρίσκεται το λάθος; Ας θυμηθούμε τον κανόνα: τα ονόματα που βρίσκονται ύστερα από το «ως» ακολουθούν την πτώση των ουσιαστικών ή αντωνυμιών που προσδιορίζουν. Επομένως, η σωστή χρήση στις παραπάνω φράσεις είναι: το πρώτο μέλημα του… ως υπουργού Παιδείας ήταν…, η καθιέρωση του εκλογικού συστήματος της απλής αναλογικής ως πάγιου αιτήματος…
 

argi

"Επαγγελματίας"
Μηνύματα
30.020
Reaction score
6.879
πειτε τα ρε παιδια τοση ωρα και ειχα μια αγωνια:crazy_1: :crazy_1: :crazy_1: .επιτελους τωρα μπορω να παρω τα παραισθησιογονα μου
εβιβι μου
 


Μηνύματα
16.246
Reaction score
3.899
Η μετοχή του παθητικού αορίστου
Η (άχρηστη) μετοχή του παθητικού αορίστου και οι χρήσεις της. Ακούσαμε πρόσφατα: οι κάτοικοι των πληγέντων από τη θεομηνία περιοχών Δε φτάνει που «επλήγησαν» από τη θεομηνία οι «εν λόγω» περιοχές, «επλήγησαν» και γλωσσικά… Εξήγηση: ο παθητικός αόριστος επλήγην του ρήματος πλήττομαι της αρχαίας ελληνικής σχημάτιζε μετοχή ο πληγείς, η πληγείσα, το πληγέν (γεν. του πληγέντος, της πληγείσης, του πληγέντος). Σχηματισμός γεν. πληθυντικού: των πληγέντων (αρσ. και ουδ.) και των πληγεισών (θηλ.). Επομένως, το ορθό θα ήταν (αν μιλούσαμε βέβαια στην καθαρεύουσα): των πληγεισών περιοχών (αφού η περιοχή είναι - και παραμένει - γένους θηλυκού). Η μετοχή του παθητικού αορίστου αποτελεί απολίθωμα στη δημοτική και χρησιμοποιείται περίπου στερεότυπα (π.χ. μπορούμε, αν θέλουμε, να πούμε: οι πληγέντες από τους σεισμούς, οι πληγείσες περιοχές, οι διασωθέντες, οι εκτελεσθέντες…) – οπωσδήποτε όμως δε χρησιμοποιείται η γενική του πληθυντικού του θηλυκού γένους και δε χρειάζεται να χρησιμοποιηθεί, αφού στη θέση της μπορούμε να βάλουμε μια ισοδύναμη αναφορική πρόταση και να μιλήσουμε, έτσι, για τις περιοχές που χτυπήθηκαν από τη θεομηνία – και μάλιστα χωρίς το πλήγμα να είναι λιγότερο ή περισσότερο οδυνηρό γι’ αυτές…

Ο αντιθετικός σύνδεσμος παρά
Με τον αντιθετικό σύνδεσμο παρά συνδέεται πρόταση ή έννοια καταφατική με προηγούμενη πρόταση ή έννοια αρνητική/αποφατική:
Τόσο το λογικό του θόλωσε, που δεν έφυγε, παρά άρχισε να γυρίζει ένα γύρο στον ίδιο τόπο.
Εξανάσανε το μάτι μου στον καθρέφτη, ο οποίος δεν έδειχνε παρά τη γυναίκα μοναχή.
Η αντίθεση που εισάγεται με το παρά – συνήθως όταν στην πρόταση υπάρχει η αντωνυμία άλλος – είναι πολλές φορές περιοριστική:
Εσείς δεν έχετε άλλη δουλειά, παρά να ψωμοζητάτε (παρά = παρά μόνο).
Δεν κάναμε τίποτε, παρά βλέπαμε το νερό (παρά = παρά μόνο βλέπαμε…).


