- Μηνύματα
- 25.739
- Reaction score
- 22.476
Εχθές το απογευματάκι πήγα με το φίλο μου το Μήτσο να κάνουμε ένα ακοογραμματάκι. Από εδώ τον είχα, από εκεί τον είχα τις τελευταίες μέρες, τελικά τον κατάφερα χτες. Μιας που έχει επανειλημμένως αναφερθεί το ακοόγραμμα στις συζητήσεις μας, είπα να γράψω λίγες γραμμές για την όλη διαδικασία, καθώς επίσης και τη χρησιμότητά του.
Όπως υποδηλώνει και το όνομά του, το ακοόγραμμα είναι ένα διάγραμμα που αναπαριστά την οξύτητα της ακοής του υπό εξέταση ανθρώπου. Λέγοντας οξύτητα της ακοής, εννοούμε την ικανότητα του ανθρώπου να ακούει ήχους χαμηλής στάθμης, σε όλο το ακουστικό φάσμα, αλλά κυρίως σε εκείνο το τμήμα του, όπου υφίστανται οι περισσότεροι ήχοι, δηλαδή στο διάστημα 100 – 12000Hz. Όπως είναι γνωστό, η ακοή είναι μια καθαρά μηχανική διαδικασία, και συνίσταται στην ανίχνευση της παρουσίας ηχητικής πίεσης στον αέρα από τα ακουστικά αισθητήρια του ανθρώπου, αλλά και άλλων οργανισμών, βεβαίως. Από τη φύση της, αυτή η διαδικασία επιφέρει μόνιμες βλάβες στα αυτιά, σε συνάρτηση με το χρόνο, όσο ο οργανισμός μεγαλώνει, ενηλικιώνεται και γερνά. Λόγω αυτής της μόνιμης φθοράς, αλλά και λόγω της γήρανσης του νευρικού συστήματος και των διαφόρων παθήσεων που ενδέχεται να ανακύψουν, η ακοή του ανθρώπου βαίνει μειούμενη συν τω χρόνω, αλλοιώνεται, και είναι αυτή ακριβώς η αλλοίωση που επιχειρεί το ακοόγραμμα να αναπαραστήσει, λαμβάνοντας ως σημείο αναφοράς την ακοή ενός φυσιολογικού ανθρώπου ηλικίας 18 ετών, ο οποίος έχει δεχθεί φυσιολογικό ακουστικό φόρτο, μέσα στα 18 χρόνια της ζωής του. Φυσικά, ένας 18χρονος που κάνει clubbing από τα 14-15 του υπό συνθήκες ηχητικής στάθμης της τάξης των 115-118 dB, δεν έχει φυσιολογική ακοή, απέχει πάρα πολύ από το σημείο αναφοράς, με βάση το οποίο συντάσσεται το ακοόγραμμα.
Εν ολίγοις, η διαδικασία διεξαγωγής της ακοομέτρησης γίνεται ως εξής:
Όπως υποδηλώνει και το όνομά του, το ακοόγραμμα είναι ένα διάγραμμα που αναπαριστά την οξύτητα της ακοής του υπό εξέταση ανθρώπου. Λέγοντας οξύτητα της ακοής, εννοούμε την ικανότητα του ανθρώπου να ακούει ήχους χαμηλής στάθμης, σε όλο το ακουστικό φάσμα, αλλά κυρίως σε εκείνο το τμήμα του, όπου υφίστανται οι περισσότεροι ήχοι, δηλαδή στο διάστημα 100 – 12000Hz. Όπως είναι γνωστό, η ακοή είναι μια καθαρά μηχανική διαδικασία, και συνίσταται στην ανίχνευση της παρουσίας ηχητικής πίεσης στον αέρα από τα ακουστικά αισθητήρια του ανθρώπου, αλλά και άλλων οργανισμών, βεβαίως. Από τη φύση της, αυτή η διαδικασία επιφέρει μόνιμες βλάβες στα αυτιά, σε συνάρτηση με το χρόνο, όσο ο οργανισμός μεγαλώνει, ενηλικιώνεται και γερνά. Λόγω αυτής της μόνιμης φθοράς, αλλά και λόγω της γήρανσης του νευρικού συστήματος και των διαφόρων παθήσεων που ενδέχεται να ανακύψουν, η ακοή του ανθρώπου βαίνει μειούμενη συν τω χρόνω, αλλοιώνεται, και είναι αυτή ακριβώς η αλλοίωση που επιχειρεί το ακοόγραμμα να αναπαραστήσει, λαμβάνοντας ως σημείο αναφοράς την ακοή ενός φυσιολογικού ανθρώπου ηλικίας 18 ετών, ο οποίος έχει δεχθεί φυσιολογικό ακουστικό φόρτο, μέσα στα 18 χρόνια της ζωής του. Φυσικά, ένας 18χρονος που κάνει clubbing από τα 14-15 του υπό συνθήκες ηχητικής στάθμης της τάξης των 115-118 dB, δεν έχει φυσιολογική ακοή, απέχει πάρα πολύ από το σημείο αναφοράς, με βάση το οποίο συντάσσεται το ακοόγραμμα.
Εν ολίγοις, η διαδικασία διεξαγωγής της ακοομέτρησης γίνεται ως εξής:
- Ο ακροατής τοποθετείται σε ανηχοϊκό θάλαμο, ώστε να μην ακούει τους ήχους του περιβάλλοντος, και φορά ένα ζεύγος ακουστικά audio.
- Έξω από τον ανηχοϊκό θάλαμο, ο εξεταστής χειρίζεται τον ακοογράφο, στον οποίον είναι συνδεδεμένα τα ακουστικά.
- Χρησιμοποιώντας τον ακοογράφο, ο οποίος είναι κατ’ ουσίαν μια γεννήτρια συχνοτήτων, ο εξεταστής παράγει έναν τόνο συγκεκριμένης συχνότητας, και σε στάθμη τόσο χαμηλή, ώστε αυτή να αντιστοιχεί στο κατώφλι ακουστότητας του νεαρού υγιούς ανθρώπου, και ρωτάει τον ακροατή εάν ακούει τον τόνο από τα ακουστικά του. (Μέσα από τα ακουστικά του, ο ακροατής ακούει και τη φωνή του εξεταστή, που του μιλάει με μικρόφωνο, ενώ γνέφει για να απαντήσει).
- Εάν ο ακροατής δεν ακούει τον τόνο, ο εξεταστής αυξάνει τη στάθμη βηματικά, έως ότου προσδιορίσει το κατώφλι ακουστότητας του ακροατή, δηλαδή εκείνη τη στάθμη, στην οποία ο ακροατής ξεκινά να ακούει τον τόνο.