Απουσία δευτέρου όρου σύγκρισης
Έπειτα από επίθετο ή επίρρημα συγκριτικού βαθμού συχνά απουσιάζει ο δεύτερος όρος της σύγκρισης στην ονομαζόμενη σύγκριση αντιθέσεως, όταν το συγκριτικό ισοδυναμεί με το θετικό βαθμό του ή με το θετικό και το επίρρημα λίγο ή κάπως μπροστά του και η σύγκριση γίνεται κατά περίπτωση με την τωρινή ή προηγούμενη κατάσταση, με αυτό που συμβαίνει συνήθως, με εκείνο που πρέπει κ.τ.ο.:
Το μεγαλύτερο ψάρι τρώει το μικρότερο (= το μεγάλο ψάρι τρώει το μικρό).
Τι νεότερα; (= τι νέα;).
Να είσαι προσεκτικότερος (= προσεκτικός και όχι απρόσεκτος, όπως τώρα).
Ο άρρωστος σήμερα είναι καλύτερα (= σχετικά/κάπως καλά, καλύτερα από χθες).


Αναφορικές προτάσεις που εισάγονται με την αναφορική αντωνυμία όσος
Συχνά προκαλείται σύγχυση σχετικά με την πτώση στην οποία πρέπει να τεθεί η αναφορική αντωνυμία όσος, με την οποία εισάγεται μια δευτερεύουσα αναφορική πρόταση.
π.χ. μιλάω με όλους όσοι ήταν εκεί ή … με όλους όσους ήταν εκεί,
στο όνομα όλων όσους αδίκησα ή … όλων όσων αδίκησα.
Σε ποια πτώση πρέπει να μπει η αναφορική αντωνυμία;
Σύμφωνα με τον κανόνα, η αναφορική αντωνυμία συμφωνεί με τον όρο αναφοράς (δηλ. με τη λέξη της πρότασης εξάρτησης στην οποία αναφέρεται και την οποία προσδιορίζει) υποχρεωτικά στο γένος και τον αριθμό, όχι όμως και στην πτώση. Η πτώση που θα τεθεί η αναφορική αντωνυμία εξαρτάται κανονικά από τη συντακτική της θέση μέσα στη δευτερεύουσα αναφορική πρόταση – δηλ. αν λειτουργεί ως υποκείμενο μπαίνει σε ονομαστική, αν λειτουργεί ως αντικείμενο σε αιτιατική κ.τ.ο. Ωστόσο - όπως στην αρχαία έτσι και στη νέα ελληνική - η πτώση της αναφορικής αντωνυμίας συχνά επηρεάζεται από την πτώση του όρου αναφοράς και, επομένως, μπορεί να μπει σε αιτιατική (αντί, π.χ., ονομαστικής), αν εκείνος βρίσκεται σε αιτιατική, σε γενική, αν ο όρος αναφοράς είναι σε γενική κ.ο.κ.
Σύμφωνα με τα παραπάνω, είναι συντακτικά ορθές και αποδεκτές και οι δυο παραπάνω διαφιλονικούμενες συντάξεις.


Η χρήση του επιρρήματος έτσι
Το νεοελληνικό έτσι προέρχεται από το επίρρημα της αρχαίας ουτωσί (= έτσι δα).
Κατά κανόνα χρησιμοποιείται με την αρχική-επιρρηματική του σημασία (= έτσι, μ’ αυτό τον τρόπο).
Σπανιότερα χρησιμοποιείται μαζί με το να ως εισαγωγικό μόριο ευχής και διαλεκτικά ως χρονικός ή υποθετικός σύνδεσμος:
Έχω πιει πέντ’ έξ ως τώρα· έτσι να ‘χω (= είθε, ας, μακάρι να ‘χω) την ευχή σου, παππά.
Έτσι (= όταν, μόλις) εχάραξε η αυγή, επήρε ο ξένος το σακκί κι έφυγε.
Θα σε σκοτώσει, έτσι (= αν, εφόσον) το μάθει.
 

Μηνύματα
16.246
Reaction score
3.899
Ποντιακοί διαλεκτικοί τύποι


Απολογία
Παράλληλοι τύποι: απολοΐα, απηλογία, απηλοΐα.
Σημασία: απόκριση, απάντηση. Φράση: δίγω απολογίαν (= αποκρίνομαι). Από την ίδια ρίζα το ρήμα απολογώ (ή απηλογώ - απηλογίζω), μσ. απολογούμαι (ή απολούμαι, απηλογούμαι, ‘πηλογούμαι, απολογίομαι). Πβ. αρχ. απολογία (= υπεράσπιση εναντίον κατηγορίας), και απολογούμαι (= απολογίαν ποιούμαι, υπερασπίζομαι, δικαιολογώ εμαυτόν).

Άχωρος
Από το αρχαίο επίθετο άωρος (< α στερητ. + ώρα = κατάλληλος χρόνος), με μεταβατικό τύπο το μεσαιωνικό άγωρος (= άκαιρος, παράκαιρος, μη ώριμος). άωροι ονομάζονται οι προώρως αποθανόντες. Φράση: άχωρο το ‘κοψε.

Ζεύω
Παράλληλοι τύποι: ζεύγω, ζέγνω, ζέμνω. Μέσο: ζέχκομαι.
Ο τύπος ζεύω είναι μεσαιωνικός και προέρχεται από τον αόριστο έζευξα του αρχαίου ρήματος ζεύγνυμι/ ζευγνύω (= συνδέω, συνάπτω). Σημασίες: α) βάλλω υπό ζυγόν δύο ζώα (πβ. ζέμνω τα βούδα), β) καταβάλλω δυνάμεις για κάποια πράξη, «σφίγγομαι» [πβ. αζέχτεν κ’ έσ’ κωσεν (= σήκωσε) αν’ το λιθάρ’].

Κανόνιν

Από το μεταγενέστερο κανόνιον, υποκοριστικό του αρχ. κανών = ευθεία ράβδος (< κάννα = καλάμι).

Στον Όμηρο, κανόνες ονομάζονταν δυο ξύλινες ράβδοι που εκτείνονταν εγκάρσια κατά μήκος του κοίλου της ασπίδας, μέσα από τους οποίους ο πολεμιστής περνούσε τον βραχίονά του ώστε να συγκρατεί σταθερά την ασπίδα. Σημασίες: α) φέρετρο εκκλησίας, νεκροκρέβατο, που χρησιμοποιούσαν όλοι οι χριστιανοί της ενορίας, β) πληθ. κανόνα = νομίσματα που μοιράζονται στους οικείους της μνηστής από τους απεσταλμένους των συγγενών του γαμπρού μετά την οριστική δήλωσή τους ότι θα τελεστεί ο γάμος, ή δώρα του γαμπρού και των παρανύμφων προς τη νύφη και τη μητέρα της.

Αρνητικό μόριο ου/ ουτς
Τα οφίτικα ιδιώματα διατηρούν το αρχαίο αρνητικό μόριο ου - το οποίο μετατρέπεται σε ουτς, εμπρός από φωνήεν (όπως το ου της αρχαίας γίνεται ούκ) - αντί για το κοινό νεοελληνικό δεν και το κοινό ποντιακό κι: ου θέλω, ουτς επόρεσα (= δεν μπόρεσα), ουτς ακούω. Η διατήρηση αρχαϊκών γλωσσικών στοιχείων στα οφίτικα ιδιώματα είναι ευερμήνευτη: επειδή όσοι από τους ομιλητές του οφίτικου ιδιώματος παρέμειναν στην αρχική τους κοιτίδα είναι μουσουλμάνοι εδώ και τριακόσια χρόνια και είχαν έκτοτε ελάχιστες σχέσεις με τους χριστιανούς ομόγλωσσούς τους, το ιδίωμά τους δε δέχτηκε νεότερες επιδράσεις από την πανελλήνια καθομιλουμένη γλώσσα, την Ορθόδοξη Εκκλησία, το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα και τη γλωσσική πολιτική του ελληνικού κράτους. Αντίθετα, τα οφίτικα ιδιώματα έχουν διαβρωθεί σε σημαντικό βαθμό από την τουρκική, η οποία είναι φυσικά η μοναδική γλώσσα της υποχρεωτικής εκπαίδευσης, των ΜΜΕ και γενικά του γραπτού λόγου.
 

Μηνύματα
16.246
Reaction score
3.899
Πλεοναστική χρήση του οριστικού άρθρου
Το ουδέτερο οριστικό άρθρο το (και σπάνια στον πληθυντικό: τα) χρησιμοποιείται μερικές φορές πλεοναστικά μπροστά από μια πλάγια ερωτηματική ή αναφορική πρόταση – συνήθως όταν αυτή προτάσσεται στο λόγο:
Το τι τράβηξα από τότε, ένας Θεός το ξέρει...
Το τι είδα, δεν μπορώ να σας το πω.
Του ιστόρησε ένα-ένα τα όσα έπαθε.
Η πλεοναστική αυτή χρήση είναι συχνότερη στον προφορικό και λαϊκό λόγο και συνδέεται με τη δύναμη του άρθρου να ουσιαστικοποιεί τη λέξη (ή τη φράση-πρόταση) που συνοδεύει και τη συντακτική θέση/χρήση της δευτερεύουσας πρότασης της οποίας προτάσσεται (συνήθως ως αντικειμένου).
Η χρήση αυτή του άρθρου – και μάλιστα μπροστά όχι μόνο από πλάγιες αλλά και από ευθείες ερωτήσεις και από άλλες δευτερεύουσες προτάσεις – είναι συχνή στα παλαιότερα δημοτικά τραγούδια:
Το πώς ν’αλλάξω τον ηχό;
Τα τι τραβώ για λόγου σου, ένας Θεός τα ξέρει.
 

Μηνύματα
1.047
Reaction score
77
Απάντηση: ΟΜΙΛΕΙΤΕ ΕΛΛΗΝΙΚΑ;

Να σου πω και εγώ ένα μπράβο, Γιώτα, αφού συγκαταλέγομαι σ' αυτούς τους... "άρρωστους" με τη γλώσσα.

Το τι καβγά ρίχνω, κάθε Σαββατοκύριακο που πάω για εκπομπή, με τους δημοσιογράφους που εκφωνούν (ή κακοφωνούν) ειδήσεις, δεν λέγεται.
 

Μηνύματα
16.246
Reaction score
3.899
Μάλλον οι συντάκτες φταίνε!!!!!!!! :crazy_3:


Άσχετο : οι εκπομπές σου δεν είναι πάντα ηχογραφημένες;
 

Μηνύματα
1.047
Reaction score
77
Απάντηση: Re: ΟΜΙΛΕΙΤΕ ΕΛΛΗΝΙΚΑ;

Μάλλον οι συντάκτες φταίνε!!!!!!!! :crazy_3:
Άσχετο : οι εκπομπές σου δεν είναι πάντα ηχογραφημένες;
Μόνο τα 7-8 Σ-Κ είναι ηχογραφημένα.
Σάββατο 9-10 και Κυριακή 11-12 είναι ζωντανά.
 

Μηνύματα
16.246
Reaction score
3.899
Γενέθλια

Στην αρχαία ελληνική: γενέθλιον ( ουδ. του επίθ. γενέθλιος,-ον) ημαρ = η ημέρα της γεννήσεως.

Τά γενέθλια (ως ουσ.) = η κατ' έτος εορτή του γεννηθέντος - η επέτειος της γέννησης και ο εορτασμός της.

Ετυμιλογείται από το ομηρικό ουσιαστικό γενέθλη = γέννησις, αρχή, καταγωγή. Από την ίδια ρίζα το ρήμα γί(γ)νομαι, το ουσιαστικό γένος και τα παράγωγά τους.
 

Μηνύματα
16.246
Reaction score
3.899
Γεννητούρια


Η γενέθλιος ημέρα


Όψιμη μεσαιωνική λέξη.

Ετυμιλογείται από τα μεσαιωνικά *γεννητήρια, πληθυντικός ουδετέρου του επιθέτου *γεννητήριος, παράγωγο του ρήματος της αρχαίας γεννω.
 

Μηνύματα
16.246
Reaction score
3.899
Γάμος


Λέξη της αρχαίας (γαμέω-ω= νυμφεύομαι)

Σημασίες = γάμου εκτέλεσις καί η περί τούτου ετοιμασία των συμποσίων,όπερ η συνήθεια χαράν καλει ο τόπος ένθα οι γάμοι γίνονται αυτή η υπό άνδρα υπάγουσα γυνή.


Γαμηλιών ονομαζόταν ο έβδομος αττικός μήνας (15 Ιανουαρίου - 15 Φεβρουαρίου) , κατά τον οποίο τελούνταν οι περισσότεροι γάμοι.
 


Τελευταια Μηνυματα

Staff online

Μέλη online

ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΑ

Threads
175.173
Μηνύματα
3.003.746
Members
38.420
Νεότερο μέλος
Iliashifi
Top